Οι Ευρωπαίοι ηγέτες και η νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχουν αποφασίσει ότι η άμυνα και η αμυντική βιομηχανία θα αποτελέσουν την απόλυτη προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την επόμενη πενταετία, με βαριές επιπτώσεις στον κοινοτικό προϋπολογισμό.
- Από την Κύρα Αδάμ
Δι’ αυτού του τρόπου δείχνουν πρόθυμοι να ρίξουν στα τάρταρα τους άλλους πυλώνες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, δηλαδή την Κοινή Αγροτική Πολιτική, τη συνοχή ή και τη σύγκλιση περιφερειών κ.λπ., οι οποίοι μέχρι τώρα τροφοδοτούν τη σύγκλιση των οικονομιών και στηρίζουν την ευμάρεια των Ευρωπαίων πολιτών. Η σαφής και σχεδόν ξεδιάντροπη αιτιολογία που διατρέχει όλα τα τελευταία Συμβούλια Κορυφής είναι ότι οι λαοί της Ευρώπης διά των ταγών τους θα εξακολουθήσουν συνεχώς και αδιαλείπτως να τροφοδοτούν την Ουκρανία με όπλα και χρήματα και κατ’ επέκταση θα προωθήσουν την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, ώστε να καταστεί ανταγωνιστική (;) στις αμυντικές βιομηχανίες μη Ευρωπαίων ανταγωνιστών (βλέπε ΗΠΑ), μέχρι της «τελικής πτώσης» της Ρωσίας που οραματίζονται.
Και φυσικά όλα αυτά τα μεγαλεπήβολα σχέδια «στρατιωτικοποίησης» της Ε.Ε. σκοντάφτουν και πρέπει να απαντήσουν στο απλό ερώτημα «πού θα βρεθούν τα λεφτά» για την υλοποίησή τους.
Αυτή τη στιγμή «τρέχει» το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Αμυντικής Βιομηχανίας (EDIP). Το πρόγραμμα αυτό έχει προϋπολογισμό για την περίοδο 2025-2027 ύψους 1,5 δισ. ευρώ και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για συσσώρευση όπλων και οπλικών συστημάτων και τη χρηματοδότηση εργοστασιακών εγκαταστάσεων αιχμής. Η φιλοδοξία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι να δώσει ώθηση στην ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία προκειμένου να της επιτρέψει μακροπρόθεσμα να ανταγωνιστεί μη ευρωπαϊκές εταιρίες. Ο μεγαλεπήβολος στόχος είναι ως το 2030 το αμυντικό υλικό που θα αγοράζεται από τις ευρωπαϊκές χώρες να φτάνει το ποσοστό του 40%.
Η κοινή παραδοχή μεταξύ των γραφειοκρατών των Βρυξελλών είναι ότι τα διατιθέμενα ποσά είναι ελάχιστα και ως εκ τούτου θα απαιτηθούν περισσότερα κεφάλαια για την προώθηση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Τα προβλήματα που πρέπει να επιλυθούν είναι πολλά και μεγάλα. Για παράδειγμα, υπάρχουν χώρες, όπως η Γαλλία, που δεν θέλουν ευρωπαϊκές εταιρίες που παράγουν όπλα με αμερικανική άδεια να έχουν πρόσβαση στη χρηματοδότηση αυτή. Ενα άλλο ζήτημα είναι να πειστεί η Ουγγαρία να άρει οποιαδήποτε αντίρρησή της στη διοχέτευση ευρωπαϊκού χρήματος στην αποζημίωση κρατών-μελών για όπλα που παράγουν για την Ουκρανία.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προωθεί καινοτόμες ιδέες προκειμένου να βρεθούν τα απαιτούμενα ποσά. Η κυρία Φον ντερ Λάιεν εκτιμά ότι θα χρειαστούν επιπρόσθετα 500 δισ. ευρώ για τα επόμενα δέκα χρόνια για να ικανοποιηθούν οι ευρωπαϊκές αμυντικές απαιτήσεις.
