Στην περίεργη συμπεριφορά της Ρούλας Πισπιρίγκου όσο η Τζωρτζίνα νοσηλευόταν, μετά την ανακοπή που υπέστη και στις συζητήσεις του προσωπικού στο νοσοκομείο του Ρίου σχετικά με την 34χρονη αναφέρθηκε ο παιδίατρος – εντατικολόγος, Χαράλαμπος Κοτσώνης.
Ο γιατρός ο οποίος παρέλαβε την 9χρονη στο νοσοκομείο του Ρίου μετά την ανακοπή που υπέστη στο Καραμανδάνειο είπε για την Ρούλα Πισπιρίγκου:
«Είδαμε ότι η μη αντίδραση και ο μη θρήνος των γονιών μετά το αρχικό σοκ από την ανακοπή, που είχε υποστεί το παιδί συνεχίζονταν. Περισσότερο μας έκανε εντύπωση η αντίδραση της μητέρας. Είδαμε μια μητέρα που μας φαίνονταν διαδικαστική στα περισσότερα που έκανε με το παιδί. Την ενδιέφερε να τροφοδοτεί τα social media που είχε. Δεν μας έδειξε ότι αυτή την τραγωδία την είχε κατανοήσει.
Δεν μπορεί να έχεις υποστεί τέτοια πρόβλημα στην οικογένειά σου και να ανεβάζεις φωτογραφίες στο facebook από παραλίες και συναυλίες. Το θεωρώ αδιανόητο, αυτή είναι η προσωπική μου άποψη. Δουλεύω 16 χρόνια σε αυτή τη Μονάδα και είναι η πρώτη φορά που το σύνολο του προσωπικού που ήρθε σε επαφή με τη μητέρα είπε: “εδώ υπάρχει πρόβλημα”. Ήταν η πρώτη φορά που είπαμε εδώ υπάρχει θέμα με αυτή τη συμπεριφορά».
Ο κ. Κοτσώνης μίλησε και για τους προβληματισμούς του προσωπικού σχετικά με την κατηγορούμενη, με δεδομένο ότι δεν υπήρχε κάποια επιστημονική εξήγηση για την ανακοπή που είχε υποστεί η Τζωρτζίνα, ούτε όμως και για τους θανάτους των άλλων δυο κοριτσιών της οικογένειας, της Μαλένας και της Ίριδας.
«Με αυτά τα δεδομένα κρίναμε ότι πρέπει να διερευνηθεί και το θέμα της εμπλοκής σε αυτούς τους θανάτους της οικογένειας. Οφείλαμε να ενημερώσουμε για αυτά τα παιδιά και ας αποδειχτεί μετά ότι κάποιο έπεσε από τη κούνια. Είναι το ίδιο σαν σου έρθει ένα παιδί με σπασμένο πλευρά. Οφείλεις να ενημερώσεις. Δεν ξεκινάμε να αποδείξουμε κάτι εμείς. Όλη η ομάδα στήριξε τον κ. Ηλιάδη για να γίνει κάποια διερεύνηση προς αυτή τη κατεύθυνση», είπε ο μάρτυρας.
Ο ιατρός περιέγραψε αναλυτικά την κατάσταση της υγείας της Τζωρτζίνας μετά την μεταφορά της από το Καραμανδάνειο και την διασωλήνωσή της.
«Έγινε μια σωστή διακομιδή του παιδιού σε εμάς. Η Τζωρτζίνα ήρθε με καλά ζωτικά σημεία. Μόλις παραλάβαμε το παιδί ο κ. Χασαπόπουλος (σ.σ. ο αναισθησιολόγος που έκανε την ανάνηψη στο παιδί στο Καραμανδάνειο) με ενημέρωσε για τη διαδικασία ακολούθησε. Τί φάρμακα είχε δώσει και πόσο κράτησε η ανάνηψη. Μου είπε το ιστορικό της οικογένειας και για τους θανάτους των άλλων δυο παιδιών της οικογένειας.
