Eρώτημα βόμβα προς τις νομικές υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έχει απευθύνει, σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες της «Εστίας της Κυριακής», η Ευρωπαία Εισαγγελέας Λάουρα Κοβέσι με το οποίο ζητά να μάθει αν η ευρωπαϊκή νομοθεσία και ο κανονισμός της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας υπερισχύουν της εσωτερικής έννομης τάξης και ειδικώς του νόμου περί ευθύνης Υπουργών.
του Μανώλη Κοττάκη
Η κυρία Κοβέσι απευθύνει το ερώτημα της αυτό με βάση την αρχή της υπεροχής του κοινοτικού δικαίου σε περίπτωση σύγκρουσης με το εθνικό δίκαιο (την οποία προθύμως υπερασπίστηκε η συνταγματική ελίτ της πατρίδας μας και το ΠΑΣΟΚ προκειμένου να υπονομεύσουν τον βασικό μέτοχο Kαραμανλή) γιατί σε περίπτωση καταφατικής απάντησης δεν θα περιμένει την Ελληνική Βουλή να της δώσει την άδεια. Θα ασκήσει απευθείας διώξεις κατά τουλάχιστον δύο Υπουργών, ίσως και περισσοτέρων, για την εμπλοκή τους στους χειρισμούς της περίφημης σύμβασης 717 και ιδιαίτερα στο σκέλος των παράνομων παρατάσεων για τις οποίες έχει ήδη ασκήσει διώξεις σε 23 αξιωματούχους του ΟΣΕ και της ΕΡΓΟΣΕ. Οι οποίοι αξιωματούχοι κάποια στιγμή θα αρχίσουν να μιλούν για να πούν από ποιους πραγματικά έλαβαν εντολή για τις παρατάσεις των συμβάσεων, ίσως όχι από τους συνήθεις υπόπτους.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες της εφημερίδας μας, το θέμα ετέθη αρχικώς στο Κολλέγιο των Επιτρόπων την γνώμη του οποίου ζήτησε η Ευρωπαία Εισαγγελέας και η προφορική άποψη της συντριπτικής πλειονότητας των μελών του είναι ότι με βάση το ισχύον νομικό καθεστώς δεν υπάρχει κανένα νομικό εμπόδιο για την απευθείας άσκηση διώξεων κατά Υπουργών στην Ελλάδα για οικονομικές απάτες εις βάρος της ΕΕ (το 85% του έργου χρηματοδοτείται από την Ευρώπη) ακόμη και με παράκαμψη του νόμου περί ευθύνης Υπουργών! Και τούτο για έναν απλό λόγο. Ο ελληνικός νόμος περί ευθύνης Υπουργών και ο καθιερωμένος συνταγματικός κανόνας φαίνεται πως είναι για την Ήπειρο μας πανευρωπαική πρωτοτυπία.
Σε όλα τα κράτη μέλη το μόνο νομικό καθεστώς που προστατεύει τους πολιτικούς, Υπουργούς και Βουλευτές , είναι η ασυλία. Σύμφωνα μάλιστα με έγκυρους νομικούς κύκλους, η ευρωπαϊκή νομοθεσία για τα εγκλήματα κατά των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ αλλά και ο κανονισμός της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας προβλέπουν περιορισμούς μόνο για την ασυλία των Βουλευτών ακριβώς επειδή αυτό προκύπτει από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών. Πλην της ελληνικής εξαιρέσεως φυσικά.
