Απλησίαστο όνειρο έχει γίνει η αγορά ενός σπιτιού στη χώρα μας, καθώς, από τη μια, οι τιμές των ακινήτων έχουν εκτοξευθεί σε δυσθεώρητα επίπεδα με βάση τους σημερινούς μισθούς και, από την άλλη, τα επιτόκια των τραπεζών είναι πολύ υψηλά.
Είναι χαρακτηριστικό πως με τον μέσο μεικτό μισθό να πλησιάζει τα 1.200 ευρώ το μέσο επιτόκιο στεγαστικών δανείων ξεπερνά το 4,4%. Αν υπολογίσει κανείς πως ένα σπίτι, το οποίο μπορεί να στεγάσει μια οικογένεια, ξεπερνά τα 180.000-200.000 ευρώ, η κατάσταση είναι μάλλον δύσκολη. Αυτό φάνηκε άλλωστε και από το πρόγραμμα «Σπίτι μου», το οποίο είχε ανώτατο όριο αγοράς τα 150.000 ευρώ και αρκετοί νέοι αδυνατούσαν να βρουν σπίτι, καθώς, ακόμα και αν στέκονταν τυχεροί, τα ακίνητα ήταν τόσο παλιά, που έπρεπε να καταβάλουν μεγάλο ποσό για την ανακαίνισή τους.
Οι τράπεζες διατηρούν σε υψηλά επίπεδα τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων, κάτι που εντάθηκε μετά τις αλλεπάλληλες αυξήσεις που έχει ανακοινώσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Μάλιστα, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα «πάγωσαν» τον Μάρτιο του 2023 τα επιτόκια μόνο για τα ενήμερα στεγαστικά, ώστε οι δανειολήπτες να μην πληρώνουν αυξημένους τόκους, ένα μέτρο που αναμένεται να επεκταθεί έως το τέλος του
έτους. Ωστόσο, αυτό το «πλέγμα» προστασίας δεν απευθύνεται σε όσους λάβουν σήμερα ένα στεγαστικό δάνειο και θα κληθούν να χρηματοδοτήσουν την αγορά μιας κατοικίας με «φουσκωμένο» επιτόκιο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το μέσο επιτόκιο υφιστάμενου στεγαστικού δανείου για δάνεια άνω των πέντε ετών από το 2,3% που βρισκόταν στις αρχές Αυγούστου του 2023 διαμορφώθηκετον Δεκέμβριο του 2023 (είναι τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΤτΕ) στο 4,42%. Σημειώνεται πως σε αυτά τα επιτόκια περιλαμβάνονται και τα επισκευαστικά δάνεια, καθώς αρκετά νοικοκυριά προχωρούν σε ανακαινίσεις παλαιών κατοικιών που έχουν αποκτήσει σε χαμηλές τιμές, προκειμένου να στεγάσουν την οικογένειά τους.
Η απόκτηση κατοικίας με τους σημερινούς μισθούς και την ακρίβεια που μαστίζει την αγορά για περισσότερο από 2,5 χρόνια αποτελεί άπιαστο όνειρο για μια οικογένεια.
Σύμφωνα με τα στοιχεία από το σύστημα «Εργάνη», η συντριπτική πλειονότητα των εργαζομένων στη χώρα μας αμείβεται με ποσά 900-1.500 ευρώ μεικτά, δηλαδή από 753 ευρώ τον μήνα (σε 14μηνη βάση αν πρόκειται για εργαζόμενο του ιδιωτικού τομέα) έως 1.148 ευρώ καθαρά. Πρόκειται για σχεδόν το 42% των εργαζόμενων στη χώρα μας.
Σημειώνεται πως το μη μισθολογικό κόστος στην Ελλάδα παραμένει σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα, με αποτέλεσμα, ακόμα κι αν μια επιχείρηση θέλει να δώσει έναν μισθό της τάξεως των 2.000 ευρώ καθαρά σε έναν εργαζόμενο, θα πρέπει να καταβάλει σε εισφορές και φόρους (συν τον μισθό) περίπου 3.000 ευρώ!
Την ίδια ώρα, η ακρίβεια αφαιρεί κάθε μήνα ένα μεγάλο ποσοστό από τους μισθούς, με αποτέλεσμα ένα νοικοκυριό να ξεμένει από χρήματα στα μέσα του μήνα. Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι να μην υπάρχει κανένα διαθέσιμο εισόδημα για την απόκτηση μιας κατοικίας, αφού πολύ δύσκολα θα καταφέρει να μαζέψει το αρχικό κεφάλαιο που απαιτούν οι τράπεζες (συνήθως το 30% της αξίας της κατοικίας που θέλουν να αποκτήσουν) ώστε να τους χορηγηθεί ένα στεγαστικό δάνειο.
