«Ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου!» Αυτός ο μακιαβελικός κανόνας της πολιτικής -και όχι μόνο- φαίνεται ότι βρίσκει την απόλυτη εφαρμογή του στις επερχόμενες εκλογές στη χώρα μας, και μάλιστα σε πολλαπλές εκδοχές…
- Του Ανδρέα Καψαμπέλη
Όσα διαδραματίζονται, στο προσκήνιο αλλά και στο παρασκήνιο, τις τελευταίες ημέρες έρχονται να επιβεβαιώσουν ότι η σύναψη «ανίερων συμμαχιών» σε όλες τις πτέρυγες του πολιτικού φάσματος αποτελούν το πιο ουσιαστικό εργαλείο με το οποίο θα δοθεί η επικείμενη μάχη. Αν κάποτε τα κόμματα χρησιμοποιούσαν την αρνητική πολιτική διαφήμιση για να πλήξουν τους αντιπάλους τους, αυτό στην πορεία του χρόνου μετεξελίχθηκε σε μια πιο ύπουλη τακτική, που κρύβεται πίσω από καλά και επαγγελματικά σχεδιασμένες τεχνικές ακριβοπληρωμένων επιτελείων και επικοινωνιολόγων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η προβολή των λεγόμενων «θετικών μηνυμάτων» -και παλαιότερα ολόκληρων… προγραμμάτων- έχει πάψει να συγκινεί τους ψηφοφόρους. Η χαμένη αξιοπιστία της πολιτικής συνδυάζεται με την επανειλημμένη μετατροπή όλων αυτών των προγραμμάτων και εξαγγελιών που ακούγονται πριν από τις κάλπες, υπό διάφορα προσχήματα, σε μετεκλογικά κουρελόχαρτα. Έτσι, αυτό που έχει μείνει ως βασικό όπλο είναι η αμαύρωση και η ακύρωση της εικόνας των «άλλων», που πλέον εμπλουτίζεται και με την πριμοδότηση των «εχθρών του εχθρού», η οποία ορισμένες φορές μάλιστα γίνεται και με σχεδόν απροσχημάτιστο τρόπο.
Σε «δάσκαλο» αυτής της μεθοδολογίας έχει αναδειχθεί πλέον ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Μπορεί να τάζει λαγούς με πετραχήλια για την επόμενη τετραετία, με αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις, ανάπτυξη που θα… ρέει παντού και -γιατί όχι;- «εξαφάνιση» της ανεργίας -την ώρα που διεθνώς, και πολύ περισσότερο στην ευρωπαϊκή ήπειρο, ο ορίζοντας της οικονομίας βαραίνει διαρκώς περισσότερο και στο κοινωνικό πεδίο έρχεται από το φθινόπωρο νέος Αρμαγεδδώνας-, αλλά γνωρίζει καλά ότι, αν τον κρατήσει κάτι «όρθιο» στις 21 Μαΐου, αυτό δεν θα είναι τα σημερινά του λόγια τα μεγάλα. Θα είναι η διάβρωση και το «σκάψιμο», με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, σε βάρος τόσο των εκ δεξιών όσο και των εκ κεντροαριστερών αντιπάλων του, ώστε όσο κι αν πέσει η Ν.Δ. να βρίσκονται οι άλλοι, όπως ελπίζει, χαμηλότερα από αυτήν.
Από τη μια πλευρά του φάσματος παρατηρείται ήδη μια αλληλουχία γεγονότων. Για αυτό, αν και έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία η απόφαση του Αρείου Πάγου για αποκλεισμό του κόμματος Εμφιετζόγλου, το απόγευμα της Πέμπτης, από τις εκλογές -για τυπικούς λόγους-, δεν εκλαμβάνεται στο γενικότερο πολιτικό πλαίσιο μόνο ως «ανφέρ».
Ο σεισμός, που υπό άλλες συνθήκες θα ακολουθούσε, έχει μετριαστεί… προκαταβολικά από τις άλλες πρωτοβουλίες, αμφιλεγόμενες έως και καθοδηγούμενες από το Μέγαρο Μαξίμου, για να βγουν «μπαμπέσικα» εκτός μάχης και άλλα πολιτικά σχήματα, προς τα οποία αιμορραγούσε εκλογικά και δημοσκοπικά η Ν.Δ.
Έτσι, δρομολογημένος θεωρείται -ύστερα και από την εκτρωματική τροπολογία και από όσα καταγγέλθηκαν εν συνεχεία από τον παραιτηθέντα αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου Χρ. Τζανερίκο- ο εξοστρακισμός και του κόμματος Κασιδιάρη με απόφαση του Α’ Τμήματος του ανώτατου δικαστηρίου που θα ληφθεί τις επόμενες ημέρες.
Στην όλη εικόνα προστίθενται οι καταγγελίες του Κ. Βελόπουλου για σχεδιαζόμενες αποστασίες από την Ελληνική Λύση, προκειμένου να πληγεί και να μπει σε περιδίνηση το κόμμα του, που ειδικά σε νομούς της βόρειας Ελλάδας κόβει έως και διψήφια ποσοστά από το κυβερνών κόμμα.
