Στα τέλη Σεπτεμβρίου, μία εβδομάδα πριν από την έναρξη της Ευρωλίγκας, ο Κώστας Σλούκας αποφάσισε να δώσει την πρώτη του συνέντευξη μετά τη μεταγραφή της χρονιάς, όταν τον Ιούλιο μετακινήθηκε από τον Ολυμπιακό στον Παναθηναϊκό. Τότε είχε πει κάτι «πολυφορεμένο», που στον χώρο του αθλητισμού ακούγεται πια σαν κοινοτυπία: «Ολα έγιναν γρήγορα και δεν θέλω να αναφερθώ στο τι προηγήθηκε. Προτιμώ να μιλάω μέσα στο γήπεδο».
- Από τον Βασίλη Γαλούπη
Ο Σλούκας, όμως, εννοούσε κάθε λέξη. Πράγματι, «μίλησε» μέσα στο γήπεδο. Δίχως αυτόν ο Παναθηναϊκός δύσκολα θα βρισκόταν στο F4 του Βερολίνου και ακόμα πιο απίθανο έμοιαζε μέχρι πριν από μόλις μερικούς μήνες το ενδεχόμενο ότι θα νικούσε στον τελικό, μάλιστα με θριαμβευτικό τρόπο, την άτρωτη Ρεάλ Μαδρίτης.
Η συνταγή της επιτυχίας είναι γνωστή, αλλά όχι πάντα εύκολη ή εφικτή. Ο πρωταθλητισμός απαιτεί μια γενναιόδωρη ιδιοκτησία, έναν winner στον πάγκο κι έναν πραγματικό ηγέτη στο παρκέ. Είναι η απαραίτητη μαγιά για να χτιστεί γύρω τους ένα οικοδόμημα με υψηλές προοπτικές.
Το πρότζεκτ του Δημήτρη Γιαννακόπουλου στηρίχθηκε σε δύο «χρυσές» κολόνες. Από τον Απρίλιο κιόλας συμφώνησε πέρυσι με έναν εκ των πέντε κορυφαίων προπονητών της Ευρώπης, «ζεστό» από επιτυχίες έπειτα από δυο σερί κατακτήσεις Ευρωλίγκας, το 2021 και το 2022, με την Εφές, τον Τούρκο Εργκίν Αταμάν. Στη συνέχεια, δίνοντας συμβόλαιο 3.000.000 ευρώ τον χρόνο, έκανε το κόλπο γκρόσο με τον αρχηγό Σλούκα, έναν ιδιοφυή παίκτη που ανήκει επίσης στο τοπ-5, με αύρα ευρωπαϊκών τίτλων, μοναδική εμπειρία από F4 κι απόλυτη γνώση τού τι σημαίνει μπασκετικός Παναθηναϊκός. Η σημαντική προσθήκη του Ναν λίγο αργότερα «αναβάθμισε» ένα πλάνο που ήδη είχε γερές βάσεις.
Στο ματς της χρονιάς, προχθές, ο Σλούκας ήταν ο κορυφαίος όλων, διόλου ασυνήθιστο για τον ίδιο σε αγώνες όπου, όπως λέμε, η μπάλα «καίει» και κάθε απόφαση δίνει ή στερεί τίτλο. Το μεγάλο προσόν του, όμως, δεν είναι μόνο τα εύστοχα σουτ, ο επαγγελματισμός του ή ότι γύρω του έχτιζε το παιχνίδι ακόμα και ο Ομπράντοβιτς. Είναι πάνω απ’ όλα ο δείκτης αντίληψης και η άφοβη ιδιοσυγκρασία του.
Παίκτης-προπονητής
Στον Ολυμπιακό συχνά έμπαινε ως 6ος παίκτης για να μελετήσει πρώτα το ματς για λίγο, ώστε να ανιχνεύσει αδυναμίες και λύσεις. Στο γήπεδο είναι ένας παίκτης-προπονητής που έχει ολοκληρωμένη εικόνα για το παιχνίδι, θυμίζοντας σε πολλά τον -κόουτς σήμερα- Γιασικεβίτσιους, την εποχή που ο Λιθουανός μεγαλουργούσε στα παρκέ.
Ομως, κάτω από το ήπιων τόνων προφίλ του, ο Σλούκας κρύβει κι ένα πολύ ανθεκτικό νευρικό σύστημα. Ολοι γνωρίζουν πως οποιοσδήποτε παίκτης μετακινείται από τον έναν αιώνιο αντίπαλο στον άλλον βιώνει ασφυκτική πίεση. Πόσο μάλλον όταν θεωρούνταν μια από τις «σημαίες» του Ολυμπιακού την τελευταία 15ετία. Είναι τέτοια ο ηλεκτρισμός της ατμόσφαιρας και η άδικη στην εποχή του επαγγελματισμού αίσθηση περί «προδοσίας», που πολλοί λυγίζουν. Οχι, όμως, ο Σλούκας.