Ποιοι κατάφεραν να αποκτήσουν κατοικίες στη χώρα μας
Οι τιμές των ακινήτων έχουν εκτοξευθεί τα τελευταία χρόνια λόγω της έλλειψης στέγης στη χώρα μας. Ωστόσο, η ζήτηση παραμένει υψηλή. Αιτία φαίνεται να είναι το πρόγραμμα της Golden Visa, δηλαδή πολλά ακίνητα πωλούνται το λιγότερο προς 250.000 ή 500.000 ευρώ
(ανάλογα την περιοχή) σε ξένους επενδυτές, κάτι που συμφέρει ιδιαίτερα τους ιδιοκτήτες, αφού λαμβάνουν υψηλότερα ποσά. Από την άλλη, η αύξηση των αντικειμενικών αξιών εκτόξευσε τις τιμές ζώνης, συμπαρασύροντας τις τιμές πώλησης. Ακόμα μία αιτία αποτελεί η έλλειψη νέων κατοικιών, καθώς μετά τη 10ετή οικονομική κρίση «πάγωσαν» οι καινούργιες κατασκευές σπιτιών.
Αναμφίβολα, όμως, ένα σημαντικό μέρος των αγορών ακινήτων αφορά Ελληνες αγοραστές και πραγματοποιείται τόσο μέσω αποταμιεύσεων όσο και με αδήλωτο πλούτο, δηλαδή κεφάλαια που έχουν αποκτηθεί, π.χ., μέσω φοροδιαφυγής ή φοροαποφυγής και άλλων δραστηριοτήτων. Υπενθυμίζεται πως μέχρι τις αρχές του έτους μπορούσε να αγοραστεί ένα ακίνητο ακόμα και με μετρητά στο σύνολο του ποσού. Αυτό από την Πρωτοχρονιά του 2024 απαγορεύτηκε με νόμο της κυβέρνησης, ωστόσο δεν έχει εκλείψει το φαινόμενο, να δίνεται ένα ποσό διατραπεζικά (αυτό που φαίνεται στο συμβόλαιο αγοράς) και το υπόλοιπο ποσό «κάτω από το τραπέζι» απευθείας από τον αγοραστή στον πωλητή.
Σύμφωνα με μεσιτικές πηγές, το μεγαλύτερο μέρος των Ελλήνων αγοραστών κατοικίας αφορά ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολουμένους, π.χ. γιατρούς, δικηγόρους ή ακόμα και επαγγελματίες του κλάδου της οικοδομής (π.χ. υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι),
όπως επίσης και στελέχη επιχειρήσεων. Το γεγονός ότι ένα σημαντικό ποσοστό των παραπάνω επαγγελματιών δηλώνει στην Εφορία εισοδήματα κάτω από το αφορο-
λόγητο όριο συνιστά μια πολύ ξεκάθαρη ένδειξη για την προέλευση των χρημάτων με τα οποία γίνονται οι αγορές κατοικιών.
ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΑ ΕΠΙΤΟΚΙΑ ΑΝΩ ΤΩΝ 5 ΕΤΩΝ
Μήνας Επιτόκιο
Αύγουστος 2022 2,3%
Σεπτέμβριος 2022 2,73%
Οκτώβριος 2022 3,02%
Νοέμβριος 2022 3,41%
Δεκέμβριος 2022 3,68%
Ιανουάριος 2023 4,01%
Φεβρουάριος 2023 4,07%
Μάρτιος 2023 4,33%
Απρίλιος 2023 4,38%
Μάιος 2023 4,39%
Ιούνιος 2023 4,39%
Ιούλιος 2023 4,39%
Αύγουστος 2023 4,40%
Σεπτέμβριος 2023 4,42%
Οκτώβριος 2023 4,42%
Νοέμβριος 2023 4,42%
Δεκέμβριος 2023 4,42%
ΟΙ ΜΙΣΘΟΙ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΤΟ 2023
Μισθός Αριθμός εργαζομένων/Ποσοστό επί του συνόλου εργαζομένων
Εως 500 € 284.134 12,37%
501-600 € 77.145 3,36%
601-700 € 54.505 2,37%
701-800 € 293.928 12,8%
801-900 € 193.472 8,42%
901-1.000 € 329.847 14,36%
1001-1.200 € 373.163 16,25%
1.201-1.500 € 257.574 11,21%
1.501- 2.000 € 208.623 9,08%
2.001- 2.500 € 92.565 4,03%
2.501- 3.000 € 48.401 2,11%
Ανω των 3.000 € 83.488 3,63%
Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος