Το πρόβλημα του κινδύνου απώλειας της γεωγραφικής ένδειξης (ΠΓΕ) θα κληθούν να αντιμετωπίσουν πολλές χώρες, και βεβαίως η Ελλάδα. Τον μεγαλύτερο κίνδυνο φαίνεται πως αντιμετωπίζει η βιομηχανία κρασιού.
- Του ΜΠΑΜΠΗ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ – Εφημερίδα «Έλληνας Αγρότης»
Η απειλή αυτή είναι ήδη ορατή, καθώς πολλές ποικιλίες χάνουν τα χαρακτηριστικά τους στις περισσότερες περιοχές στις οποίες παρατηρούνται υψηλές θερμοκρασίες και παρατεταμένη ξηρασία. Στη χώρα μας, η Κρήτη, η Θεσσαλία, αλλά και η Πελοπόννησος ήδη αντιμετωπίζουν προβλήματα με τις καιρικές συνθήκες και οι παραγωγοί έχουν καταθέσει προτάσεις στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης. Για να γίνει αντιληπτό το πρόβλημα θα πρέπει να επισημανθεί ότι τα ελληνικά κρασιά με γεωγραφική ένδειξη ανέρχονται σε 147.
Οι νέες κλιματικές συνθήκες φαίνεται ότι αλλάζουν όλα τα δεδομένα. Για πολλές αμπελουργικές περιοχές της Ευρώπης αυτή η αλλαγή θα είναι ανατρεπτική, καθώς αυτό που κάνει το ευρωπαϊκό κρασί μοναδικό είναι το «πάντρεμα» ενός συγκεκριμένου σταφυλιού και μιας αμπελουργικής πρακτικής με το έδαφος, το κλίμα και τα άυλα στοιχεία μιας συγκεκριμένης περιοχής.
Σχεδόν τα μισά προϊόντα με γεωγραφικές ενδείξεις της Ευρώπης αφορούν το κρασί. Σύμφωνα με τα στοιχεία από το eAmbrosia, 1.648 είναι τα κρασιά με γεωγραφική ένδειξη, 1.714 τα τρόφιμα και 264 τα αλκοολούχα ποτά. Το ρεκόρ μεγαλύτερου αριθμού κρασιών με γεωγραφική ένδειξη ανήκει στην Ιταλία, η οποία έχει 529, δεύτερη είναι η Γαλλία με 441, τρίτη η Ελλάδα με 147 και ακολουθεί η Ισπανία με 146.
Τα αμπέλια είναι ευαίσθητα στην παραμικρή αλλαγή στο τοπίο και το κλίμα. Οι υψηλές θερμοκρασίες κατά τη διάρκεια της ημέρας ή και της νύχτας κατά την καλλιεργητική περίοδο διαταράσσουν τη λεπτή ισορροπία στον σχηματισμό των απαιτούμενων σακχάρων και νερού στα αναπτυσσόμενα τσαμπιά. Μάλιστα, υπάρχουν και εκείνοι που υποστηρίζουν ότι μπορούν να αισθανθούν τις πιο λεπτές περιβαλλοντικές επιδράσεις σε ένα μπουκάλι κρασί – αν ο χειμώνας που προηγήθηκε του τρύγου ήταν ζεστός ή κρύος, αν ο τρύγος ήταν υγρός ή ξηρός, αν τα σταφύλια καλλιεργήθηκαν σε μια πλαγιά που βλέπει προς τον Βορρά ή τον Νότο.
Για πάνω από έναν αιώνα, όπως επισημαίνεται σε ανάλυση του Bloomberg, οι Ευρωπαίοι παραγωγοί έχουν οικοδομήσει ένα σύστημα πνευματικής ιδιοκτησίας με βάση το οποίο συγκεκριμένα είδη τροφίμων και ποτών προστατεύονται βάσει του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας. «Η αναγνώριση των γεωγραφικών ενδείξεων αποτελεί βασικό εμπόδιο για κάθε χώρα που θέλει να συνάψει εμπορική συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ενωση και να αποκτήσει πρόσβαση στη δεύτερη μεγαλύτερη αγορά του κόσμου. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι παραγωγοί αφρώδους οίνου στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου δεν μπορούν να ονομάζουν το προϊόν τους σαμπάνια και γιατί οι Αυστραλοί και Καναδοί παραγωγοί χαρακτηρίζουν τις φιάλες τους Apera, επειδή μόνο όσοι προέρχονται από την περιοχή Jerez της Ισπανίας μπορούν να αποκαλούνται Sherry» σημειώνεται.