Επικίνδυνο κεφάλαιο
Και εδώ ανοίγει ένα πολύ σοβαρό και επικίνδυνο κεφάλαιο για τα οικονομικά της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Οι προτάσεις για τη χρηματοδότηση των αμυντικών δαπανών μπορεί να προέλθουν από τους εθνικούς προϋπολογισμούς των κρατών-μελών, δηλαδή τα κράτη-μέλη να δεχθούν να εθνικοποιήσουν -στην ουσία να πληρώνουν από την τσέπη τους και όχι από τον κοινοτικό προϋπολογισμό- τις αμυντικές δαπάνες της Ε.Ε.
Η άλλη πρόταση που πλανάται είναι να διερευνηθεί «η δανειοληπτική ικανότητα του κοινοτικού προϋπολογισμού». Οι Ευρωπαίοι ηγέτες επιχείρησαν να τετραγωνίσουν τον κύκλο και στο τελευταίο Συμβούλιο Κορυφής και ανέφεραν ότι η αμυντική χρηματοδότηση μπορεί να προέλθει «από κοινού από ιδιωτικές και κρατικές οδούς», αφήνοντας ανοιχτές και τις δύο παραπάνω προτάσεις. Τα μεγαλεπήβολα αυτά σχέδια προσκρούουν στους δημοσιονομικούς κανόνες της Ε.Ε., με τη Γερμανία κυρίως και την Ολλανδία να θέλουν την αυστηροποίησή τους, στάση που μπαίνει εμπόδιο στη χρηματοδότηση στρατιωτικών σχεδίων.
Παρά ταύτα ευρωπαϊκές χώρες με αιχμή του δόρατος τη «ρωσική απειλή στην Ευρώπη», για την οποία είναι απολύτως πεπεισμένες, βασιζόμενες στους ισχυρισμούς τους και όχι σε κινήσεις της Ρωσίας σε βάρος τους, έχουν παρουσιάσει προτάσεις για την κατασκευή και παραγωγή αμυντικών έργων για την αντιμετώπιση της Ρωσίας. Οι τρεις βαλτικές χώρες και η Πολωνία παρουσίασαν στους εταίρους την πρόταση να χρηματοδοτήσουν οι «27» την κατασκευή στρατιωτικού φράχτη στα σύνορά τους με τη Ρωσία και τη Λευκορωσία. Ο Πολωνός πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ υποστήριξε ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο προστατεύονται τα εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε. Το κόστος κατασκευής του έργου υπολογίζεται σε 2,5 δισ. ευρώ.
Επαφές
Ο δραστήριος και ρωσοφοβικός Πολωνός πρωθυπουργός έχει έρθει σε επαφή και με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού αντιαεροπορικού συστήματος, ανάλογου με τον «Σιδερένιο Θόλο» που χρησιμοποιεί με θεαματικά αποτελέσματα το Ισραήλ από την έναρξη του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας. Η πρόταση είναι στα σπάργανα και δεν έχει ακόμα παρουσιάσει στοιχειώδη προϋπολογισμό, ο οποίος αναμένεται τεράστιος και ίσως απαγορευτικός, ειδικά αν πρόκειται να καλύψει το σύνολο του ευρωπαϊκού εδάφους.
