Αν μπορεί να υπάρξει κάποια μορφή δικαίωσης των θυμάτων στο «προμελετημένο» έγκλημα των Τεμπών, αυτή ξεδιπλώνεται σε καθημερινή πια βάση με την προβολή του συνόλου των δεινών της πατρίδας μας, που ζητούν λύσεις. Τα Τέμπη δεν ξεχνιούνται, δεν τελειώνουν και δεν ξεθωριάζουν, παρότι πέρασε πάνω από χρόνος από την αποφράδα εκείνη στιγμή, και παρότι πολυάριθμοι υπεύθυνοι πόνταραν στη λησμονιά τους. Αντιθέτως, το έγκλημα των Τεμπών σέρνει από τα σκοτεινά υπόγεια στο άπλετο φως όλα όσα μικραίνουν την Ελλάδα, την κάνουν να ντρέπεται, την καθιστούν έρμαιο ημεδαπών και ξένων συμφερόντων, περιορίζουν δραματικά τους ορίζοντές της, τη δουλοποιούν και εξαθλιώνουν τους πολίτες της.
Μέσα από το δράμα των Τεμπών προβάλλει μια αξιοθρήνητη Ελλάδα, που δεν αξίζει να συνεχίσει να υπάρχει, αν δεν απεμπολήσει, με όσο υψηλό τίμημα και αν χρειαστεί, το σύνολο του βόθρου, με το οποίο την έλουσαν οι διαχρονικοί της αρμόδιοι.
Ο ρόλος του εγκλήματος στα Τέμπη
Τα Τέμπη είναι αυτά που υφαίνουν, σιγά αλλά σταθερά, τη συνειδητοποίηση της ύπαρξης μιας υποχθόνιας καθεστωτικής μορφής, που μέσα της βιώνει η χώρα μας. Ενοχες δεν είναι μόνον η κυβέρνηση, τρέχουσα και προηγούμενες, αλλά σε κάποιον βαθμό και όλοι εμείς, που επί χρόνια ανεχόμαστε, για να μην προσθέσω και ενθαρρύνουμε, τη συνέχιση αυτών των βαρύτατα αρρωστημένων καταστάσεων. Τα Τέμπη φαίνεται να έχουν αναλάβει, έτσι, τον ρόλο πιστής μικρογραφίας της σαπίλας, μέσα στην οποία ζούμε τις τελευταίες δεκαετίες και η οποία μας αποτελειώνει. Τι, ακριβώς, λοιπόν, ξεσκεπάζουν τα Τέμπη:
1. Την πλήρως ξεχαρβαλωμένη, εδώ και χρόνια, οικονομία μας, που οι εκάστοτε αρμόδιοι τη «φκιασιδώνουν συνεχώς», για να μην καταρρεύσει. Με τα Τέμπη, ωστόσο, κατέρρευσε! Το γεγονός ότι η Ελλάδα αποτελεί, σήμερα, τη μοναδική χώρα στην υφήλιο (από όσο γνωρίζω), που το 2024 ουσιαστικά δεν διαθέτει σιδηρόδρομο και που έφτασε στο έσχατο αυτό σημείο μέσα από σταδιακή, πολύμορφη και σκανδαλώδη επιδείνωση ετών, επαληθεύει αυτό το γενικότερο συμπέρασμά μου. Η κατάσταση των ελληνικών σιδηροδρόμων φωτογραφίζει το σύνολο της οικονομίας μας.
2. Αναμφίβολα υπάρχουν υπεύθυνοι, στα όρια εγκληματιών. Αυτοί διαχέονται παντού, και εκτός σιδηροδρόμων, στο σύνολο της κοινωνίας, της Δικαιοσύνης, της οικονομίας, των θεσμών γενικότερα. Και, ακριβώς, τα Τέμπη τούς ξεσκεπάζουν σε καθημερινή βάση πια και με λεπτομέρειες που συναγωνίζονται την πιο οργιώδη, την πιο ξέφρενη φαντασία, όπως εμπεριέχεται σε μυθιστορήματα εγκλημάτων φρίκης. Αναφέρομαι σε όσους κατηγορούνται για τα εγκλήματα στα Τέμπη, αλλά και σε όσους παραμένουν προς το παρόν στη σκιά. Συνυπάρχει μαζί τους και η σωρεία των διαχρονικών υπευθύνων, που με ενέργειες ή παραλείψεις συνέβαλαν στο τωρινό κατάντημα. Οι απεγνωσμένες και με κάθε κόστος προσπάθειές τους όχι μόνο αποβλέπουν στο να απαλλαγούν από τις ευθύνες τους, αλλά και επιπλέον, με ωκεανούς μικρότητας, ανεντιμότητας, ευτέλειας, αδικίας και απόπειρας στρεψοδικίας να τις φορτώσουν στους κομπάρσους του εγκλήματος, στο στιγμιαίο «ανθρώπινο λάθος». Που και βέβαια υπήρχε και αυτό, αλλά μόνον επειδή είχαν προηγηθεί σωρευτικά και εγκληματικά λάθη, παραλείψεις, εφησυχασμοί, εξυπηρέτηση συμφερόντων, συγκαλύψεις, ωδές στην υποτέλεια, και στο βάθος Μνημόνια.
Ηδη έρχονται με ιλιγγιώδη ταχύτητα στην επιφάνεια και νέες εγκληματικές ενέργειες, όπως απόκρυψη στοιχείων, αλλοίωση δεδομένων, μπάζωμα κρίσιμων για την ανάκριση χώρων, παραποίηση συνομιλιών, επίθεση εναντίον οποιασδήποτε δικαστικής προσπάθειας διερεύνησης της δυσώδους αυτής υπόθεσης κ.ο.κ. Μία και μόνο λέξη αρμόζει εδώ: ΝΤΡΟΠΗ.
3. Εκτός από το ξεχαρβάλωμα της οικονομίας, που διαπιστώνεται αβίαστα, παρότι καμουφλάρεται κάτω από μεγαλορρημοσύνες και αυτάρεσκες δηλώσεις, χωρίς φυσικά αντίκρισμα, επιπλέον δεν υπάρχει χώρος στην Ελλάδα που να μην έχει σοβαρά διαβρωθεί. Η δημόσια υγεία είναι άραγε καλύτερη ή χειρότερη σε σύγκριση με τις λιγότερο αναπτυγμένες οικονομίες της υφηλίου; Η ποιότητα της δημόσιας παιδείας πώς και γιατί έχει επιδεινωθεί σε τέτοιο απελπιστικό βαθμό; Μας έχει άραγε μείνει λιμάνι, αεροδρόμιο, τράπεζα, δημόσια ιδιοκτησία που να μην έχει ξεπουληθεί; Και τι ακριβώς συνέβη στη γεωργία και τη βιομηχανία μας, που αναπτυσσόμενες με ταχείς ρυθμούς στο όχι μακρινό παρελθόν, έχουν περιπέσει σε βαθιά υπανάπτυξη; Αλλά τι γίνεται και με την ασφάλεια, καθώς δεν τολμά πια να περπατήσει βράδυ κανείς στις ελληνικές πόλεις; Και με τη βία των νέων, που ήταν ανύπαρκτη στο άμεσο παρελθόν, τι ακριβώς συμβαίνει; Ακόμη -και κυρίως- ποιοι ήταν αυτοί που τόλμησαν να καταπατήσουν τις παραδόσεις μας, τη θρησκεία, την Ιστορία, την ανθρώπινη υπόστασή μας; Και που ήδη αυτοί οι ίδιοι προσπαθούν να μας πείσουν, με καταιγιστικές και άκρως ανάρμοστες μεθοδεύσεις, ότι όσοι εξακολουθούν να σέβονται τις βάσεις της ύπαρξής μας είναι ακροδεξιοί, καθυστερημένοι, αμόρφωτοι και άλλα φαιδρά. Που, δυστυχώς, όλα τα παραπάνω είναι η συνέχεια των θλιβερών συνθηκών, με τις οποίες επιχειρήθηκε ο εορτασμός των 200 ετών από την Παλιγγενεσία, με τον