Ακριβότερη από ποτέ έχει γίνει η στέγη στη χώρα μας, με τις τιμές των ενοικίων να έχουν εκτοξευτεί σε απαγορευτικά επίπεδα σε σχέση με τους μισθούς της Ελλάδας.
Όποιος έχει κάνει ακόμα και μια πρόχειρη αναζήτηση για την εύρεση κατοικίας στα αστικά κέντρα θα έχει διαπιστώσει ότι οι ιδιοκτήτες αναζητούν… εξωφρενικά μισθώματα. Μπορεί κάποιοι να επικαλούνται την οικονομική κρίση που πέρασε η χώρα μας, που όχι μόνο καθήλωσε αλλά και μείωσε της τιμές των ενοικίων, και πλέον θα πρέπει να αρχίσει η άνοδός τους, όμως ορισμένοι έχουν… θυμηθεί και την τιμαριθμική αύξηση. Τα στοιχεία όμως για το τι ακριβώς επικρατεί στον τομέα των ενοικίων είναι άκρως ενδιαφέροντα.
Άνω των 400 €
Έρευνες των μεσιτών έχουν δείξει πως σχεδόν το 70% των διαθέσιμων ακινήτων στη χώρα μας που νοικιάζονται έχει μίσθωμα άνω των 400 ευρώ. Μάλιστα, για ακίνητα που
μπορούν να στεγάσουν οικογένειες, δηλαδή άνω των 90-100 τετραγωνικών, πολύ δύσκολα θα βρει κάποιος ενοίκια κάτω από 700, 800 ή 900 ευρώ, ενώ, αν το διαμέρισμα ή το σπίτι είναι μεγαλύτερο ή δεν είναι παλιό ή έχει ανακαινιστεί πρόσφατα, τότε οι τιμές ξεφεύγουν πάνω και από τα 1.000 ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί πως ένα διαμέρισμα 100 τ.μ. στην Αθήνα δεν βρίσκεται κάτω από 700-800 ευρώ το μήνα, ενώ για ένα δυάρι οι τιμές ξεπερνούν τα 400-500 ευρώ, λίγο κάτω από τον βασικό μισθό. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία για τον πληθωρισμό Μαΐου, οι τιμές των ενοικίων αυξήθηκαν κατά 4,1% σε σχέση με πέρυσι και κατά μόλις 0,4% σε σχέση με τον Απρίλιο του 2023 και κατά σχεδόν 0,9% από τις αρχές του έτους. Ωστόσο, η ΕΛ.ΣΤΑΤ. δεν αποτυπώνει την κατάσταση της αγοράς, αλλά τις υφιστάμενες συμβάσεις, δηλαδή τα ενοίκια που είναι ήδη σε ισχύ. Πολύ σχηματικά, σε περίπτωση που δεν υπήρχε κανένα νέο συμβόλαιο ενοικίασης, τότε το ποσοστό αύξησης των μισθωμάτων κατά την ΕΛ.ΣΤΑΤ. θα ήταν στο… μηδέν.
Τα εισοδήματα
Την ίδια ώρα, όμως, είναι αποκαλυπτικά τα στοιχεία που έρχονται από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων για τα έσοδα που δηλώνουν οι ιδιοκτήτες των ακινήτων από μισθώματα. Στη συντριπτική τους πλειονότητα δηλώνουν έσοδα από ενοίκια κάτω από 10.000 ευρώ. Υπενθυμίζεται πως το εισόδημα από ενοίκια φορολογείται από το πρώτο ευρώ.
Για εισόδημα έως 12.000 ευρώ ο συντελεστής είναι 15%, για εισόδημα από 12.001 έως 35.000 ευρώ ο συντελεστής φορολόγησης είναι 35% και για εισόδημα πάνω από 35.001 ευρώ ο συντελεστής είναι 45%. Στην πράξη, σχεδόν το 90% των ιδιοκτητών που δηλώνουν εισόδημα από ενοίκια αποφεύγει να ανέβει κλίμακα και να φορολογηθεί με υψηλότερους συντελεστές. Με βάση τα παραπάνω, γεννιούνται πολλά ερωτήματα, όπως για παράδειγμα πώς προκύπτουν οι τιμές ενοικίων που κυριαρχούν στην αγορά της τάξεως των 800-900 ευρώ, ενώ είναι ανύπαρκτα τα ακίνητα με χαμηλό ενοίκιο.