Από όπου κι αν εκκινούν όλα αυτά, η μεγάλη εικόνα έχει να κάνει με τη μεθόδευση της ηγεσίας της Ν.Δ. να «μαντρώσει» ξανά -ελλείψει δήθεν ικανής εναλλακτικής λύσης- μεγάλα τμήματα δεξιών ψηφοφόρων που ακόμη και σήμερα παραμένουν αναποφάσιστοι και μετεωριζόμενοι. Παράλληλα επιδιώκεται έτσι να απορροφηθούν και να υποβαθμιστούν οι φυγόκεντρες τάσεις και οι εσωτερικοί κραδασμοί που -εν όψει και της επόμενης ημέρας των εκλογών- δεν παύουν να προκαλούνται ακόμη και τώρα στη Ν.Δ., όπως φάνηκε με τις «βόμβες» του Ν. Δένδια για την «εγκληματική πράξη» της παρακολούθησής του που είχε διαταχθεί από το Μέγαρο Μαξίμου…
Το παιχνίδι προς τα (κεντρο)αριστερά γίνεται πιο σύνθετο και συνάμα πιο ύπουλο. Όσο κι αν προσπαθεί να δείξει ότι τον έπιασε ο πόνος, ο κ. Μητσοτάκης «θυμήθηκε» το πρώτο εξάμηνο του 2015 και τον… κ. Βαρουφάκη μόνο και μόνο για να βοηθήσει το ΜέΡΑ25 να κόψει όσο γίνεται ισχυρότερη «αριστερή» φέτα από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αν ίσχυαν άλλωστε οι κίνδυνοι που επισημαίνει με ιερή οργή και αγανάκτηση ο πρωθυπουργός για κλείσιμο τραπεζών και νέα capital controls, αυτό πρώτα απ’ όλα θα σήμαινε ότι η έξοδος από τα Μνημόνια -για την οποία ο κ. Μητσοτάκης και το κόμμα του υπερηφανεύονται ότι μάτωσαν- δεν είναι παρά μια φούσκα και απάτη. Και, από την πλευρά του, ο Γ. Βαρουφάκης «ανταποκρίνεται» σε αυτή τη συμμαχία και το πουσάρισμα που του κάνει ο κ. Μητσοτάκης, κλιμακώνοντας τον βερμπαλισμό του για «Δήμητρες» κ.λπ.
Όλα αυτά μπορεί να δείχνουν πλέον γραφικά και ξεπερασμένα για πολλούς, αλλά αφενός υπάρχει η δεξαμενή των «προδομένων του 2015», την οποία εξακολουθεί να χρειάζεται ο ΣΥΡΙΖΑ για να επανέλθει στην εξουσία, αφετέρου υπάρχουν πολλές χιλιάδες νέοι ψηφοφόροι που το 2015 ήταν μόλις 10 ετών και τώρα θέλουν να εκφράσουν τη ριζοσπαστικοποίησή τους με την ψήφο τους σε τρεις εβδομάδες.
Αυτές τις κρίσιμες -έστω και σχετικά μικρές- κατηγορίες ψηφοφόρων η ηγεσία της Ν.Δ. προτιμά να τις στείλει στον (κατά τα λοιπά «επικίνδυνο») κ. Βαρουφάκη για να μην τις βρει μπροστά της με τον ΣΥΡΙΖΑ στις 21 Μαΐου. Κατ’ αναλογία, αν και πιο συστημικά, εξελίσσεται η όλη διεργασία με το ΚΚΕ, ο επικεφαλής του οποίου Δημήτρης Κουτσούμπας ανέβηκε μάλιστα σε άλλο επίπεδο, χαρακτηρίζοντας ο ίδιος τον ΣΥΡΙΖΑ ως «τη χειρότερη κυβέρνηση της Μεταπολίτευσης» και λειτουργώντας εξ αντικειμένου ως επικοινωνιακός χορηγός του κ. Μητσοτάκη στην προσωπική του βεντέτα με τον κ. Τσίπρα.
Πέραν αυτού, ωστόσο, τόσο το ΚΚΕ όσο και το ΜέΡΑ25 κάνουν τη μεγαλύτερη ζημιά στον ΣΥΡΙΖΑ, δηλώνοντας κατηγορηματικά ότι όχι μόνο δεν πρόκειται να συμπράξουν σε «προοδευτική διακυβέρνηση», αλλά και ότι δεν θα προσφέρουν ούτε καν ψήφο ανοχής, την οποία έφτασε στο σημείο σχεδόν να εκλιπαρεί ο κ. Τσίπρας.
Κατόπιν αυτού, το κυβερνητικό αφήγημα της αξιωματικής αντιπολίτευσης για την επόμενη ημέρα αδυνατίζει πιο πολύ, αφού, ακόμη και αν ο κ. Ανδρουλάκης συμπράξει, τα κουκιά δεν φαίνεται -αυτή τη στιγμή τουλάχιστον- να βγαίνουν.
Σε συνδυασμό με όλα τα προηγούμενα, ο κ. Μητσοτάκης με αυτές τις πιρουέτες προσπαθεί, παρά την εμφανή πτώση του, να διατηρηθεί πρώτο κόμμα για να ελπίζει στην αυτοδυναμία, ενώ τόσο για το ΚΚΕ όσο και για το κόμμα Βαρουφάκη το «λάφυρο» που τους περιμένει θα είναι -μέσα από την επιδιωκόμενη ήττα του ΣΥΡΙΖΑ- το στρατηγικό ξαναμοίρασμα των ιματίων της Αριστεράς προς όφελός τους…