ορισμό της κυβερνητικής επιτροπής «Ελλάδα ’21», εντός της οποίας έβριθαν τα αβγά του φιδιού. Αλλά και πώς φθάσαμε εμείς οι Ελληνες στις καθημερινές, αφόρητες τουρκικές προσβολές και απειλές να απαντάμε «άλλαξε το κλίμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις» και «τώρα είμαστε φίλοι»; Πώς τολμήσαμε να έχουμε, ουσιαστικά, εγκαταλείψει την Κύπρο, επαναφέροντας στην πράξη το ρηθέν ότι αυτή «είναι μακριά»; Πώς συμβαίνει να έχουμε αφήσει για πολλοστή φορά τη Θράκη στο έλεος όσων πολύ επικίνδυνων δρομολογούνται εκεί, με τη δικαιολογία… δεν είδαμε, δεν γνωρίζουμε; Πώς δικαιολογείται να παραμένουμε απαθείς απέναντι στις εγκάρσιας πια σημασίας παραβιάσεις της προδοτικής Συμφωνίας των Πρεσπών; Και στο συνεχιζόμενο, αλλά πια χωρίς εμφανή στόχο, αιματοκύλισμα στην Ουκρανία πώς συμβαίνει εμείς να το ενθαρρύνουμε και να το διαιωνίζουμε, αποστέλλοντας στον κ. Ζελένσκι οπλισμό, που αποστρατιωτικοποιεί τα ευαίσθητα δικά μας νησιά; Ακόμη, πώς και γιατί διαρρηγνύουμε με άκομψους και ανεγκέφαλους τρόπους τις παραδοσιακές μας σχέσεις με τη Ρωσία; Για να αποδείξουμε τι ακριβώς; Το πόσο βαθιά βαμμένοι με δυτικά χρώματα επιδιώκουμε να εμφανιζόμαστε; Και το Βυζάντιο; Ηταν και αυτό δυτικό ή δεν θέλουμε να το ξέρουμε; Μήπως έχουμε κάποια κρυμμένη στρατηγική, που να δικαιολογεί όλα αυτά τα παράλογα και επικίνδυνα ή, όπως φαίνεται, πρόκειται μάλλον για «εμπνεύσεις φτερών στον άνεμο»;
Ανάγκη κάθαρσης και αναγέννησης
Αυτή η ασύλληπτης έκτασης σήψη και εθνική παρακμή δεν είναι δυνατόν να θεραπευτεί με απλές αντιδράσεις του στενού περιβάλλοντος και των επιδιώξεων των πολιτικών κομμάτων. Απαιτείται συλλογική, πανελλαδική συνειδητοποίηση του τι μας εξαφανίζει, καθώς και ύπαρξη σοβαρού σχεδίου για την εθνική μας ανόρθωση. Ενα πρώτο θετικό βήμα προς την έναρξη της προσπάθειας για γενικότερη εξυγίανση και ομαλοποίηση θα μπορούσε, βέβαια, να στηριχτεί στην πρόταση δυσπιστίας από τους 85 βουλευτές της αντιπολίτευσης, παρότι δεν προβλέπεται να καταλήξει σε, τουλάχιστον άμεσο και αξιόλογο αποτέλεσμα. Ωστόσο, και η κίνηση αυτή, που οριοθετείται στις συνέπειες του εγκλήματος των Τεμπών, πιθανότατα να αποδειχθεί πολύτιμη, ως έναυσμα επιστράτευσης δυνάμεων ικανών να οδηγήσουν σε γενική κάθαρση και αφύπνιση. Το πώς και το πότε, αλλά και το εάν, αυτή η αρχική προσπάθεια θα συνεχιστεί, είναι προς το παρόν απαντήσεις που κινούνται στον χώρο της φαντασίας και της ελπίδας. Ομως, ήδη πολλές ενδείξεις, που πολλαπλασιάζονται καθημερινά, αναρτούν το έγκλημα των Τεμπών ως φάρο εθνικής αναγέννησης. Και, αν αυτό συμβεί, το τραγικό έγκλημα στα Τέμπη θα περάσει στην Ιστορία ως εναρκτήριος σταθμός, που οδηγεί στην επιβίωση της πατρίδας μας.
Θέλω να πιστεύω ότι οι αδικοχαμένες 57 ψυχούλες του εγκλήματος στα Τέμπη (ίσως και περισσότερες) υπάρχουν κάπου στο άπειρο και ακόμη ότι η έναρξη σωτηρίας της Ελλάδας, εξαιτίας της δικής τους θυσίας, θα είναι μια κάποια δικαίωσή τους.