Πρώτη φορά σε αυτές τις εκλογές οι έννοιες της νίκης και της ήττας έχουν πολλές αποχρώσεις και δεν ταυτίζονται κατ’ ανάγκη με την πρωτιά στην κάλπη ή μη.
- του Ανδρέα Καψαμπέλη
Η απλή αναλογική, η πρωτοφανής για την εποχή ρευστότητα, η πιθανότητα νέου εκλογικού γύρου σε μερικές εβδομάδες και κυρίως οι δυνητικοί συνδυασμοί συμπράξεων για τον σχηματισμό κυβέρνησης διαμορφώνουν ένα ιδιαίτερα σύνθετο τοπίο που -σε αντίθεση με την ταχύτατη ανακοίνωση των αποτελεσμάτων απόψε Κυριακή το βράδυ- θα καθυστερήσει κατά πάσα πιθανότητα την έκδοση ασφαλών πολιτικών συμπερασμάτων για την «επόμενη ημέρα».
Καθώς, λοιπόν, έπεσε η αυλαία της προεκλογικής περιόδου, ο κύβος ερρίφθη και περί τα 5.500.000-6.000.000 ψηφοφόροι προσέρχονται στις κάλπες, το παζλ της αποψινής βραδιάς αποτελείται από πολλά κομμάτια. Αλλωστε, ακόμη και στο παρά πέντε σημειώθηκαν σημαντικά «απρόοπτα» που δεν είναι βέβαιο προς ποια κατεύθυνση και πόσο θα επηρεάσουν τα πράγματα. Προηγήθηκε, επί παραδείγματι, η από τηλεοράσεως «μομφή» του κ. Μητσοτάκη προς τους συγγενείς των θυμάτων των Τεμπών ότι «εργαλειοποιούν προεκλογικά την τραγωδία» και πριν προλάβει να κοπάσει ο θόρυβος ακολούθησε από την άλλη πλευρά το αυτογκόλ του Γ. Κατρούγκαλου ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα επαναφέρει το προηγούμενο καθεστώς αυξημένων ασφαλιστικών εισφορών για τους ελεύθερους επαγγελματίες.
Οι εκλογές αυτές χαρακτηρίζονται από ακόμη δύο πρωτοτυπίες. Είναι η πρώτη φορά, αφού προηγουμένως ψηφίστηκαν δύο απανωτές κυβερνητικές τροπολογίες, που αποκλείστηκαν με απόφαση του Αρείου Πάγου τόσα πολλά κόμματα και κυρίως το κόμμα του Ηλία Κασιδιάρη, που διεκδικούσε βάσιμα την είσοδό του στη Βουλή. Με δεδομένη μάλιστα την έκκληση Κασιδιάρη να μην υπάρξει αποχή και πρωτίστως να καταψηφιστεί η Ν.Δ., η διασπορά των ψήφων του μπορεί να αποκτήσει και ρυθμιστικό ρόλο, εάν οι διαφορές είναι μικρές. Το ζήτημα της γενικότερης συμμετοχής στις κάλπες είναι άλλωστε κεφαλαιώδες, σε συνδυασμό με τον υψηλό αριθμό αναποφάσιστων έως την τελευταία στιγμή.
