Την Κυριακή 8 Οκτωβρίου διεξάγονται οι αυτοδιοικητικές εκλογές που θα αναδείξουν τους νέους περιφερειάρχες και δημάρχους, αλλά και τα περιφερειακά, δημοτικά και κοινοτικά συμβούλια σε όλη την Ελλάδα. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι το κύτταρο της δημοκρατίας, αλλά δυστυχώς μόνο ως τέτοια δεν αντιμετωπίζεται. Αντιθέτως, η κεντρική εξουσία την έχει επανειλημμένως εργαλειοποιήσει, προκειμένου να εξυπηρετήσει στενές κομματικές επιδιώξεις και σκοπιμότητες, ξένες τελείως με το πνεύμα και τον χαρακτήρα της.
Οι συνεχείς μεταβολές του εκλογικού νόμου αλλά και η όλο και βαθύτερη εξάρτησή της από την κεντρική διοίκηση της χώρας ήταν οι συνηθέστερες μέθοδοι επιρροής και χειραγώγησης της Αυτοδιοίκησης, που την κατέστησαν σε μεγάλο βαθμό όμηρο των κυβερνητικών διαθέσεων και σχεδιασμών.
Ο νέος εκλογικός νόμος είναι ένα πισωγύρισμα στη νόθευση της λαϊκής βούλησης, με την εκλογή δημάρχων και περιφερειαρχών με ποσοστό μόλις 43% όσων θα ψηφίσουν και οι οποίοι θα καταλαμβάνουν αυτόματα τα 3/5 των εδρών των συμβουλίων. Με άλλα λόγια, οι περιφέρειες και οι δήμοι θα διοικούνται με αποφάσεις που θα λαμβάνει το 60% των μελών των συμβουλίων τους, που θα έχει προκύψει από το… 43% όσων θα έχουν ψηφίσει. Ούτε θα μετράει, δηλαδή, η άποψη του υπολοίπου 57% ούτε θα εκτιμώνται και θα αξιολογούνται οι λόγοι που οδήγησαν ένα (σημαντικό συνήθως) ποσοστό πολιτών στην αποχή.
Παρατηρείται, επίσης, μέσα στο γενικότερο κλίμα απαξίωσης των κομματικών στερεοτύπων και ενώ η κοινωνία μας δείχνει αργά αλλά σταθερά να ριζοσπαστικοποιείται πολιτικά, τα πολιτικά κόμματα να αποφεύγουν να δώσουν το λεγόμενο «χρίσμα» τους, ειδικότερα στους δήμους όπου η προσωποπαγής ψήφος είναι περισσότερο ισχυρή. Πολλοί υποψήφιοι, μάλιστα, προσπαθούν να εμφανίσουν ένα προφίλ τάχα υπερκομματικό, αν και οι περισσότεροι έχουν ένα κομματικό παρελθόν που τους βαραίνει ασφυκτικά.
Μέσα σε αυτό το πολιτικό σκηνικό καλείται ο ψηφοφόρος να επιλέξει πρόσωπα. Πρόσωπα που ισχυρίζονται ότι είναι καλύτεροι από τους άλλους, στη διαχείριση, στο επιτελείο και στους συνεργάτες τους. Μικρή, όμως, σημασία έχει τι λέει κάποιος προεκλογικά. Αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι το κάτω από ποιο πρίσμα, κάτω από ποια οπτική σκοπεύει να τα υλοποιήσει. Αυτό πρέπει να εξετάσουν όλοι προτού μπουν στο παραβάν. Ποιες είναι οι κόκκινες γραμμές πίσω από τις οποίες δεν πρόκειται να υποχωρήσει κάποιος. Ποιες αξίες και ποια ήθη υπερασπίζεται, σεβόμενος το σύστημα αξιών στο οποίο κοινωνεί ο λαός μας διαχρονικά στην ιστορική του πορεία. Να επιλέξει ανθρώπους που έχουν αποδείξει ότι δεν είναι ευκαιριακοί ή τυχοδιώκτες.
Μόνον έτσι θα αναδειχθούν στις τοπικές κοινωνίες πρόσωπα που δεν είναι παιδιά ενός κομματικού σωλήνα ή εντολοδόχοι επιχειρηματικών ή άλλων συμφερόντων. Για να μην κάνουν κουμάντο στις πόλεις μας οι εντολείς ξένων κέντρων χωρίς να ερωτηθούν οι πολίτες τους. Για να σταματήσουν, επιτέλους, προγράμματα υλοποίησης πολιτικής, κλιματικής και μεταναστευτικής «ορθότητας». Για να επανακτήσουν οι μικρές μας πατρίδες την ελληνική φυσιογνωμία τους, να γίνουν ξανά λειτουργικές και ανθρώπινες.
Εν κατακλείδι, γιατί αν ψηφίζουμε τους ίδιους ανθρώπους, με τις ίδιες αποστεωμένες αντιλήψεις και τις ίδιες σκοπιμότητες, δεν πρόκειται να υπάρξει καμιά αλλαγή στις τοπικές μας κοινωνίες. Μόνο προς το χειρότερο…
*Γιάννης Χ. Κουριαννίδης,
δημοτικός σύμβουλος θεσσαλονίκης
«Θεσσαλονίκη Πόλη Ελληνική»,
υποψήφιος δήμαρχος Θεσσαλονίκης
[email protected]