Οι προϋποθέσεις για τη θέσπιση γεωγραφικών ορίων, σύμφωνα με το δημοσίευμα, μπορεί να έμοιαζαν καλή ιδέα κατά τη διάρκεια του «σταθερού» κλίματος του 20ού αιώνα, αλλά στην εποχή μας αποτελούν κίνδυνο.
Ποιες ποικιλίες κινδυνεύουν περισσότερο
Ερευνητές στην Ευρώπη ανέλυσαν πρόσφατα 1.085 κρασιά με γεωγραφική ένδειξη σε όλη την ήπειρο για να βρουν ποιες κινδυνεύουν περισσότερο από την αύξηση της θερμοκρασίας. Τα αποτελέσματα είναι ανησυχητικά για τους αμπελουργούς, καθώς ένα τμήμα της Ευρώπης είναι ιδιαίτερα ευάλωτο στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και έχει μικρή φυσική ικανότητα προσαρμογής.
Εντονες μειώσεις των αποδόσεων προβλέφθηκαν για τη βόρεια Ιταλία, την κεντρική Ισπανία, την Ελλάδα και τη Βουλγαρία. Μάλιστα, στη Βουργουνδία, οι περιοχές που είναι γνωστές για το σταφύλι Pinot Noir ενδέχεται να μην μπορούν να καλλιεργήσουν την ποικιλία.
Η σαμπάνια, που παραδοσιακά θεωρείται προϊόν δύσκολου περιβάλλοντος, παρασκευάζεται από τρεις μόνο ποικιλίες σταφυλιών: Pinot Noir, Chardonnay και Meunier. Σύμφωνα με την έρευνα, υπάρχουν άλλες τέσσερις λιγότερο διάσημες ποικιλίες που μπορούν να προστεθούν στο χαρμάνι και ίσως αποτελέσουν έναν τρόπο διατήρησης των χαρακτηριστικών του κρασιού.
Το πρόβλημα για την καλλιεργητική περίοδο που διανύουμε μπορεί να μη γίνει έντονα αντιληπτό, είναι δεδομένο όμως ότι τα επόμενα χρόνια η κατάσταση θα γίνει χειρότερη.
Τα ΠΟΠ στον δρόμο της επιτυχίας – Το «όπλο» των αγροτών
Μπορεί τα κρασιά να απειλούνται εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, ωστόσο το λάδι, λόγω των προστατευτικών ενδείξεων, καταγράφει επιτυχίες. Σήμερα, την καλύτερη επίδοση στις αγορές καταγράφει το ελαιόλαδο Χανιά Κρήτης (ΠΓΕ) με εξαγωγές που φτάνουν τα 2,6 εκατ. κιλά. Και αυτό γιατί ισχυρό εργαλείο στη θωράκιση των ξεχωριστών και ποιοτικών ελληνικών αγροτικών προϊόντων αποτελεί η πιστοποίησή τους ως ΠΟΠ και ΠΓΕ, με στόχο την προώθησή τους στις αγορές του κόσμου.
Τα λογότυπα ΠΟΠ (Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης) και ΠΓΕ (Προστατευόμενη Γεωγραφική Ενδειξη), τα οποία φέρουν τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα, είναι βαρύνουσας σημασίας. Στόχος είναι να αποτελέσουν «όπλο» στην επίτευξη της προστιθέμενης αξίας που μπορούν να απολαμβάνουν όλοι οι κρίκοι της αγροδιατροφικής αλυσίδας, από τον παραγωγό έως τη μεταποίηση-διακίνηση, καθιστώντας τα πιστοποιημένα ελληνικά αγροτικά προϊόντα μια πραγματικά ισχυρή κινητήρια δύναμη για την ανάπτυξη της τοπικής αλλά και της εθνικής οικονομίας.
Αντίστοιχα, οι καταναλωτές αγοράζουν προϊόντα ποιοτικά, με εγγυήσεις για την παραγωγή, την επεξεργασία και τη γεωγραφική καταγωγή τους.
