Τον Νοέμβριο του 2022, 27χρονος οδηγός αλβανικής καταγωγής παρέσυρε και σκότωσε την 21χρονη Έμμα Καρυωτάκη στη Θεσσαλονίκη και μάλιστα την εγκατέλειψε αιμόφυρτη στην άσφαλτο.
Η μητέρα του αδικοχαμένου κοριτσιού, Κέλλυ Καμπάκη μίλησε στο Star αναφέροντας ότι ο 27χρονος οδηγός «δέκα μήνες δεν ζήτησε συγγνώμη. Το θυμήθηκε για το δικαστήριο».
Και συνέχισε συγκλονίζοντας με τα όσα είπε: «Δεν ξέρω πώς θα τα καταφέρω οταν τον συναντήσω στο δικαστήριο. Είναι εν δυνάμει δολοφόνος όταν τρέχει στο κέντρο της Θεσσαλονίκης με 100 χιλιόμετρα. Χτυπάει το παιδί μου, χτυπάει σε σταματημένα αυτοκίνητα και βάζει όπισθεν και το ξαναχτυπάει. Δεν μου πάτησε τον κάλο για να μου ζητάει συγγνώμη. Το παιδί μου, μου πάτησε. Σε αυτές τις περιπτώσεις η συγγνώμη δεν λέγεται, αλλά δείχνεται. Τι έκανε για να βοηθήσει το παιδί μου; Σταμάτησε; Δεν το έκανε. Έτρεξε να κρυφτεί, έκρυψε το αυτοκίνητο, τις πινακίδες, έκανε ωτοστόπ, ζήτησε να τον πάνε σε ξενοδοχείο. Ήταν ψυχραιμότατος. Και μου λέει πως δεν ήταν δολοφόνος; Κανείς δεν είναι, μέχρι να γίνει. Θεωρώ δεδομένο πως το λέει για να δείξει πιο ανθρώπινο πρόσωπο ενόψει δικαστηρίου. Δέκα μήνες δεν έκανε τίποτα, το είπε δύο μήνες πριν το δικαστήριο. Δεν θα τη δεχόμουν ούτως ή άλλως».
Ο 27χρονος δράστης που μίλησε και αυτός στο Star, ζήτησε συγνώμη λέγοντας πως… «ήταν ένα τροχαίο»!
«Έπαθα σοκ, δεν ήξερα τι να κάνω, δεν μπορώ να το περιγράψω. Όλοι λένε ‘να καθότανε, να έκανε το ένα ένα ή το άλλο’. Πήρα τηλέφωνο ένα φίλο… ήμουν χωρίς χαρτιά και δίπλωμα. Του είπα πως χτύπησα έναν άνθρωπο και του ζήτησα να πάρει τηλέφωνο ένα ασθενοφόρο. Έφυγα από εκεί, αγχώθηκα πολύ. Την άλλη μέρα συνειδητοποίησα τι έγινε… Τρόμαξα, δεν ήξερα τι να κάνω. Δεν ήξερα πώς να αντιδράσω. Τρόμαξε και η κοπέλα που ήταν μαζί μου. Δεν μπορούσα να σκεφτώ τίποτα. Πήγα σε ένα ξενοδοχείο. Δεν ήξερα πως ήταν τόσο άσχημη η κατάσταση της Έμμας. Πίστευα θα είχε χτυπήσει κανένα πόδι, κανένα χέρι» είπε ο δράστης για την εγκατάλειψη του κοριτσιού.
Όταν ρωτήθηκε αν έχει να πει κάτι στην οικογένεια της Έμμα, απάντησε: «Ενα μεγάλο συγγνώμη. Δεν είμαι δολοφόνος, τροχαίο ήταν. Δεν ήταν δολοφονία, ήταν ένα τροχαίο, ήταν λάθος που έφυγα από εκεί. Αυτό που περνάει η μάνα δεν περιγράφεται. Έχει δίκιο σε ότι λέει. Έχει πόνο, μόνο αυτή ξέρει τι περνάει. Είναι πολύ δύσκολο να τους αντιμετωπίσω στο δικαστήριο. Είχα σχολάσει από τη δουλειά και είχα πάει για καφέ. Μου είπε μια κοπέλα να την κατεβάσω μέχρι τα Λαδάδικα και συμφώνησα. Είχε αρχίσει να βρέχει λίγο. Ήμουν σε ένα κόκκινο φανάρι σταματημένος, περίμενα να ανάψει πράσινο και ξεκίνησα. Μετά, σε ένα σκοτεινό σημείο, βγήκε ξαφνικά η Έμμα. Δεν συνέβησαν τα πράγματα όπως λένε. Δεν έβαλα ποτέ όπισθεν. Δεν πρόλαβα να κάνω τίποτα, ήταν πολύ κοντά».