Το ελληνικό κράτος τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας του έμοιαζε με… κουστούμι στενό σε τεράστιο σώμα. Ο ελληνισμός ήταν παντού, στη Μακεδονία, στη Θράκη, στη Μικρά Ασία, αλλά το κράτος με το… ζόρι έφθανε λίγο πιο πάνω από τη Στερεά. Τα περισσότερα νησιά του Αιγαίου, η Κρήτη και η Κύπρος ήταν εκτός της ελληνικής επικράτειας.
Το ελληνικό κράτος ζούσε από τα δάνεια των ξένων που έπρεπε κάποια στιγμή να αποπληρωθούν. Πως όμως μπορούσε μια χώρα που στηριζόταν στην κτηνοτροφία και την ναυτιλία να τα εξωφλήσει;
Σωστά ο Καπποδίστριας είχε ζητήσει το κράτος να απλωθεί σε Θεσσαλία και Ήπειρο, μέχρι το Δέλβινο. Δεν ήταν μόνο οι ελληνικοί πληθυσμοί, αλλά και οι αγροτκές εκτάσεις που είχε ανάγκη το μικρό και φτωχό κράτος.
Στο Συνέδριο του Βερολίνου το 1878 αποφασίστηκε να ξαναχαραχτούν τα σύνορα των Βαλκανίων.
Μόνο που εκεί οι έξι Μεγάλες Δυνάμεις είχαν τις δικές τους σκέψεις. Η Ρωσία είχε αναλάβει την υποστήριξη των Σλαβικών πληθυσμέων. Κυρίως της Βουλγαρίας για την οποία ήθελε έξοδο στο Αιγαίο.Οι Ιταλοί ονειρευόντουσαν Αλβανικό κράτος δορυφόρο τους και υποστήριξαν ότι περιοχές όπως η Ήπειρος δεν ήταν Ελληνικές, αλλά Αλβανικές. Μόνο που τότε Αλβανία δεν υπήρχε. Οι Άγγλοι στήριξαν τις ελληνικές θέσεις και οι Γερμανοί με τους Αυστριακούς φρόντισαν να περιορίσουν τη Σλαβική επέκταση. Το συνέδριο άφησε δυσαρεστημένους Ρώσους, Βούλγαρους, Σέρβους και φυσικά Τούρκους. Όσο για τα ελληνικά σύνορα παραπέμφθηκαν σε διμερείς συνομιλίες μεταξύ των ενδιαφερομένων χωρών.
Ένα χρόνο αργότερα στην Πρέβεζα συναντήθηκαν οι δύο αντιπροσωπείες. Έγινε φανερό ότι οι Τούρκοι παραχωρούσαν ένα μέρος της Θεσσαλίας και μόνο. «Κόκκινη γραμμή» ήταν η παραχώρηση όλης της Θεσσαλίας.
Άκρη δεν βρέθηκε κι αποφασίστηκε να γίνει νέα συνάντηση στην Κωνσταντινούπολη. Στην Ελλάδα η αρχική ικανοποίηση για την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας και μέρος της Ηπείρου έγινε οργή. Η κυβέρνηση διέταξε επιστράτευση και 40.000 στρατός ήταν έτοιμος να απελευθερώσει τα εδάφη που είχαν προταθεί, αρχικά, στην Ελλάδα.
Στο παρασκήνιο οι Μεγάλες Δυνάμεις είχαν αλλάξει απόψεις αφού έβλεπαν τη «μεγάλη εικόνα» με τα δικά τους συμφέροντα στην περιοχή. Οι Άγγλοι στήριξαν τις ελληνικές θέσεις και κάποια στιγμή πρότειναν ως λύση την παραχώρηση της Κρήτης σε αντιστάθμισμα της απώλειας της Ηπείρου. Οι Γερμανοί θεωρούσαν ότι περισσότερο ισχυρή Ελλάδα θα λειτουργούσε ως αντίβαρο στις επδιώξεις των Σλάβων που λόγω της κατοχής της Βοσνίας από τους Αυστριακούς είχαν ισχυρό αντι-γερμανικό ρεύμα. Οι Γάλλοι πάλι τήρησαν ούδέτερη (έως εχθρική) στάση επιμένοντας να κλείσει η υπόθεση με οποιοδήποτε κόστος για την Ελλάδα , ενώ οι Ιταλοί επέμειναν και πάλι για την παραμονή της Ηπείρου στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι Ρώσοι, τέλος, δεν ασχολήθηαν ιδιαίτερα.
