Απαρχή ευρύτερων -και κατά πάσα πιθανότητα ραγδαίων- πολιτικών εξελίξεων θεωρείται το σκηνικό που διαμορφώθηκε μετά τη ρήξη στις σχέσεις Μητσοτάκη – Μαρινάκη και το τριήμερο με την πρόταση δυσπιστίας στη Βουλή. Μπορεί μάλιστα η απόρριψή της να ήταν αναμενόμενη από αριθμητικής πλευράς, αλλά όλοι μιλούν για πύρρειο νίκη και η περιδίνηση στην οποία βρίσκεται πλέον η κυβέρνηση δεν έχει προηγούμενο.
- Από τον Ανδρέα Καψαμπέλη
Ηδη, το δίμηνο που μεσολαβεί μέχρι τις ευρωεκλογές προβλέπεται βασανιστικό, με όλα τα στοιχεία και τα ευρήματα να δείχνουν ότι η πτώση της Ν.Δ. θα συνεχιστεί με μεγαλύτερο ρυθμό, δίχως να μπορεί επί του παρόντος να εκτιμηθεί ποιος θα είναι, στις 9 Ιουνίου, ο «πάτος».
Το πραγματικό δράμα για την κυβερνητική παράταξη και τον κ. Μητσοτάκη προσωπικά μάλλον τώρα ξεκινά, γι’ αυτό άρχισαν να ακούγονται και κάποιες ιαχές περί εκλογών ταυτόχρονα με τις ευρωκάλπες. Βέβαια, η φημολογία αυτή είναι περισσότερο ενδεικτική της απόγνωσης στα πέριξ του Μαξίμου, καθώς στην καλύτερη των περιπτώσεων το μόνο που θα επιτύγχανε θα ήταν να βρεθεί, έστω και ως πρώτο κόμμα, χωρίς πλειοψηφία στη νέα Βουλή η Ν.Δ. και να οδηγηθεί, πιο πρόωρα, εκτός πρωθυπουργίας ο κ. Μητσοτάκης.
Ωστόσο, με τις ανακατατάξεις που σημειώνονται, η επιτάχυνση των διεργασιών θεωρείται από όλους δεδομένη, ενώ την ίδια ώρα μεγαλώνει ο τρόμος ότι το σημερινό κομματικό σκηνικό με τις εύθραυστες ισορροπίες του θα βρεθεί σε αισθητή -εάν όχι πλήρη- δυσαρμονία με τη λαϊκή ετυμηγορία που θα προκύψει σε σχεδόν 70 ημέρες από σήμερα. Το αφήγημα περί «ευρωεκλογών» έχει αδυνατίσει αισθητά, άλλωστε, αφού ως βασικό κριτήριο καταγράφεται για τους ψηφοφόρους περισσότερο η εσωτερική και λιγότερο η ευρωπαϊκή κατάσταση. Με τη δυναμική που αναπτύσσεται, επίσης, η αναμέτρηση αποκτά αμιγώς πολιτικό περιεχόμενο, όπως και τα μηνύματα που θα εξαχθούν. Ηδη, οι εκλογικοί ερευνητές βλέπουν αυτή την ώρα να διαμορφώνεται ένα τοπίο που παραπέμπει σε «Μάιο του 2012», με μια γενικότερη αποδυνάμωση και κατακερματισμό των κομματικών δυνάμεων όλου του φάσματος και με δυνάμει σκηνικό ακυβερνησίας, μέσα στο οποίο η Ν.Δ. -ακόμη και με τη διατήρηση των 158 βουλευτών- θα απωλέσει τη λαϊκή νομιμοποίησή της.
Από την άποψη αυτή, ψηλά μπαίνει ο πήχης και για την αντιπολίτευση, εκ δεξιών και εξ αριστερών, ενώ ειδικά για ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ μένει να φανεί αν και πώς -μετά τη συμπόρευσή τους στην πρόταση μομφής- οι σχέσεις τους θα περάσουν σε άλλη, πιο ειρηνική, φάση.
