Ο μέχρι πρότινος πρωθυπουργός ευρέθη στη Θεσσαλονίκη. Εκφώνησε ομιλία, δίπλα στον ανδριάντα του Μεγάλου Αλεξάνδρου (ο οποίος περιέργως έμεινε στη θέση του και δεν σηκώθηκε να φύγει), τζούφια νοημάτων, αλλά πλήρη συνθημάτων. Μεταξύ άλλων, είπε: «Αρκετά με τους ντεμέκ πιστούς και τους ντεμέκ πατριώτες. Οι πρώτοι φτάνουν να εμπορεύονται μέχρι και τη θρησκεία. Πού; Εδώ, μέσα στην πόλη-καμάρι του Βυζαντίου. Ενώ άλλοι τολμούν να μονοπωλούν την εθνική συνείδηση».
Ο Μητσοτάκης, για να αποκαλεί τους άλλους «ντεμέκ πατριώτες» και «ντεμέκ πιστούς» τότε εκείνος, αντιδιασταλτικά, νιώθει γνήσιος πιστός και γνήσιος πατριώτης. Ως γνήσια πίστη, ορθόδοξη χριστιανική, πρέπει να αντιλαμβάνεται την αποστολή βουλευτικών και στελεχικών αγημάτων της Ν.Δ. στις φιέστες ομοφυλόφιλης υπερηφανείας, όπου μισόχριστοι θεοπάλαβοι φορούν υφάσματα με εικόνες αγίων στα αχαμνά τους.
Ο κ. Μητσοτάκης μάλλον θεωρεί γνήσιο, ανόθευτο πατριωτισμό το να καταπίνεις αμάσητη τη Συμφωνία των Πρεσπών, κοροϊδεύοντας κατάμουτρα τους Μακεδόνες, στέλνοντας νεοδημοκράτες κομπάρσους βουλευτές στα αντιπρεσπικά συλλαλητήρια και υποσχόμενος ότι «δεν θα πω ποτέ ότι καλωσορίζω τον Μακεδόνα πρωθυπουργό στη χώρα».
Βέρα πίστη για τον Μητσοτάκη πρέπει να είναι το κλείσιμο των εκκλησιών λόγω κορωνοϊού, οι διώξεις εναντίον ιερέων που μεταλάμβαναν τους πιστούς, η αλλαγή της ώρας της Αναστάσεως και η απαγόρευση της περιφοράς του Επιταφίου.
Αληθής πατριωτισμός για τον υποψήφιο πρωθυπουργό σίγουρα είναι να δηλώνει κάποιος ότι είναι αντινατιβιστής και ότι χαίρεται όταν πηγαίνει σε παρελάσεις και βλέπει μια κοινωνία να μετατρέπεται σε πολυπολιτισμική.
Επίσης, δεν πρέπει να παραλειφθεί και μια άλλη ένδειξη (ίσως και απόδειξη) της αληθούς πίστεως συμφώνως με το πιστόμετρο Μητσοτάκη: να έχει κάποιος βατραχάκια φενγκ σούι στο γραφείο του για να του φέρνουν γούρι.
Να μαζευτούμε παιδιά, να πάμε στον Μητσοτάκη, να μας μετρήσει την πίστη και τον πατριωτισμό. Μόλις πάρει δείγμα από καθέναν από εμάς να το στείλει στα εργαστήρια της γερμανικής και της αμερικανικής πρεσβείας να του στείλουν τα αποτελέσματα.
Αχ, βρε, κατακαημένη Αράχοβα, τι σου ‘μελλε να πάθεις…