Αυτό είναι άλλωστε ο λόγος ( πουθενά δεν υπάρχει ειδική νομοθεσία προστασίας των Προέδρων, των πρωθυπουργών και των υπουργών σε όλη την φιλελεύθερη Ευρώπη) που κρατήθηκε ο Πρόεδρος Σαρκοζί από τις γαλλικές δικαστικές αρχές για το σκάνδαλο Μπεντακούρ. Δεν ζητήθηκε εξ όσων είναι γνωστό άδεια από την Γαλλική Εθνοσυνέλευση ή άλλο πολιτικό όργανο. Κάτι το οποίο σημαίνει ότι σε αδικήματα που καλύπτει η ευρωπαϊκή νομοθεσία, σε ευρωπαϊκά αδικήματα , ο ελληνικός νόμος περί ευθύνης υπουργών υποχωρεί και παραμένει ανενεργός ως προς τις υποθέσεις αυτές. Το σκεπτικό είναι στέρεο : Παραβιάζεται το Ευρωπαϊκό Δίκαιο.
Διασπάθιση κοινοτικού χρήματος ύψους 13,5 εκατομμυρίων ευρώ καθώς εκταμιεύονταν ευρωπαϊκά κονδύλια για την σύμβαση 717 από τις Διαχειριστικές Επιτροπές της ΕΕ χωρίς να έχουν καταρτιστεί καν οι προβλεπόμενες μελέτες είναι το αντικείμενο της ερεύνης της Ευρωπαικής Εισαγγελίας στην υπόθεση αυτή . Πέραν αυτών όμως το ελληνικό εθνικό δίκαιο διακρίνεται για μια ακόμη διπλή πρωτοτυπία του:
-Πρώτον επιτρέπει στις δικαστικές αρχές να κάνουν έρευνα εις βάρος Υπουργού ή εις βάρος Βουλευτού μόνο αν δώσει άδεια το Κοινοβούλιο με βάση το νόμο περί ευθύνης Υπουργών ή με τις διατάξεις περί ασυλίας. Ενώ οι δικαστικές αρχές άλλων κρατών μελών πρώτα διεξάγουν έρευνα και μόνο αν συλλέξουν τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία για την άσκηση δίωξης εις βάρος πολιτικών προσώπων ζητούν από τα Κοινοβούλια την άδεια για την άσκηση της. Το νομικό αυτό καθεστώς ίσχυε και στην Ελλάδα όσον αφορά το νόμο περί ευθύνης Υπουργών έως και το 2001 όταν το ΠΑΣΟΚ του κυρίου Σημίτη άλλαξε την συνταγματική διάταξη και τον οικείο νόμο και απαγόρευσε σε εισαγγελείς να ερευνούν Υπουργούς.
Ιδού γιατί : Μια τριπλέτα εισαγγελέων τότε , οι κύριοι Ασπρογέρακας, Παπαγγελόπουλος και Ντογιάκος απέστειλαν μεταξύ 1997-2000 επανειλημμένα δικογραφίες εις βάρος Υπουργών στην Βουλή μετά από εκτεταμένη έρευνα για υποθέσεις όπως του Χρηματιστηρίου (ΔΕΚΑ), παράνομων ελληνοποιήσεων και απονομής ιθαγένειας, παράνομων προμηθειών του Δημοσίου κ.α. Το ΠΑΣΟΚ εξετέθη τότε ανεπανόρθωτα στο Κοινοβούλιο για να απορρίψει τις προτάσεις σύστασης προανακριτικής επιτροπής εις βάρος τους. Οι δικογραφίες με τα πλήρη αποδεικτικά στοιχεία των Εισαγγελέων, οι οποίοι έριχναν στην Βουλή το μπαλάκι για την άδεια άσκησης δίωξης παρέμεναν επί μήνες στα συρτάρια του Υπουργού Δικαιοσύνης και του Προέδρου του Κοινοβουλίου όπου διαβιβαζόταν ο φάκελος μέχρι να ενημερωθεί η Ολομέλεια. Για να αποτραπεί αυτό, το ΠΑΣΟΚ θεσμοθέτησε με την αναθεώρηση του 2001 και δυστυχώς η ΝΔ το αποδέχθηκε την διαδικασία του «αμελλητί» και της παραγραφής εξπρές. Εφεξής