Το χειρότερο για τον πρωθυπουργό είναι ότι η ρευστότητα και η αστάθεια για τον ίδιο προβλέπεται ότι θα έχουν μακρά διάρκεια. Ανεξαρτήτως της ευρωκάλπης, η είσοδος σε μια παρατεταμένη και, όπως όλα δείχνουν, άκρως πολωτική και οξυμένη προεκλογική περίοδο θεωρείται δεδομένη. Κι αυτό διότι στον ορίζοντα υπάρχει και η εκλογή του (ή της) Προέδρου της Δημοκρατίας, καθώς σε λιγότερο από έναν χρόνο λήγει η θητεία της Κ. Σακελλαροπούλου. Βεβαίως, με την τελευταία συνταγματική αναθεώρηση αποσυνδέθηκε η διαδικασία από τις εκλογές, επιτρέποντας την ανάδειξη Προέδρου της Δημοκρατίας και με σχετική πλειοψηφία της Βουλής, αλλά η σίγουρη έλλειψη ευρύτερης συναίνεσης αυτή τη φορά στο πρόσωπό της αναμένεται -από το φθινόπωρο κιόλας- να ανατροφοδοτήσει τα σενάρια προσφυγής στις κάλπες και ανανέωσης της λαϊκής ετυμηγορίας.
Από την πλευρά του, ο κ. Μητσοτάκης διατηρεί την ψευδαίσθηση ότι μετά τις ευρωεκλογές θα τον βοηθήσει να διορθώσει τα πράγματα ένας ευρύς ανασχηματισμός. Γι’ αυτό και σκοπεύει να καλύψει τώρα εκ των ενόντων τα κενά μετά τις «παραιτήσεις» των δύο υπουργών και με βασικό στοιχείο την αναβάθμιση -έστω και προσωρινά- του υπουργού Επικρατείας Μάκη Βορίδη στη θέση που κατείχε ο Στ. Παπασταύρου.
Στο Μέγαρο Μαξίμου, στο μεταξύ, ζουν με την αγωνία για το «μαρτύριο της σταγόνας» που τους επιφυλάσσει από εδώ και πέρα ο -έως τώρα υποστηρικτικός- δημοσιογραφικός όμιλος Μαρινάκη. Αν πάντως κάτι είναι σίγουρο από όλη αυτή την ιστορία, αυτό είναι η θυμηδία που προκάλεσαν ακόμη και μεταξύ των βουλευτών της Ν.Δ. -και πολύ περισσότερο όσων γνωρίζουν διάφορες πτυχές της στενής σχέσης των δύο πλευρών- οι αναφορές του κ. Μητσοτάκη περί πολέμου από «εξωθεσμικά συμφέροντα» σε βάρος του. Αυτό προοιωνίζεται σε μεγάλο βαθμό και την κωμική απήχηση του νέου αφηγήματος στα μάτια της κοινής γνώμης.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι πληροφορίες από τις οποίες προκύπτει ότι για άλλη μια φορά το Μέγαρο Μαξίμου έπεσε θύμα της αλαζονείας και της οίησης που το διαπερνά. Κι αυτό διότι είχε επικρατήσει αρχικώς η εκτίμηση ότι η κατάσταση είναι διαχειρίσιμη. Υπήρχαν μάλιστα εκείνοι που θεωρούσαν ότι και αυτή η κρίση στις σχέσεις με τον εφοπλιστή και μιντιάρχη θα μπορούσε να ξεπεραστεί, όπως είχε συμβεί και κατά το παρελθόν. Λέγεται δε ότι ο Σταύρος Παπασταύρου έδειχνε βέβαιος -για λόγους που γνωρίζει καλύτερα από όλους ο ίδιος- ότι πήγαινε σε «φιλικό περιβάλλον», ξεκινώντας μαζί με τον Γιάννη Μπρατάκο για τη «φιλική συνάντηση» με τον κ. Μαρινάκη.