Μέσα σε αυτό το κλίμα η Ελλάδα πήρε το… ελάχιστο. Τη Θεσσαλία και την Άρτα. Ο κόσμος ζητούσες πόλεμο, αλλά η κυβέρνηση Κουμουνδούρου που τον είχε διακηρύξει σε περίπτωση που δεν εφαρμόζονταν οι αποφάσεις του Βερολίνου δίστασε.
Οι δύο πλευρές υπέγραψαν στις 2 Ιουλίου (νέο ημερολόγιο) 1881.
Στην Ελλάδα η κυβέρνηση Κουμουνδούρου κατέρρευσε, ο πρωθυπουργός θεωρήθηκε «προδότης» και τελείωσε πολιτικα. Λίγους μήνες μετά πέθανε με τον κόσμο να τον αποδοκιμάζει ακόμα και στην κηδεία του.
Στις 5 Ιουλίου (23/6 π. Ημερολόγιο) ο Ελληνικός Στρατός έμπαινε στην Άρτα. Ακολούθησαν Δομοκός (9/8), Αλμυρός (10/8), Φάρσαλα (15/8), Καρδίτσα (18/8), Τρίκαλα (23/8), Λάρισα (31/8) και Βόλος (21/10).
Υπήρχαν και συνέπειες. Με βάση τη συμφωνία το ελληνικό κράτος πέρα από την προστασία των Μουσουλμαικών πληθυσμών αναγνώριζε και τους τίτλους ιδιοκτησίας. Τα τεράστια τσιφλίκια παρέμεναν στους ιδιοκτήτες τους. Πολλά από αυτά ανήκαν εμφανώς ή αφανώς στον Σουλτάνο. Η ελληνική κυβέρνηση δεν είχε το δικαίωμα να προβεί σε απαλλοτριώσεις. Από εκεί ξεκίνησαν οι αγροτικές εξεγέρσεις. Υπήρχαν όμως και τα καλά. Η Ελλάδα έγινε και αγροτική χώρα, ενώ 300.000 νέοι κάτοικοι προστέθηκαν στον πληθυσμό της που ξεπερνούσε πλέον τα δύο εκατομμύρια. Οι περισσότεροι από αυτούς απαλλαγμένοι από τις μικροκομμάτικές σκοπιμότητες έδωσαν τη νίκη στις επόμενες εκλογές στον Χαρίλαο Τρικούπη που δημιούργησε ρεκόρ παραμονής στην εξουσία (τρία χρόνια). Μέχρι τότε ο μέσο;ς όρος ζωής των κυβερνήσεων δεν ξεπερνούσε τους έξι μήνες!
Επιβεβαίωσε όμως και κάτι ακόμα: Ότι η απαλευθέρωση των υπόδουλων πληθυσμών δεν μπορούσε να γίνει σύμφωνα με τις επιθυμίες των Μεγάλων της εποχής που είχαν τα δικά τους συμφέροντα. Μόνο τα όπλα μπορούσαν να δώσουν λύση. Αυτό έγινε συνείδηση στο λαό και έβαλε τις βάσεις της πολεμικής εξόρμησης, τόσο στον άτυχο πόλεμο του 1897, όσο και στους Βαλκανικούς Πολέμους που ακολούθησαν.
*Η κεντρική φωτογραφία είναι από την απελευθέρωση της Άρτας