Ο Σλούκας θεωρούσε καιρό ότι είχε γίνει ξένο σώμα στον Ολυμπιακό. Εδειχνε απόμακρος και πίστευε ότι ο Μπαρτζώκας τον αδικούσε και δεν τον σεβόταν. Οι ιδιοκτήτες του Ολυμπιακού τού τόνισαν ότι ήθελαν να τον κρατήσουν, αλλά του είχαν ξεκαθαρίσει πως σε καμία περίπτωση δεν θα διατάρασσαν τις ισορροπίες της ομάδας, αφού τον πρώτο και τελευταίο λόγο στη διαχείριση των παικτών έχει αποκλειστικά ο Μπαρτζώκας.
Ηταν ακριβώς εκείνη η χρονική συγκυρία που σήμερα αποδεικνύεται η πιο κομβική για τον νέο πρωταθλητή Ευρώπης Παναθηναϊκό. Οι «πράσινοι» είχαν τερματίσει προτελευταίοι πέρυσι στην Ευρωλίγκα, σε μια από τις πιο απογοητευτικές σεζόν της ιστορίας τους. Ηταν η στιγμή των μεγάλων αποφάσεων. Την ίδια εποχή, ο Σλούκας έψαχνε νέα πυξίδα και κίνητρα στη γεμάτη καριέρα του και στα 33 του πια.
Ως χαρακτήρας θέλει να είναι στον πυρήνα του παιχνιδιού, να αισθάνεται ηγετικά, να κουβαλάει τις ομάδες στην πλάτη του και να έχει την ευχέρεια αποφάσεων, ό,τι ακριβώς αναζητούσε ο Παναθηναϊκός το ίδιο διάστημα για να επιστρέψει από την άβυσσο. Το πείσμα του Σλούκα απέναντι σε συνθήκες που ένιωσε ότι τον αδικούσαν και το ότι θα βρισκόταν στο «αντίπαλο» στρατόπεδο του έδωσαν έξτρα κίνητρα για να αποδείξει για μια ακόμα φορά ποιος είναι. Αντί να γονατίσει, όπως άλλοι, επειδή από κόκκινη φανέλα φόρεσε πράσινη, ατσαλώθηκε ο μπασκετικός εγωισμός του.
«Ο Παναθηναϊκός προχώρησε αναμφισβήτητα σε μια μεγάλη μεταγραφή που συζητιέται σε όλη την Ευρώπη. Αποκτά από τον ανταγωνιστή του έναν πρωτοκλασάτο Ελληνα μπασκετμπολίστα που μπορεί να αποτελέσει το βασικό θεμέλιο για να κάνουν οι “πράσινοι” το comeback, χτίζοντας μια ομάδα υψηλών στόχων» γράφαμε τον περασμένο Ιούλιο την ημέρα που ανακοινώθηκε η μεταγραφή του.
Πράγματι, από προχθές ο Παναθηναϊκός απολαμβάνει τη θέα από την ψηλότερη κορυφή του Ολύμπου. Κι όπως δήλωσε ο Σλούκας αμέσως μετά την κατάκτηση της Ευρωλίγκας, «πάντα υπάρχει ρίσκο, υπήρχε και για τον κόουτς, που είχε την αυτοπεποίθηση να αναλάβει την ομάδα από τη 17η θέση. Οσο για εμένα, θα σας ρωτήσω εγώ. Μπορείτε να μου πείτε μια καλύτερη ιστορία από αυτήν; Να πηγαίνεις από τον Ολυμπιακό στον Παναθηναϊκό και να κατακτάς τη Euroleague στην πρώτη σου σεζόν; Δεν νομίζω ότι υπάρχει καλύτερη ιστορία από αυτήν».
Βιογραφικό
Μπασκετμπολίστας του Παναθηναϊκού
Γεννήθηκε το 1990 στη Θέρμη. Ξεκίνησε την καριέρα του στον Μ. Αλέξανδρο και το 2008 μετακινήθηκε στον Ολυμπιακό, στον οποίο αγωνίστηκε μέχρι το 2015. Στη συνέχεια, για πέντε χρόνια έπαιξε στη Φενέρμπαχτσε, για να επιστρέψει στους «ερυθρολεύκους» το 2020. Τον Ιούλιο του 2023 συμφώνησε με τον Παναθηναϊκό και υπέγραψε τριετές συμβόλαιο. Εχει αγωνιστεί σε οκτώ τελικούς Ευρωλίγκας και έχει κατακτήσει τον τίτλο τέσσερις φορές (2012, 2013, 2017 και 2024). Εχει στεφθεί πρωταθλητής τέσσερις φορές με τον Ολυμπιακό και τρεις με τη Φενέρ. Με τις Εθνικές Εφήβων και Νέων έχει πάρει το χρυσό μετάλλιο στα Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα του 2008 και του 2009. Το 2019 ψηφίστηκε στην καλύτερη 5άδα της Ευρωλίγκας. Ηταν μέλος της καλύτερης 5άδας του Ολυμπιακού για τη δεκαετία 2010-2020. Προχθές κατέκτησε με τον Παναθηναϊκό την Ευρωλίγκα κι αναδείχθηκε MVP του F4. Εγινε ο δεύτερος μετά τον Γιασικεβίτσιους που κατακτά το τρόπαιο με τρεις διαφορετικές ομάδες.