Ιδιοκτησίες με πολλούς δικαιούχους, αλλά και άλλη τιμή στο χέρι και άλλη στο συμβόλαιο…
Η… απάντηση στα παραπάνω έχει πολλές εξηγήσεις. Αρχικά, σημαντικό ρόλο παίζει το γεγονός ότι στη χώρα μας η ακίνητη περιουσία είναι μοιρασμένη σε πολλούς δικαιούχους. Για παράδειγμα, ένα διαμέρισμα που ενοικιάζεται μπορεί να έχει «γραφτεί» από τους γονείς στα δυο τους παιδιά ως ένα έξτρα εισόδημα. Ετσι, αυτομάτως, το ενοίκιο των 800 ευρώ ή των 9.600 ευρώ τον χρόνο μειώνεται στα 4.800 ευρώ για καθέναν. Αντίστοιχα, αυτό μπορεί να συμβεί και για υψηλότερα ποσά μισθωμάτων. Όμως αυτή είναι μία μάλλον… αθώα εξήγηση της κατάστασης.
Το αθάνατο ελληνικό δαιμόνιο θέλει να αναγράφονται μικρότερα ποσά στα συμβόλαια ενοικίασης ενός ακινήτου. Δηλαδή, αν το συνολικό ενοίκιο είναι π.χ. για 600 ευρώ τον
μήνα, στο συμβόλαιο αναγράφονται τα 300 και το υπόλοιπο ποσό δίνεται «κάτω από το τραπέζι». Μάλιστα, το τελευταίο χρονικό διάστημα έχει παρατηρηθεί και το «φαινόμενο» τα «μαύρα» χρήματα να καταβάλλονται προκαταβολικά στον ιδιοκτήτη, ώστε να διασφαλίσει ότι θα λάβει το συνολικό ποσό που ζητά. Κι αυτό γιατί τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί ότι αρκετοί ενοικιαστές, λόγω της ανεργίας, των χαμηλών μισθών, αλλά και της «έκρηξης» των τιμών σε όλο το φάσμα της αγοράς, είτε έχουν ζητήσει μειώσεις ενοικίου είτε καταβάλλουν λιγότερα χρήματα, καθώς δεν βγαίνει ο μήνας.
Φυσικά, υπάρχουν και περιπτώσεις που οι ιδιοκτήτες ζητούν υπέρογκα ποσά για ένα ακίνητο και, επειδή υπάρχει σημαντική έλλειψη κατοικιών, δέχονται να το νοικιάσουν και στην πορεία μειώνουν από μόνοι τους το μίσθωμα στο οποίο μπορούν να ανταποκριθούν (ή και που πραγματικά αξίζει το ακίνητο). Ακόμα μία εξήγηση είναι ότι, ενώ οι αγγελίες αναγράφουν «τρελές» τιμές ενοικίων, όταν φτάσουν στο σημείο υπογραφής του συμβολαίου μίσθωσης οι ιδιοκτήτες μειώνουν την τελευταία στιγμή το ενοίκιο, σκεπτόμενοι πως, σε περίπτωση που επικρατήσει ένα από τα παραπάνω «φαινόμενα», τότε δεν θα λαμβάνει τα χρήματά του, καθώς οι διαδικασίες έξωσης είναι και χρονοβόρες αλλά και κοστοβόρες. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος κατά τον οποίο οι ιδιοκτήτες ζητούν μεγάλες προκαταβολές για να νοικιάσουν το σπίτι τους, που μπορεί να φτάνουν ακόμα και τα τρία ενοίκια!