Στις 12 Δεκεμβρίου 1916 ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Θεόκλητος αναθεματίζει τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Αιτία; Η διαφοροποίησή του Βενιζέλου με τον Βασιλιά Κωνσταντίνο Α’, όσον αφορά στο θέμα της συμμετοχής ή όχι (ουδετερότητα) της χώρας στο πλευρό των Συμμάχων της Αντάντ.
- Γράφει ο Τάκης Κάμπρας
Οι μητροπολίτες της Παλαιάς Ελλάδας* με επικεφαλής τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Θεόκλητο τάχθηκαν με το μέρος του Βασιλιά, ενώ οι Μητροπολίτες των νέων χωρών υποστήριξαν τον Ελευθέριο Βενιζέλο.
*Μητροπόλεις που ανήκαν στο ελληνικό κράτος ως τους Βαλκανικούς Πολέμους («Παλαιάς Ελλάδας») και αυτές των λεγομένων «Νέων Χωρών», οι οποίες προστέθηκαν μετά.
Η χώρα την περίοδο εκείνη είχε ουσιαστικά κοπεί στα δύο, μια Κυβέρνηση ήταν στην Αθήνα που υποστήριζε το Βασιλιά και μια στη Θεσσαλονίκη με τον Ελευθέριο Βενιζέλο.
Ήδη από το 1914, όταν και ξεσπά ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, τίθεται το ζήτημα της πλευράς που θα επιλέξει να στηρίξει αλλά πρωτίστως και της συμμετοχής της χώρας.
Ο Πρωθυπουργός, Ελευθέριος Βενιζέλος τάσσεται υπέρ των Συμμάχων της Αντάντ. Ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος Α’ και το Γενικό Επιτελείο υποστηρίζουν την ουδετερότητα. Αυτή όμως η διαμάχη των δύο ανδρών οδήγησε στον εθνικό διχασμό με τους οπαδούς των δύο πλευρών να οδηγούνται στα άκρα και τη κατάσταση να γίνεται έκρυθμη.
Στο διχασμό, εξίσου σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε και η Εκκλησία της Ελλάδος. Προς τα τέλη του 1916 ο Εθνικός Διχασμός βρίσκεται στο αποκορύφωμά του. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος παραμένει στη Θεσσαλονίκη, επικεφαλής της κυβέρνησης της «Εθνικής Άμυνας», ενώ στην πρωτεύουσα κυριαρχούν οι βασιλικοί με τον βασιλιά Κωνσταντίνο να ηγείται του «Κράτους των Αθηνών». H Ελλάδα έχει κοπεί στα δύο.
H επέμβαση των γαλλικών δυνάμεων το Νοέμβριο του 1916 και ο βομβαρδισμός περιοχών της Αθήνας γύρω από το Στάδιο και κοντά στα Ανάκτορα, εξαγρίωσε τους αντιβενιζελικούς, που κατηγόρησαν τους αντιπάλους τους ως προδότες. «Ο φονεύων βενιζελικόν δεν φονεύει άνθρωπον», διακήρυτταν.
Κύμα τρομοκρατίας κατά των βενιζελικών ξεσπά στην Αθήνα. Η επιτροπή που ανέλαβε αργότερα να ερευνήσει τις καταγγελίες των θυμάτων της βίας, επιβεβαίωσε 35 φόνους, 922 παράνομες φυλακίσεις, 503 περιπτώσεις λεηλασίας και 31 αναστολές κυκλοφορίας εφημερίδων.
Μέσα στο κλίμα αυτό, διοργανώνεται ογκώδης αντιβενιζελική πορεία στις 12 Δεκεμβρίου 1916. Με επικεφαλής την Ιερά Σύνοδο, οι διαδηλωτές κατευθύνονται στο Πεδίο του Άρεως για να αναθεματίσουν τον «σατανά» της πολιτικής ζωής του τόπου Ελευθέριο Βενιζέλο.
Εκεί, όπου σήμερα βρίσκεται το άγαλμα της Αθηνάς, ο κάθε διαδηλωτής ρίχνει μία πέτρα και επαναλαμβάνει την κατάρα του Αρχιεπισκόπου Αθηνών, Θεόκλητου: «Κατά Ελευθερίου Βενιζέλου φυλακίσαντος αρχιερείς και επιβουλευθέντος την βασιλείαν και την πατρίδαν, ανάθεμα έστω».
