Aπό τότε που οι Ταλιμπάν ανέκτησαν την εξουσία στο Αφγανιστάν, στις 15 Αυγούστου 2021, ορισμένες αφγανικές διπλωματικές αντιπροσωπίες αρνήθηκαν να ενταχθούν στο καθεστώς των μουλάδων. Δεν λαμβάνουν καμία χρηματοδότηση από την Καμπούλ και έχουν διακόψει κάθε επικοινωνία με τα αφγανικά υπουργεία.
- Από τη Μαρία Δεναξά
Ωστόσο, συνεχίζουν -όπως μπορούν- κάποιες από τις δραστηριότητές τους, υποδεχόμενοι εξόριστους Αφγανούς, όπως, για παράδειγμα, ο Μοχαμάντ Αζίζι, εκπρόσωπος του Αφγανιστάν στην έδρα της UNESCO, στο Παρίσι, καθώς κανένα κράτος ή διεθνής οργανισμός δεν έχει αναγνωρίσει μέχρι στιγμής την κυβέρνηση των Ταλιμπάν.
Ελλείψει χρηματοδότησης για την καταβολή μισθών, η πρεσβεία διατηρεί μόνο δύο διπλωμάτες και έξι άλλους υπαλλήλους, οι περισσότεροι από τους οποίους εργάζονται μόνο με μερική απασχόληση. «Οι προξενικές δραστηριότητες που καταφέραμε να διατηρήσουμε μέχρι τώρα μάς επιτρέπουν να πληρώνουμε τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος και του νερού» εξηγεί ο Αζίζι.
Ομως, το τελευταίο διάστημα τα προσχήματα είναι ακόμη πιο δύσκολο να διατηρηθούν. Στα τέλη Αυγούστου το υπουργείο Εξωτερικών του Ισλαμικού Εμιράτου του Αφγανιστάν, όπως μετονομάστηκε η Ισλαμική Δημοκρατία πριν από τρία χρόνια, ανακοίνωσε ότι κάθε διαβατήριο, βίζα ή άλλο έγγραφο που εκδίδεται από πρεσβεία ή προξενείο που δεν αναγνωρίζει θα θεωρείται άκυρο.
«Δεν έχει σημασία. Θα βρούμε μια λύση» διαβεβαιώνει ο Αζίζι. Με τους ομολόγους του στη Γενεύη, στο Λονδίνο και αλλού διοργανώνει τακτικά τηλεδιασκέψεις για να συντάξει δηλώσεις σχετικά με τις παρανομίες των Ταλιμπάν, να καταγγείλει τη βία, την καταστολή και να καλέσει τη διεθνή κοινότητα να απορρίψει ευθέως την ισλαμιστική δικτατορία. Αυτοί οι απάτριδες, άνεργοι διπλωμάτες καταρτίζουν στρατηγικούς οδικούς χάρτες, με την ελπίδα ότι μια μέρα θα αποκατασταθεί η δημοκρατία στο Αφγανιστάν.
Προς το παρόν, όμως, ο στόχος αυτός φαίνεται πολύ μακρινός. Πόσο μάλλον που το φονταμενταλιστικό καθεστώς εδώ και τρία χρόνια φαίνεται να εδραιώνει την εξουσία του. Πρόσφατα, απαγόρευσε στις γυναίκες να μιλούν πολύ δυνατά δημοσίως.
Συναντήσεις
Αυτό το καλοκαίρι μια σειρά γεγονότων ανέδειξαν την αδυναμία και τη διάσταση απόψεων των διεθνών διπλωματών απέναντι στη δικτατορία της Καμπούλ. Τέλος Ιουνίου οι Ταλιμπάν έγιναν δεκτοί με φανφάρες στο πολυτελές ξενοδοχείο «Ritz Carlton» της Ντόχα για την τρίτη σύνοδο των συνομιλιών που άρχισαν πριν από έναν χρόνο από τον ΟΗΕ, σε μια προσπάθεια να αποκατασταθούν οι σχέσεις μεταξύ των Αρχών των Ταλιμπάν και της διεθνούς κοινότητας.