όταν εισαγγελικός λειτουργός όπως σήμερα ο εφέτης ανακριτής Σωτήρης Μπακαίμης «σκοντάφτει» στο πλαίσιο έρευνας πάνω σε πολιτικό πρόσωπο είναι υποχρεωμένος να διαβιβάσει «αμελλητί» την δικογραφία στην Βουλή χωρίς να του επιτρέπεται να διενεργήσει προηγουμένως έρευνα εις βάρος πολιτικού προσώπου και να συλλέξει αποδείξεις ή μαρτυρίες υπό το κράτος μυστικότητας . Αυτό, η άμεση αποστολή της δικογραφίας στο Κοινοβούλιο, όπως έδειξε και η υπόθεση της Novartis δίνει χρόνο στα υπό έρευνα πρόσωπα να φθείρουν την διαδικασία ακόμη και με μηνύσεις κατά δικαστικών λειτουργών. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θεωρεί όμως πως όταν πρόκειται για έλεγχο διαχείρισης κοινοτικού χρήματος η ευρωπαϊκή νομοθεσία υπερέχει του ελληνικού νόμου ακόμη και αυτού του ,ας πούμε, αυξημένης τυπικής ισχύος νόμου περί ευθύνης Υπουργών. Δεδομένης της συμπόρευσης της Προέδρου της Κομμισσιόν με την ελληνική κυβέρνηση στον δρόμο προς τις ευρωεκλογές πιθανολογείται βασίμως ότι η απάντηση των νομικών υπηρεσιών στην κυρία Κοβέσι θα δοθεί μετά τις 9 Ιουνίου. Αλλά εδώ το θέμα δεν είναι η επίδραση που θα ασκήσει η σκοτεινή αυτή υπόθεση στις ευρωεκλογές αλλά η απόδοση δικαιοσύνης και μάλιστα εις βάρος των πραγματικών πολιτικών υπαιτίων. Γιατί μέχρι τώρα η οργή των συγγενών στρέφεται προς τις «Ιφιγένειες» που προσφέρονται από την κυβέρνηση ως βορά για να εξυπηρετηθούν οι σκοπιμότητες και τα φιλόδοξα μελλοντικά πολιτικά σχέδια της ηγεσίας της.
-Η δεύτερη πρωτοτυπία του ισχύοντος νόμου περί ευθύνης υπουργών είναι η διάρκεια της παραγραφής. Ενώ το Σύνταγμα αναθεωρήθηκε το 2019 και καθιέρωσε την εικοσαετή παραγραφή που ισχύει για τους κοινούς θνητούς και για τους Υπουργούς , ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης «ξέχασε» να φέρει έως το 2023 που εγκατέλειψε το Μέγαρο Μαξίμου προς ψήφιση στην Βουλή νέο εκτελεστικό νόμο που να εναρμονίζει τις προθεσμίες παραγραφής του κοινού νομοθέτη με τις προθεσμίες του συνταγματικού νομοθέτη. Με συνέπεια ακόμη και αν η Βουλή δεήσει να δώσει άδεια άσκησης δίωξης Υπουργών και παραπομπής τους στο Ειδικό Δικαστήριο αυτή θα «κολλήσει» στο Ειδικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο του Αρείου Πάγου που πιθανότατα θα γνωμοδοτήσει υπέρ της παραγραφής εξπρές , λαμβάνοντας υπόψιν την ευνοϊκότερη διάταξη υπέρ του κατηγορουμένου. Όλα τα παραπάνω, ειδικά τα ερωτήματα Κοβέσι προς την Κομισιόν είναι γνωστά στην ελληνική κυβέρνηση, στους δικαστές και στους κατηγορουμένους. Ίσως γι αυτό εις εκ των κατηγορουμένων ζητά με αναφορά του στην Κομμισσιόν την άσκηση ….πειθαρχικής δίωξης κατά της κ. Κοβέσι για παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας.
