Ήταν Δεκέμβριος του 1955, όταν η γυναίκα-σύμβολο, Ρόζα Παρκς γυρνώντας από την εργασία της με το λεωφορείο, αρνήθηκε να παραχωρήσει τη θέση της σε έναν λευκό.
Όλα ξεκίνησαν όταν η Παρκς ανέβηκε στο λεωφορείο και έκατσε στις θέσεις των Αφροαμερικάνων. Όταν ανέβηκαν κάποιοι λευκοί και δεν είχαν που να καθίσουν, ο οδηγός απαίτησε από τη γυναίκα να σηκωθεί και αυτή αρνήθηκε.
Τότε δύο άνδρες της Αστυνομίας τη μετέφεραν στο κρατητήριο, με τις αρχές μάλιστα να της επιβάλουν πρόστιμο 14 δολάρια. Αυτό το περιστατικό σήμανε την αφετηρία για να ξεσηκωθούν οι Αφροαμερικάνοι, οι οποίοι και αρνήθηκαν να χρησιμοποιούν το λεωφορείο, ως ένδειξη διαμαρτυρίας.
Ο δικηγόρος, Fred Gray κατέθεσε, την 1η Φεβρουαρίου 1956, αγωγή κατά του νόμου, ενώ ο δήμαρχος της πόλης, W.A.Gayle είχε κατηγορηθεί για διάκριση εις βάρος τεσσάρων γυναικών.
Στις 13 Νοεμβρίου 1956 το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αποφάσισε να καταργήσει το νόμο περί διαχωρισμού των λευκών και των έγχρωμων στα λεωφορεία, ανοίγοντας το δρόμο και για την αναθεώρηση των πολιτικών δικαιωμάτων.
Ο Mάρτιν Λούθερ Κινγκ έβγαλε τότε ένα απ’ τους πρώτους λόγους του. Χαρακτηριστικά ανέφερε: «Έρχεται κάποια στιγμή, που οι άνθρωποι κουράζονται. Είμαστε εδώ αυτό το απόγευμα για να πούμε σε όλους αυτούς, που μας κακομεταχειρίζονται τόσο καιρό, ότι έχουμε κουραστεί. Έχουμε κουραστεί τον διαχωρισμό, την ταπείνωση, τον ξυλοδαρμό της καταπίεσης».