Οι συναντήσεις μεταξύ εκπροσώπων των Ηνωμένων Εθνών, 25 χωρών, πέντε διεθνών οργανισμών και των Αρχών των Ταλιμπάν πραγματοποιήθηκαν κεκλεισμένων των θυρών. Κανένα μέλος της αφγανικής κοινωνίας των πολιτών δεν προσκλήθηκε. Ούτε γυναίκες. Οι δημοσιογράφοι έμειναν εκτός. Πίσω από τις κλειστές πόρτες τα ζητήματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και ιδιαίτερα τα δικαιώματα των γυναικών, αποκλείστηκαν από τις συζητήσεις. Αυτές οι απαιτήσεις των Ταλιμπάν έγιναν αποδεκτές από τον ΟΗΕ.
Αυτή ήταν η πρώτη φορά που οι Ταλιμπάν συμμετείχαν στις «συνομιλίες της Ντόχα». Τον Μάιο του 2023 κανένας εκπρόσωπος του καθεστώτος δεν είχε προσκληθεί στην «Ντόχα Ι». Τον περασμένο Φεβρουάριο οι Ταλιμπάν αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στην «Ντόχα ΙΙ », εάν δινόταν λόγος σε μέλη της αφγανικής κοινωνίας των πολιτών. «Ο στόχος της Ντόχα ΙΙΙ δεν ήταν να επιτευχθούν αποτελέσματα. Ηταν πάνω απ’ όλα, η ιδέα ήταν να καταφέρουν οι Ταλιμπάν να προσέλθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων», σύμφωνα μ’ έναν δυτικό διπλωμάτη.
Συμβιβασμοί
Ολοι αυτοί οι συμβιβασμοί δεν απέδωσαν κανένα αποτέλεσμα. Η «Ντόχα ΙΙΙ» κατέληξε σε αποτυχία. Εναν μήνα μετά τη σύνοδο οι Ταλιμπάν ανακοίνωσαν ότι δεν θα αναγνωρίζουν πλέον πρεσβείες όπως αυτή του Μοχάμαντ Αζίζι. Ταυτόχρονα, θέσπισαν έναν νέο νόμο «για τη διάδοση της αρετής και την πρόληψη της κακίας», ο οποίος επιβεβαιώνει και επεκτείνει τους περιορισμούς που έχουν ήδη επιβληθεί στον λαό τους, φτάνοντας στο σημείο να απαγορεύουν στις γυναίκες να τραγουδούν, να διαβάζουν ή να προσεύχονται δυνατά εκτός σπιτιού. Ολα αυτά διατυπώθηκαν σε ένα ΦΕΚ το οποίο, τόσο ως προς τη μορφή όσο και ως προς το περιεχόμενο, θυμίζει ανατριχιαστικά την πρώτη εκδοχή του καθεστώτος τη δεκαετία του 1990.
Μόλις τα Ηνωμένα Εθνη εξέδωσαν μια δήλωση στην οποία δήλωναν ότι «ανησυχούν» για τον νόμο αυτό, στις 30 Αυγούστου, το υπουργείο για την πρόληψη των ηθών και την προώθηση της αρετής στο Αφγανιστάν ανακοίνωσε ότι δεν θα συνεργάζεται πλέον με την αποστολή των Ηνωμένων Εθνών στη χώρα (UNAMA), χαρακτηρίζοντάς τη «αντίπαλο μέρος».
Ταπεινωμένη και απογοητευμένη, η διεθνής κοινότητα δεν μπορεί να διακρίνει ποια εργαλεία έχει ακόμη στη διάθεσή της, για να ελπίζει ότι θα μαλακώσει την πολιτική μιας τρομοκρατικής ομάδας που έχει γίνει κυρίαρχος της μοναδικής χώρας στον κόσμο που απαγορεύει την εκπαίδευση νεαρών κοριτσιών και γυναικών και που μόλις επανέφερε τον δημόσιο λιθοβολισμό.
Από την άλλη, οι Ταλιμπάν γνωρίζουν ότι είναι προς το συμφέρον των δυτικών, κυρίως των Ευρωπαίων, να μην εγκαταλείψουν εντελώς τη χώρα, όπου η υπερβολική αστάθεια θα μπορούσε ενδεχομένως να σημάνει νέες μαζικές ροές Αφγανών προς τη γηραιά ήπειρο σε μια εποχή που η εθνικιστική και αντιμεταναστευτική ρητορική διαταράσσει τις πολιτικές ισορροπίες στην Ευρώπη. Στα τέλη Αυγούστου η Γερμανία απέλασε για πρώτη φορά περίπου 20 Αφγανούς υπηκόους στην Καμπούλ.
Πηγή: Εφημερίδα «Δημοκρατία»