Αν και σημαντικός αριθμός προϊόντων ΠΟΠ και ΠΓΕ καταγράφει καλές έως και εξαιρετικές επιδόσεις στις αγορές, έχοντας μπροστάρη στις πωλήσεις τη φέτα, δυστυχώς υπάρχουν και αυτά που οι εξαγωγές τους είναι ανύπαρκτες. Το κενό για τη μηδενική ακόμα εξαγωγική δραστηριότητα φαίνεται ότι εντοπίζεται στην έλλειψη ενημέρωσης του καταναλωτικού κοινού για τις συντονισμένες προωθητικές δράσεις, που θα αναδεικνύουν τη μοναδικότητα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ελληνικών αγροτικών προϊόντων.
Μέχρι τα τέλη του 2023, στη λίστα των ΠΟΠ, ΠΓΕ, ΕΠΙΠ περιλαμβάνονταν 116 προϊόντα, ενώ μόλις πρόσφατα προστέθηκε και το τυρί Κασκαβάλ Πίνδου/Κασκαβάλι Πίνδου στον κατάλογο των προϊόντων με γεωγραφική ένδειξη. Από τα 116 προϊόντα, τα 80 είναι ΠΟΠ (20 ελαιόλαδα, 22 τυριά, 19 φρούτα – λαχανικά – ξηροί καρποί, 10 επιτραπέζιες ελιές, 2 κρέατα) και τα 36 ΠΓΕ (12 ελαιόλαδα, 1 τυρί, 18 φρούτα – λαχανικά – ξηροί καρποί, 1 επιτραπέζια ελιά, 2 κρέατα).
Ναυαρχίδα στις εξαγωγές των προϊόντων ΠΟΠ είναι η ελληνική φέτα, ο λεγόμενος «λευκός χρυσός», με τις ποσότητες που κατευθύνονται σε σχεδόν 70 αγορές του κόσμου να φτάνουν, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, στα 72,4 εκατ. κιλά, ενώ περίπου 46,6 εκατ. κιλά πωλούνται στην εγχώρια αγορά. Κυριότερες αγορές είναι η Γερμανία, όπου οι πωλήσεις συσκευασμένου προϊόντος φτάνουν τα 22,6 εκατ. κιλά, το Ηνωμένο Βασίλειο, με πωλήσεις 9,5 εκατ. κιλά, η Ιταλία με 8,3 εκατ. κιλά, οι ΗΠΑ με 4,5 εκατ. κιλά, η Σουηδία με 3,6 εκατ. κιλά και η Ολλανδία με 1,5 εκατ. κιλά.
Ισχυρή δυναμική καταγράφει και η Κεφαλογραβιέρα/Kefalograviera, καθώς το μεγαλύτερο μερίδιο πωλήσεων πραγματοποιείται στην εγχώρια αγορά, στην οποία κατευθύνονται σχεδόν 1,4 εκατ. κιλά συσκευασμένου προϊόντος και περίπου 370 χιλιάδες κιλά σε 17 χώρες.
Βαση δεξιά σελίδα
Τα φρούτα που κερδίζουν τις αγορές ανά τον κόσμο
Σημαντική παρουσία στις εξαγωγές έχουν και τα φρούτα ΠΟΠ, όπως το Ακτινίδιο Πιερίας, με 5,4 εκατ. κιλά να κατευθύνονται σε 17 χώρες, με τη μεγαλύτερη αγορά να είναι το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο απορροφά σχεδόν 2,1 εκατ. κιλά. Επίσης, τα Μήλα Ζαγοράς Πηλίου, με τις ποσότητες να ανέρχονται στα 2,8 εκατ. κιλά, και τα Μήλα Καστοριάς, με 8,5 εκατ. κιλά. Σημαντική εξαγωγική δραστηριότητα σημειώνει και η Πατάτα Κάτω Νευροκοπίου, με πωλήσεις περίπου 4 εκατ. κιλών.
Ιδιαίτερη παρουσία, όπως είναι φυσικό, έχουν το ελληνικό ελαιόλαδο και οι επιτραπέζιες ελιές, ξεχωριστά και ποιοτικά προϊόντα που έχουν κατακτήσει τις αγορές. Χαρακτηριστικά, σχεδόν 175.000 κιλά Ελιά Καλαμάτας κατευθύνεται σε 33 χώρες και 2,4 εκατ. κιλά Πράσινες Ελιές Χαλκιδικής σε 25 χώρες.