Στην Αθήνα η πρόταση αυτή υποστηρίχθηκε από ορισμένους, αλλά στη συνέχεια πέρασε σε δεύτερη μοίρα. Η εφαρμογή ενός «Σιδερένιου Θόλου», που θα καλύπτει το σύνολο της ελληνικής κυριαρχίας, είναι εξαιρετικά περίπλοκη και δύσκολη. Και τούτο διότι η Ελλάδα αποτελείται από συμπαγή ηπειρωτική έκταση και διάσπαρτη νησιωτική περιοχή, με ενδιάμεσο διεθνή εναέριο χώρο και διεθνή θάλασσα, όπου απαγορεύονται η χρήση αμυντικών όπλων και συστημάτων. Επομένως η ενεργοποίηση και χρήση συστήματος αλά «Σιδερένιος Θόλος» μόνο πάνω από την ελληνική κυριαρχία νήσων, νησίδων και βραχονησίδων είναι προβληματική, αν όχι παντελώς άχρηστη…
Πρέπει να σημειωθεί ότι η Ουγγαρία, «το μαύρο πρόβατο της Ε.Ε.» για την υποστήριξη στη Ρωσία, ανέλαβε την τρέχουσα εξάμηνη προεδρία της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ο Ούγγρος πρωθυπουργός Ορμπαν έχει ταχθεί εναντίον της αποζημίωσης σε χώρες-μέλη που δίνουν όπλα στην Ουκρανία. Ωστόσο η Ουγγαρία υποστηρίζει το ευρωπαϊκό αμυντικό πρόγραμμα, καθώς έχει αυξήσει στο 2,11% τις ετήσιες αμυντικές δαπάνες της, αγοράζοντας πολλά ευρωπαϊκά οπλικά συστήματα, ενώ διαμορφώνει φιλικό περιβάλλον για ευρωπαϊκές αμυντικές βιομηχανίες που θέλουν να επενδύσουν στη χώρα αυτή.
Δώρο στην Ουκρανία σχεδόν ο μισός ευρωπαϊκός προϋπολογισμός δύο ετών
Μέσα στα δύο χρόνια του πολέμου στην Ουκρανία οι Ευρωπαίοι πολίτες έχουν αποδώσει στην Ουκρανία, είτε από τον κοινοτικό προϋπολογισμό των δύο τελευταίων ετών είτε μέσω συνεισφορών των 27 κρατών-μελών, το ποσό των 143 δισ. ευρώ. Αν υπολογίσει κανείς ότι τα δύο χρόνια ο κοινοτικός προϋπολογισμός είναι περίπου 350 δισ. ευρώ, ο μισός προϋπολογισμός κατ’ αντιστοιχία έχει οδεύσει προς την Ουκρανία, επί ζημία βεβαίως των Ευρωπαίων φορολογουμένων.
Πρόκειται για τη μέγιστη αποτυχία της ευρωπαϊκής διπλωματίας της σύγχρονης εποχής. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία και το γράφημα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ως τον Μάρτιο του 2024 η Ευρωπαϊκή Ενωση και τα κράτη-μέλη έχουν διαθέσει για την Ουκρανία το ιλιγγιώδες ποσό των 143 δισεκατομμυρίων ευρώ. Ο πακτωλός αυτός των δισεκατομμυρίων ευρώ έχει πέσει μέσα στη χοάνη του πολέμου με τη Ρωσία, χωρίς η πλάστιγγα της νίκης να έχει γείρει προς την πλευρά του Κιέβου.
Τα ποσά αυτά κατανέμονται ως εξής:
- 12,2 δισ. ευρώ είναι η χρηματοδοτική οικονομική και ανθρωπιστική υποστήριξη από τα ίδια τα κράτη-μέλη της Ε.Ε.,
- 17 δισ. ευρώ έχουν δοθεί για την υποστήριξη των προσφύγων μέσα στην Ε.Ε.,
- 33 δισ. ευρώ έχουν δοθεί σε στρατιωτική υποστήριξη.
- 81 δισ. ευρώ έχουν δοθεί σε χρηματοδοτική οικονομική και ανθρωπιστική υποστήριξη μέσω του κοινοτικού προϋπολογισμού.
*πηγή: εφημερίδα «δημοκρατία»
Μεγάλο μέρος από αυτά τα χρήματα καταλήγουν στις τσέπες του Ζελένσκι και των φίλων του.
Η Ουκρανια πολεμα υπερ της Ευρωπης.