Ίσως γι αυτό ο Υπουργός Υγείας ( ο σοβαρός Υπουργός Δικαιοσύνης δεν είπε κάτι ανάλογο) ζήτησε κατ εντολήν Μαξίμου την έναρξη διαδικασιών για την αποπομπή της κυρίας Κοβέσι από το αξίωμα της. Ίσως γι αυτό σε μερίδα του Τύπου έκαναν την εμφάνιση τους απίθανα σενάρια του τύπου ότι η κυρία Κοβέσι κυνηγά την κυβέρνηση κατόπιν επιθυμίας του Προέδρου Μακρόν για να φράξει τον ευρωπαϊκό δρόμο του κυρίου Μητσοτάκη προς τις Βρυξέλλες τον οποίο κατά τα άλλα διαψεύδει. Ίσως γι αυτό της επιτίθενται μέλη δικαστικών ενώσεων και λειτουργοί. Γιατί η Ευρωπαία Εισαγγελέας «χαλά» το θεώρημα ότι η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της μη ολοκλήρωσης της 717 και του σιδηροδρομικού δυστυχήματος «διακόπτεται» από το ανθρώπινο λάθος του σταθμάρχη το οποίο υιοθετήθηκε ως καθολική θεωρία με βάση το παραποιημένο και μονταρισμένο ηχητικό υλικό που αναρτήθηκε στον ιστόποπο του «Πρώτου Θέματος» την 1η Μαρτίου 2023 , στις 10.11 μμ το βράδυ, τέσσερις ώρες μετά το διάγγελμα του πρωθυπουργού που πρώτος μίλησε για «το τραγικό ανθρώπινο λάθος».
Ίσως γιατί από την έρευνα της Κοβέσι εις βάρος των 23 αξιωματούχων προκύψουν ποια πραγματικά μέλη της κυβέρνησης συνδέονται ευθέως με την σύμβαση 717 και τις παράνομες κατά την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία παρατάσεις της. Όχι πάντως ο Κώστας Αχιλλέας Καραμανλής. Ο πρωθυπουργός κύριος Μητσοτάκης έκανε προχθές αυτοκριτική γιατί η κυβέρνηση δεν απάντησε εγκαίρως σε όλες τις «θεωρίες συνωμοσίας» για το δυστύχημα. Αυτό που δεν κατάλαβε είναι ότι η υπόθεση των Τεμπών δεν είναι ένα κλασικό σιδηροδρομικό δυστύχημα. Τρεις αστάθμητοι παράγοντες, η Μαρία Καρυστιανού, η εισαγγελέας Κοβέσι και ο ελληνικός Τύπος αποδεικνύουν ότι σε αυτήν συμπυκνώνονται όλες οι ΠΑΘΟΓΕΝΕΙΕΣ ( ας χρησιμοποιήσουμε μια αγαπημένη του λέξη ) του πολιτικού συστήματος και όλες οι αδυναμίες του πολιτεύματος.
Η Πρόεδρος Δημοκρατίας ( δεν δέχτηκε ποτέ τους συγγενείς), η Κυβέρνηση (με τις μεθοδεύσεις συγκάλυψης ), το Κοινοβούλιο (με την εξεταστική φιάσκο) , η Δικαιοσύνη ( είναι έκθετη απέναντι στους συγγενείς ), το κράτος ( διορισμός ακατάλληλου προσωπικού σε θέσεις ευθύνης, καταστροφή αποδεικτικού υλικού εμπορικής αμαξοστοιχίας ) και τα ΜΜΕ (με την μετάδοση παραποιημένου ηχητικού υλικού) συνθέτουν το κάδρο της κρίσης του πολιτικού συστήματος εν συνόλω. Στα Τέμπη συγκρούστηκε το μεταπολιτευτικό πολιτικό σύστημα με τις αμαρτίες του. Και του φταίει η Ευρωπαία Εισαγγελέας που τις ερευνά. «Μένουμε Ευρώπη» κατά τα λοιπά.