Ξεκινήσαμε τη νοσηλεία της Τζωρτζίνας στη ΜΕΘ. Οι γονείς νομίζω ήρθαν μετά από λίγο. Τους συστήθηκα, τους είπα την ειδικότητα μου και δεν τους έδωσα κάποιες πληροφορίες εκείνη τη στιγμή, γιατί χρειάζονταν χρόνος ώστε να δούμε πρώτα το περιστατικό. Ξεκίνησε η διαδικασία της παρακολούθησης του παιδιού και από τις πρώτες ενδείξεις δεν φαίνονταν πρόβλημα με αναπνευστικό ούτε και πρόβλημα μειωμένης καρδιακής παροχής. Από κάποια στοιχεία φάνηκε ότι μπορεί να υπήρχε και πρόβλημα εγκεφαλικού οιδήματος. Αυτό είναι αναμενόμενο μετά από ανακοπή, η οποία είναι τρομερό σοκ για κάθε οργανισμό.
Μεγάλη σημασία έχει να αντιμετωπίσουμε αυτά τα προβλήματα. Ήταν προβλήματα που τα είχαμε ξαναδεί. Ξεκίνησε η χορήγηση της υποστήριξης και έγινε μια πρώτη πιο ήρεμη ενημέρωση των γονιών. Η πρώτη μας ενημέρωση ήταν ότι αυτή τη στιγμή δεν μπορούσαμε να πούμε ούτε καν αν το παιδί θα ζήσει. Δεν είχαμε κάποια αιτία για την ανακοπή, γιατί αν είχαμε αιτία θα ξέραμε αν θα μπορούσαμε να την αναστρέψουμε ή όχι. Οι γονείς ήταν σοκαρισμένοι. Δεν είδαμε υπερβολικές αντιδράσεις, αλλά αυτό είναι συνηθισμένο σε αυτό το στάδιο. Το σοκ ήταν μεγάλο. Σίγουρα μας ρώτησαν για το ποια θα ήταν η πρόγνωση για το παιδί, όμως για αυτό δεν μπορούμε να μιλήσουμε πριν περάσουν τρία 24ωρα. Ποια θα ήταν τα προβλήματα που μπορεί να αντιμετώπιζε το παιδί ήταν αδύνατον να πούμε σε αυτό το στάδιο».
Ο κ. Κοτσώνης μίλησε για την πρώτη επαφή με τους γονείς το πρώτο βράδυ στην οποία βρισκόταν και ο επικεφαλής της ΜΕΘ, Ανδρέας Ηλιάδης.
«Σίγουρα ήμουν εγώ στην ενημέρωση. Μπορεί και Ηλιάδης. Θυμάμαι πως στην πρώτη ενημέρωση είπαμε πως δεν μπορούμε να πούμε για το εάν παιδί θα ζήσει. Τα πρώτα 24ωρα είναι κρίσιμα. Τους ενημερώσαμε πως έχουμε ένα σοβαρό περιστατικό. Οι γονείς ήταν σοκαρισμένοι. Δεν είδαμε υπερβολικές αντιδράσεις αλλά αυτό είναι συνηθισμένο από το σοκ. Σίγουρα μας ρώτησαν για την πρόγνωση του παιδιού. Το πρωτόκολλο για την πρόγνωση λέει πως δίνεται μάλιστα στις 5 με 7 ημέρες. Την 8η ημέρα έγινε μαγνητική εγκεφάλου η οποία απέδειξε ισχαιμία σε διάφορες περιοχές εγκεφάλου, απότοκο της ανακοπής».
Και πρόσθεσε: «Φαινόταν ότι θα είναι παιδί με σοβαρά κινητικά προβλήματα αλλά στην πορεία έδειξε ότι είχε καλύτερη επικοινωνία με το περιβάλλον. Αντιδρούσε σε ηχητικά ερεθίσματα, για όταν ερχόταν η φυσιοθεραπεύτρια που την ταλαιπωρούσε αρκετά, άρχισε να κλαίει».
Σε ερώτηση αν εντοπίστηκε κεταμίνη σε εξετάσεις αίματος που είχαν γίνει στη Τζωρτζίνα, απάντησε πως η κεταμίνη δεν είναι μέσα στις εξετάσεις που κάνουν.
«Τρία παιδιά έπαθαν ανακοπή! Τυχαίο;»