Παράλληλα με όλα αυτά, η τοξικότητα που προκλήθηκε -στον απόηχο και μεγάλων σκανδάλων, όπως των τηλεφωνικών υποκλοπών αλλά και της τραγωδίας των Τεμπών με τους 57 νεκρούς- έχει ως αποτέλεσμα οι σημερινές εκλογές να διεξάγονται μέσα σε σκιές αμφισβήτησης για το αδιάβλητό τους. Ο ΣΥΡΙΖΑ συγκρότησε δικό του μηχανισμό, με τη συμμετοχή 22.000 ανθρώπων, για τη συγκέντρωση, την παρακολούθηση και την αποστολή των εκλογικών αποτελεσμάτων από όλη τη χώρα, ενώ ανάλογη πρωτοβουλία είχε ανακοινώσει προηγουμένως και το κόμμα της Ελληνικής Λύσης. Πέραν των ερωτημάτων που έχουν εγερθεί κατά καιρούς για τη Singulal Logic, η οποία μονοπωλιακά μάλιστα επεξεργάζεται τα αποτελέσματα, όπως επισημαίνουν ειδικοί των εκλογών, πολλά μπορεί να κριθούν και από κάποιες «λεπτομέρειες», αφού έχει παρατηρηθεί και στο παρελθόν ότι για μερικές χιλιάδες ή και εκατοντάδες ψήφους είναι δυνατόν να ανατραπούν διαφορές, όταν είναι μικρές, ή να βρεθούν οριακά εκτός Βουλής κόμματα…
Ολα τα παραπάνω αποκτούν μεγεθυντική διάσταση, επειδή αυτές οι εκλογές έχουν πολλές παραμέτρους και αυτό που θα μοιάζει με νίκη να αποδειχθεί τελικά ήττα ή και το αντίστροφο. Γι’ αυτό, παρά την επιβαλλόμενη συνθηματολογία, τα επιτελεία όλων των κομμάτων -κυρίως των μεγαλύτερων- γνωρίζουν πολύ καλά στο εσωτερικό τους ποιο είναι στην πραγματικότητα το «καλό», ποιο το «άσχημο» και πιο το «ουδέτερο» σενάριο για τα αποψινά αποτελέσματα.
Για τον Κ. Μητσοτάκη δεν αρκεί να έρθει απλώς πρώτη η Ν.Δ. για να είναι καλή η αποψινή βραδιά. Θα πρέπει όχι μόνο να έχει καθαρή διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και να κυμανθεί σε ποσοστό άνω του 32-33%. Σε αυτή την περίπτωση αφενός θα είναι ο πραγματικός νικητής, θα έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων, λαμβάνοντας την πρώτη διερευνητική εντολή από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, και θα μπορεί να επιβάλει τις νέες εκλογές -ίσως και στις 25 Ιουνίου- με την ενισχυμένη αναλογική, ευρισκόμενος κοντά στην αυτοδυναμία.
Στην περίπτωση που η Ν.Δ. περιοριστεί στο 30%, ακόμη και ως πρώτο κόμμα, θα είναι στη γκρίζα ζώνη. Πρώτα απ’ όλα θα φανεί, ανάλογα και με το άθροισμα των εκτός Βουλής κομμάτων, αν εξασφαλίζει το όριο των 100 βουλευτών. Η απόσταση που θα τη χωρίζει πάντως από τον πήχη της αυτοδυναμίας για τις δεύτερες κάλπες, που υπολογίζεται περί το 37,37,5%, θα είναι μεγάλη και ενδεχομένως δύσκολο να καλυφθεί. Αν μάλιστα είναι πρώτη αλλά με βραχεία κεφαλή από τον ΣΥΡΙΖΑ, τότε όλα θα μπορούν να ανατραπούν στον δεύτερο γύρο.
Κάθε ποσοστό κάτω από το 30% αποτελεί την πιο άσχημη εκδοχή για τον κ. Μητσοτάκη. Ακόμη κι αν είναι πρώτο κόμμα -και ανάλογα ασφαλώς με τη διαφορά- η νίκη του θα αποδειχθεί πύρρειος. Πολιτικά, εσωκομματικά και εκλογικά. Με μάλλον ανέφικτη πια την αυτοδυναμία, η εμμονή σε δεύτερο γύρο μάλλον θα είναι άτοπη, θα ενταθούν οι διεργασίες για σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας από τη Δευτέρα και ενδεχομένως να δρομολογηθούν και άλλες διαδικασίες.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ το ιδανικό σενάριο ασφαλώς θα είναι να έρθει πρώτο κόμμα, έστω και με μία ψήφο διαφορά. Ομως ακόμη κι αν το αποτέλεσμα είναι σχεδόν «ισόπαλο» ή έστω με οριακή απόσταση, αυτό θα είναι πολιτική νίκη για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Οχι μόνο γιατί θα έχει «νικήσει» όλες τις δημοσκοπήσεις, αλλά κυρίως διότι αυτό θα του δώσει δυναμική για να διεκδικήσει την πρωτιά στον επόμενο γύρο, εφόσον υπάρξει.