Μια καθαρά συμβολική πράξη, δηλωτική όμως της έντασης των παθών που επικρατούσε εκείνη την εποχή στη χώρα μας. Επί ένα χρόνο η Ελλάδα ζει σε καθεστώς εμφύλιας σύρραξης, που δεν αφήνει αδιάφορους τους συμμάχους, οι οποίοι αναγκάζουν σε παραίτηση τον Κωνσταντίνο. Ο Βενιζέλος επιστρέφει νικητής στην Αθήνα και σχηματίζει κυβέρνηση στις 13 Ιουνίου 1917.
Αμέσως προχωρεί στην πολεμική κινητοποίηση ολόκληρης της χώρας στο πλευρό της Αντάντ, ενώ προβαίνει σε εκκαθαρίσεις στην εκκλησία, τη διοίκηση και τον στρατό, για να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με τους βασιλικούς και το «Κράτος των Αθηνών».
Με νόμο ήρε την ισοβιότητα των δικαστών και την μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων, με αποτέλεσμα να κηρυχθούν έκπτωτοι ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Θεόκλητος και οι μητροπολίτες που είχαν πρωτοστατήσει στο «Ανάθεμα», να απολυθούν 570 δικαστικοί όλων των βαθμίδων και 6.500 δημόσιοι υπάλληλοι, ενώ αποστρατεύθηκε το 40% του συνόλου των μόνιμων αξιωματικών του στρατού.
Οι εφημερίδες της εποχής περιγράφουν: «…άνθρωποι όλων των ηλικιών, κρατούσαν στα χέρια τους πέτρες και έσερναν κάρα γεμάτα με λίθους. Περνούσαν από την οδό Ιπποκράτους, τη Χαριλάου Τρικούπη και την Πατησίων και τις έριχναν στο πεδίο του Άρεως. Συγκεντρώνεται σωρός από χιλιάδες πέτρες, πάνω στις οποίες ήταν χαραγμένη η λέξη «προδότης».
«…ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Θεόκλητος έδωσε της εξής κατάρα : «Κατά Ελευθερίου Βενιζέλου φυλακίσαντας αρχιερείς και επιβουλευθέντος την βασιλείαν και την πατρίδαν, ανάθεμα έστω». Πήρε τέσσερις λίθους και τους έριξε στον λάκκο. Απήγγειλε «ανάθεμα και τρις ανάθεμα»…!
«Η μητέρα μου έφερε βαριά το ανάθεμα. Το θεωρούσε ασχήμια και ντροπή και, θεοσεβούμενη όπως ήταν, έτρεμε μην πάθει τίποτε ο Βενιζέλος, που τον αναθεμάτισε η εκκλησία» γράφει η Πηνελόπη Δέλτα, στενή συνεργάτιδα του Βενιζέλου, για εκείνες τις ημέρες και αποκαλύπτει την πρώτη αντίδραση του ίδιου του πρωθυπουργού όταν του ζήτησαν να απομακρύνει το ανάθεμα από το Πεδίο του Άρεως.
«Το ανάθεμα θα μείνει, και κάτω από το ανάθεμα θα νικήσομε, θα ελευθερώσομε τη Μακεδονία και θα τσακίσομε τους Βουλγάρους. Δε θέλω να χαθεί η απόδειξη αυτή του αναθέματος! Θα βάλω φύλακες! Εννοώ να μείνουν οι πέτρες όπως είναι, να τις βλέπουν κάθε μέρα οι περαστικοί και να ξέρουν τι ανόητα, τι μάταια πράγματα που είναι οι κατάρες της εκκλησίας» είπε εξοργισμένος ο Βενιζέλος.
Όταν, μάλιστα, ο πατέρας της Πηνελόπης Δέλτα, Εμμανουήλ Μπενάκης του είπε πως αυτή η στοίβα με τις πέτρες είναι μια ασχήμια, εκείνος του απάντησε: «Θα υποστούμε και την ασχήμια αυτή, κύριε Μπενάκη. Θα την υποστούμε για την ανατροφή του λαού, που πρέπει να μάθει την αξία της εκκλησιαστικής κατάρας όσο και της ευλογίας της, όταν γίνεται η εκκλησία όργανο πολιτικών παθών»…