Ο γιος της βγαίνει από το δωμάτιο με αργές κινήσεις, αφού δυσκολεύεται να διαχειριστεί τα νέα δεδομένα στη ζωή του, ενώ δεν αργεί να ρίξει σε όλους ευθύνες. Η Καλλιόπη έξω από το δωμάτιο του Μαθιού στο νοσοκομείο, παρατηρεί Αστέρη και Αργυρώ που είναι ντυμένοι στα άσπρα και καταλαβαίνει πως λίγη ώρα πριν οι δυο τους ετοιμάζονταν να παντρευτούν. Σέβεται όμως τη στιγμή που το παιδί της δίνει μάχη για τη ζωή του και δεν μιλάει. «Το κατάλαβε, Αστέρη μου, και τώρα ποιος μας σώζει από το στόμα της μητέρας σου», του λέει η Αργυρώ. «Θα κάνω αργότερα μια κουβέντα μαζί της. Πρέπει όλο αυτό να τελειώσει κάποια στιγμή. Οι δυο μας έχουμε πλέον μια οικογένεια να προστατεύσουμε. Δεν γίνεται η Καλλιόπη να μπαίνει πάντα εμπόδιο στα σχέδιά μας».
Ο Αντρέας Βρουλάκης μαθαίνει για τον επικείμενο σασμό που ετοιμάζεται μεταξύ Βρουλάκηδων και Σταματάκηδων και σαστίζει. Η σταγόνα που θα ξεχειλίσει το ποτήρι θα είναι όταν μάθει πως ο Αστέρης έχει παιδί με την ανιψιά του και πως εκείνος της έδωσε το νεφρό του για να ζήσει. Αποφασίζει να διαλύσει αυτή τη συμμαχία, βάζοντας σε κίνδυνο ακόμα και την ίδια του τη ζωή. Ο Παύλος αντιλαμβάνεται πως τα σχέδιά του κινδυνεύουν να πέσουν στον γκρεμό αλλά δεν δείχνει να πτοείται. «Το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω. Ο σασμός ανάμεσα στις φαμελιές μας θα γίνει ο κόσμος να χαλάσει», θα πει στον παπα-Μιχάλη, ο οποίος επίσης ανησυχεί για την έλευση του Αντρέα.
Ωστόσο ο Μαθιός συνέρχεται, συνειδητοποιεί ότι ο Νικηφόρος είναι παιδί του και μοιράζεται το μοναδικό αυτό νέο με την οικογένειά του. Η Καλλιόπη θα συγκινηθεί με τις εξελίξεις, ενώ ο Αστέρης θα τρέξει να το πει στην Αργυρώ. «Το μόνο που δεν περίμενα σε αυτή τη φάση της ζωής μου είναι να είμαι θείος του Νικηφόρου. Χαίρομαι πολύ και ξέρω πως η ζωή του Μαθιού θα αλλάξει. Ήδη του είχε αγάπη του μικρού. Σκέψου τώρα πόσο καλύτερη θα είναι η σχέση τους», θα της πει αλλά εκείνη αντί να χαρεί, μοιράζεται τις ανησυχίες της με τον άνθρωπό της για τον δικό της θείο, που από τη στιγμή που πάτησε το πόδι του στο χωριό δημιουργεί μόνο προβλήματα.
Ο Αντώνης βρίσκεται σε καλό δρόμο για τον πυροβολισμό στο μαντρί, ενώ ο Δημήτρης στριμώχνει ανοιχτά τον Μαθιό, φέροντάς τον σε δύσκολη θέση για το τι έγινε εκείνο το μοιραίο πρωινό. Ο Παύλος μέσα στη νύχτα δέχεται μια ξαφνική επίσκεψη που θα ανατρέψει τις ισορροπίες του.
Σύμφωνα με το περιοδικό Tv24 στα επόμενα επεισόδια του Σασμού, ο Νικηφόρος θα πέσει νεκρός έξω από το μαγαζί του Παντελή. Το γεγονός που όπλισε το χέρι του είναι ότι άκουσε την Καλλιόπη να εξομολογείται στον παπα-Μιχάλη πως ο Παύλος Βρουλάκης έδωσε εντολή θανάτου για τον παππού του, Βασίλη Σταµατάκη. Ο νεαρός, αγριεμένος από καιρό και θέλοντας να τιμήσει το αίμα της οικογένειάς του, θα θελήσει να τα βάλει µε τον Παύλο και μάλιστα να τον πυροβολήσει µπροστά στους θαμώνες του καφενείου.