Το ουδέτερο σενάριο για τον κ. Τσίπρα είναι να έχει το βράδυ μια «αξιοπρεπή ήττα», δηλαδή η απόσταση που θα τον χωρίζει από τον κ. Μητσοτάκη να κινείται στα όρια του 3% και να του δίνει τα περιθώρια, έστω και περιορισμένα, να επιδιώξει τη «ρεβάνς» στις δεύτερες εκλογές, πιέζοντας τόσο την «Αριστερά» του ΠΑΣΟΚ όσο και το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25, στο όνομα του κοινού στόχου και με μια δημοψηφισματική λογική «να φύγει ο Μητσοτάκης».
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ έρθει καθαρά δεύτερος και όσο τυχόν μεγαλύτερη από τρεις μονάδες είναι η διαφορά, τόσο θα επιβεβαιώνεται το χειρότερο σενάριο για την αξιωματική αντιπολίτευση. Σε αυτή την περίπτωση θα παίξει ρόλο και το πόσο κοντά ή μακριά θα βρεθεί από το ποσοστό 31,5% που είχε πάρει το 2019.
Οι στόχοι για ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ, Ελληνική Λύση και ΜέΡΑ25
Οι προβολείς θα είναι στραμμένοι και στο ΠΑΣΟΚ. Για τον Νίκο Ανδρουλάκη καλό θα είναι το αποτέλεσμα αν πετύχει διψήφιο ποσοστό, τουλάχιστον στα επίπεδα του 12-13%, ώστε να έχει αντοχές στην πίεση που πιθανότατα θα δεχτεί εν όψει του δεύτερου γύρου. Αν γράψει διψήφιο μεν ποσοστό αλλά στα επίπεδα του 10%, αυτό θα είναι μέτριο έως γκρίζο αποτέλεσμα, γιατί θα σημαίνει ότι στον επόμενο γύρο θα πέσει σε μονοψήφιο, έχοντας χάσει και κάθε διαπραγματευτική δύναμη. Κι αν είναι από απόψε το βράδυ μονοψήφιο το «πράσινο» ποσοστό, τότε εκτός από την πολιτική και εκλογική ήττα ο αρχηγός θα έχει άμεσα και εσωκομματικά προβλήματα.
Από τα άλλα κόμματα της σημερινής Βουλής, για το ΚΚΕ κάθε ποσοστό άνω του 5,3% του 2019 θα χαρακτηριστεί θετικό, αν και έχουν δημιουργηθεί προσδοκίες για σημαντική άνοδο. Αν αυτό δεν επιτευχθεί και σημειωθεί στασιμότητα, το πολιτικό συμπέρασμα θα καταδεικνύει κυρίως την αδυναμία αριστερού πλαγιοκοπήματος του ΣΥΡΙΖΑ. Κάτι ανάλογο ισχύει και για το ΜέΡΑ25, καθώς υπό τις νέες συνθήκες ο πήχης έχει ανεβεί για τον Γ. Βαρουφάκη κι ενώ αρχικά ήταν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, τώρα χρειάζεται να υπερβεί αισθητά το 3,44% για να αποκομίσει πολιτικά κέρδη.
Από την άλλη πλευρά του φάσματος, για την Ελληνική Λύση του Κ. Βελόπουλου κάθε ποσοστό άνω του 3,7% του 2019 θα αποτελεί κέρδος, ενώ εάν επιβεβαιωθούν οι ενδείξεις για μεγαλύτερη άνοδο, αυτό θα του δώσει πρωταγωνιστικό ρόλο στον εκ δεξιών χώρο της Ν.Δ.