Μια ιστορία που θα μπορούσε να είναι σενάριο κινηματογραφικής ταινίας περιέγραψε στην Σοφία Παπαϊωάννου και στην εκπομπή της «360 μοίρες» στον ALPHA, ο Κωνσταντής Καντούνας, ένας Κύπριος δικηγόρος που έχασε το σπίτι και την περιουσία του όταν οι τούρκικες δυνάμεις εισέβαλαν στην Αμμόχωστο.
Η φιλότεχνη μητέρα του, η Στάλα Καντούνα, διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον διάσημο Κύπριο ζωγράφο Γ. Πολ. Γεωργίου, ο οποίος της είχε χαρίσει τρεις πίνακές του με αφιέρωση στο πίσω μέρος του καμβά.
Όπως περιγράφει ο κ. Καντούνας, τις δραματικές στιγμές που εγκατέλειπαν την περιουσία τους, η μητέρα τους φόρτωσε στο αυτοκίνητο τα μεγάλης αξίας χαλιά τους, αλλά ο σύζυγός της δεν της επέτρεψε λόγω κινδύνου, να δαπανήσει περισσότερο χρόνο ώστε να πάρει μαζί της και τους αγαπημένους της πίνακες.
Όσος χρόνος και αν πέρασε, η μητέρα του δεν σταμάτησε ποτέ να αναφέρει τους πολύτιμους για εκείνην πίνακές της, η απώλεια των οποίων πλήγωνε την ψυχή της όσο και η απώλεια του σπιτιού τους στην Αμμόχωστο.
Όταν μετά από χρόνια άνοιξαν τα οδοφράγματα, ο Κ. Καντούνας βρέθηκε τυχαία σε μια παραθαλάσσια ταβέρνα και έκπληκτος, αντίκρισε πάνω από την πόρτα της τουαλέτας την «Ξύλινη Κούκλα» ενώ λίγο πιο κει έστεκε κρεμασμένη η «Λήδα και ο Κύκνος», δύο από τους αγαπημένους πίνακες της μητέρας του, εκτεθειμένοι στην βρωμιά και την υγρασία. Φυσικά ο Τούρκος επιχειρηματίας είχε κλέψει οτιδήποτε συναντούσε κανείς στον χώρο και δεν άφηνε περιθώρια διαπραγματεύσεων. Ο κ. Καντούνας έκανε ότι περνούσε από το χέρι του, επιστράτευσε γνωστούς και κατάφερε να αγοράσει την «Ξύλινη Κούκλα» με κόστος 1.000 λίρες, όχι όμως και την «Λήδα με τον Κύκνο».
Η χαρά που αισθάνθηκε η μητέρα του όταν είδε την «Ξύλινη Κούκλα» της, ήταν απερίγραπτη αλλά δεν ικανοποιήθηκε και βασανισμένη περίμενε να επιστρέψει στα χέρια της και η«Λήδα με τον Κύκνο». Απελπισμένος ο κ. Καντούνας ζήτησε από έναν γνωστό του ζωγράφο να φτιάξει μια απομίμηση του πίνακα και τον πήγε στην μητέρα του. Εκείνη αναγνώρισε αμέσως ότι ο πίνακας είναι πλαστός γιατί θυμόταν με απίστευτη λεπτομέρεια, ότι τα δάχτυλα των ποδιών ήταν πιο παχουλά στον αυθεντικό πίνακα. Εκεί λοιπόν σκέφτηκε ένα δαιμόνιο σχέδιο.
Το σχέδιο επιστροφής της «Λήδας με τον Κύκνο»
Ξεκίνησε για τα Κατεχόμενα με μια ομάδα φίλων του, με την απομίμηση του πίνακα ανα χείρας και παριστάνοντας τους τουρίστες κατευθύνθηκαν προς το εστιατόριο που βρισκόταν ο αυθεντικός πίνακας. Ο κ. Καντούνας με υπολογισμένο χρόνο, περίμενε την κατάλληλη στιγμή και αφού έβαλε έναν φίλο του να απασχολήσει το προσωπικό στα επάνω δωμάτια, βρήκε την ευκαιρία να επιχειρήσει την ανταλλαγή των πινάκων. Για κακή του τύχη, εκείνη την στιγμή κατέφθασε ένα λεωφορείο με Γερμανούς τουρίστες οι οποίοι κάθισαν για φαγητό, κάτι που όπως δηλώνει ο ίδιος τον ανάγκασε να παραμείνει πολλές ώρες ακόμα στην ταβέρνα, τρώγοντας όσο δεν έχει φάει ποτέ ξανά στην ζωή του. Όταν έφυγαν οι τουρίστες, επιστράτευσε μια όμορφη φίλη του να απασχολήσει το προσωπικό στην κουζίνα και κατάφερε και άλλαξε τους δύο πίνακες.
Στην ερώτηση αν ο κύριος που έχει το εστιατόριο γνωρίζει ότι ο πίνακας δεν είναι ο δικός του, ο κ. Καντούνης απάντησε αποστομωτικά: «Τώρα αυτός έχει κάτι το οποίο είναι δικό του, δεν του το έδωσα εγώ, το έβαλα όμως εγώ εκεί. Πριν είχε κάτι που δεν ήταν δικό του.» Με αυτή τη φράση, ο κ. Καντούνας, περιγράφει την εκκρεμότητα με την κατάσταση στα Κατεχόμενα της Κύπρου, μια μνήμη που ξετυλίγεται ανερυθρίαστα και αιμορραγεί μέχρι σήμερα.
Δείτε επίσης: Μαύρη επέτειος στην Κύπρο – Σαν σήμερα ανακηρύχθηκε το ψευδοκράτος του Ντενκτάς