Ευτυχώς για τον Παύλο, η σφαίρα θα τον βρει ξυστά, όμως ο Λάζαρος, ο ξάδελφος της Μαρίνας, για να τον ακινητοποιήσει θα τον πυροβολήσει και η σφαίρα του θα είναι η µοιραία. Από εκείνη τη στιγμή η Βασιλική δεν θα πάψει να κατηγορεί την πεθερά της για τον χαμό του 20χρονου αγοριού της. «Βασιλική µου, µην την κατηγορείς. Και εκείνη πονάει όπως κι εμείς. Δεν τον είδε τον Νικηφόρο όταν µιλούσε στον παπά», θα της πει ο Μαθιός αλλά γνώμη δεν θα της αλλάζει.
Η Βασιλική μέσα της έχει πεθάνει: «Εκείνη φταίει. Δηλητηρίαζε την ψυχή του, αυτό έκανε πάντα και πήρε στον λαιμό της το αθώο µου παιδί. Της αξίζει να πάθει το ίδιο, Μαθιό», θα του απαντήσει μεταξύ άλλων, µόνο που εκείνος θα νιώθει πως μιλάει η πίκρα της γυναίκας του και πως στην πραγματικότητα οι σχέσεις τους θα φτιάξουν. Η Βασιλική όμως θα δείξει πως εννοεί µία προς µία τις κουβέντες της. Παράλληλα ζητάει από τον Μαθιό να σκοτώσει τον Λάζαρο. «Σου ζητώ να γίνεις και πάλι φονιάς. Τώρα καταλαβαίνω γιατί σκότωσες τον Στεφανή! Έτσι θέλω να σκοτώσεις και τον Λάζαρο! Ορκίσου ότι θα το κάνεις», του λέει και τον αφήνει άναυδο.
Στην κηδεία, η Βασιλική θα κρατήσει, προς έκπληξη όλων, απόσταση από την Καλλιόπη, ενώ μερικές μέρες αργότερα, θα ξεκαθαρίσει αμέσως την κατάσταση μεταξύ τους: «Ακόμα µε κατηγορείς; Ακόμα µε θεωρείς ένοχη για τον Νικηφόρο µας;», θα τη ρωτήσει και η νύφη της θα είναι απόλυτη: «Αυτή η στιγμή είναι για µένα και τον γιο µου. Φύγε. Δεν σε θέλω εδώ», θα της πει αλλά η Καλλιόπη στην προσπάθειά της να ελαφρύνει την καρδιά της, θα τονίσει: «Ήταν εγγονός µου». Όµως η Βασιλική, που δεν έχει τίποτε άλλο να χάσει, θα ξεσπάσει: «Δεν σε θέλω εδώ. Ούτε στο σπίτι µου ούτε στη ζωή µου! Δεν σε θέλω πουθενά».
Οι κουβέντες αυτές θα πέσουν σαν κεραυνός πάνω στην «καπετάνισσα» που θα ξεσπαθώσει. «Αυτό είναι το ευχαριστώ ύστερα από τόσα χρόνια που σε είχα σαν κόρη µου;», θα της πει και η απάντηση της Βασιλικής θα είναι άμεση: «Κι έπρεπε να ξεπληρώσω την καλοσύνη σου µε τη ζωή του μονάκριβού µου; Αν δεν μείνεις μακριά µας, θα πω στον Αστέρη πως ήξερες ότι ο Μαθιός σκότωσε τον Στεφανή και θα χάσεις κι εσύ τον γιο σου». Η Καλλιόπη θα φύγει χωρίς να πει τίποτα, φοβούμενη μήπως πάνω στον πόνο της κάνει πράξη τα λόγια της και πει στον Αστέρη την αλήθεια.
Το νήμα της ζωής του Νικηφόρου κόβεται άδοξα και ο Λάζαρος που τον πυροβόλησε για να προστατεύσει τον Παύλο, τρέχει να σωθεί. Αντρέας και Τηλέμαχος συµµαχούν προκειμένου να τον φυγαδεύσουν και τελικά τα καταφέρνουν. Μια σπηλιά στο βουνό θα γίνει η κρυψώνα του και ο Αντρέας θα επικοινωνεί μαζί του µε καρτοκινητό. Όταν ο Λάζαρος αποφασίσει να παραδοθεί, ο Αντρέας που έχει στο μυαλό του να συνεχίσει τη βεντέτα, θα του το απαγορεύσει µε τη δικαιολογία πως οι Σταµατάκηδες θα βάλουν τους δικούς τους να τον σκοτώσουν στη φυλακή.
Αντώνης, Παύλος και Γιώργος θα προσπαθήσουν να πείσουν τον Αντρέα να τους υποδείξει πού κρύβεται ο φονιάς αλλά εκείνος θα λέει πως δεν γνωρίζει. Στην πραγματικότητα θα οργανώνει σχέδιο να τον φυγαδεύσει µε την οικογένειά του στην Κωνσταντινούπολη µε σκοπό να κάνουν εκεί µαζί µια νέα αρχή.