Τις επόμενες ώρες η Αμερική θα έχει τον νέο της πρόεδρο: Τον Ντόναλντ Τραμπ ή την Κάμαλα Χάρις.
Στην πραγματικότητα, όμως, πρόκειται για κάτι πολύ περισσότερο από τα πρόσωπα, πρόκειται για τις αντιλήψεις ενός ολόκληρου οικονομικού συστήματος, του καπιταλισμού της ελεύθερης αγοράς, το οποίο επιβλήθηκε πλήρως στον πλανήτη μας μετά την πτώση της δικτατορίας του υπαρκτού σοσιαλισμού, το 1989. Επιβλήθηκε οικονομικά, με την υιοθέτηση του μοντέλου και στις τέως ανατολικές χώρες αλλά και στην Κίνα. Επιβλήθηκε πολιτισμικά, μέσω των περίφημων μέσων κοινωνικής δικτύωσης, τα οποία άνοιξαν τα «παράθυρα» στις αυταρχικές χώρες του κόσμου και έδωσαν τη δυνατότητα στις κοινωνίες τους να δουν πώς ζουν οι προηγμένες χώρες της ∆ύσης. Επιβλήθηκε και πολιτικά, με την ανάδειξη μιας σειράς προβλέψιμων ηγεσιών και κομμάτων στην Ευρώπη κι αλλού με μεθόδους, όμως, που απέχουν πάρα πολύ από τη δημοκρατία.
Η Αμερική αυτά τα χρόνια κοίταξε τον εαυτό της, αλλά δεν κοίταξε τον κόσμο. Και ας αναμείχθηκε παντού. Όπου τα πράγματα δεν εξελίχτηκαν όπως τα σχεδίασε η ελίτ της, αγνοώντας κουλτούρες, λαούς και τοπικές πραγματικότητες, έφυγε άρον άρον σαν κυνηγημένη. Όπως στη Μέση Ανατολή και την Αφρική, αφού προκάλεσε πρώτα την αποτυχημένη Αραβική Άνοιξη, η οποία είχε ως συνέπεια την άνοδο του χειμώνα του ισλαμικού φονταμενταλισμού σε μία σειρά από χώρες. Όπως στο Αφγανιστάν ή στο Κουρδιστάν, αφήνοντας τις χειρότερες εντυπώσεις στους λαούς, που επένδυσαν στην ισχύ της για να δουν καλύτερες μέρες. Όπως τώρα στην Ουκρανία, όπου είναι θέμα χρόνου, μετά την έκβαση του πολέμου και την ήττα, να καταστεί αντιδημοφιλής η αμερικανική σημαία στις βαλτικές χώρες που είναι η εμπροσθοφυλακή της. Ο αδιέξοδος βολονταρισμός της Ουάσινγκτον, η οποία χρησιμοποίησε λαούς και ηγεσίες για να κάνει πόλεμο διά αντιπροσώπων, φθάνει στο τέλος του. Η Αμερική όλα αυτά τα χρόνια δεν κήρυξε τον πόλεμο στις χώρες που πραγματικά απειλούν την κυριαρχία της, αλλά σε εκείνες που ευνοούν την κερδοφορία του κατεστημένου της. Το οικονομικό μοντέλο της επιβίωσης του δημοκρατικού καπιταλισμού στις ημέρες μας βασίστηκε σε τρεις πυλώνες:
- Στην πρόκληση πολεμικών αναμετρήσεων, οι οποίες με τη διάρκειά τους χρηματοδότησαν την ασθμαίνουσα οικονομία της Αμερικής και ιδιαίτερα την αμυντική βιομηχανία της. Και, δευτερευόντως, χρηματοδότησαν την αγορά ενέργειας υπό την ιδιότητα του προμηθευτή φυσικού αερίου (γράφουμε δευτερευόντως, διότι οι ποσότητες του αμερικανικού φυσικού αερίου δεν επαρκούν για να ξεδιψάσει ο κόσμος). Αν ο Τραμπ προκάλεσε την οργή του κατεστημένου της Ουάσινγκτον στην πρώτη του τετραετία, αυτό δεν οφείλεται στο γεγονός ότι πήγαινε με κολ γκερλ, αλλά στο ότι δεν κήρυξε ούτε έναν νέο πόλεμο και «αφυδάτωσε» από κέρδη την πολεμική βιομηχανία της χώρας του.
- Στη μεταφορά της οικονομικής κρίσης, που σοβεί και υφέρπει από το 2008 στο έδαφος των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ευρώπη. Αυτό συνέβη με τις κρίσεις χρεοκοπίας που συγκλόνισαν την ήπειρό μας και εμάς τη δεκαετία του 2010. Η Αμερική έδιωξε το «μαύρο σύννεφο» πάνω από τον λαό της και το εγκατέστησε πάνω από τους λαούς της Ευρώπης. Οι οποίοι με το δόγμα του σοκ, που διακινήθηκε από τα ελεγχόμενα μέσα ενημέρωσης, και με τη συμβολή των πρόθυμων πολιτικών ηγεσιών τους καταδίκασαν τους εαυτούς τους σε αιώνιες ενοχές.
- Στην ανάπτυξη ενός οικονομικού μοντέλου το οποίο βασίζεται στην πολιτική ορθότητα και την παραβίαση της φύσης. Η πολιτική της συμπερίληψης για τις μειονότητες, τους ΛΟΑΤΚΙ και άλλους, που προώθησε όλα αυτά τα χρόνια η ατζέντα Μπλίνκεν, είχε ανομολόγητο στόχο την παγκόσμια τόνωση της κατανάλωσης, καθώς οι ομοφυλόφιλοι, σύμφωνα με έρευνες μεγάλων οικονομικών οίκων, είναι η κοινωνική ομάδα που καταναλώνει περισσότερο από την παραδοσιακή οικογένεια, ιδιαίτερα σε ταξίδια αναψυχής, δώρα και καλλυντικά. Υπολογίστηκε ότι, με βάση τον τζίρο που κάνουν, είναι η τρίτη ή η τέταρτη οικονομία στην Ευρώπη.
Ο κύκλος αυτός έκλεισε και στην πατρίδα μας, με τη νομοθέτηση του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών και την προώθηση της υιοθεσίας τέκνων από το «παράθυρο», γεγονός που προκάλεσε και προκαλεί τις αντιδράσεις μεγάλων τμημάτων της εκλογικής βάσης της Νέας ∆ημοκρατίας. Οι εμπνευστές του, δυστυχώς, δεν σκέφτηκαν ότι στο μέλλον αυτό το συμβατικό οικογενειακό σχήμα δεν θα είναι και τόσο δημοφιλές στα διεθνή οικονομικά κέντρα λήψης αποφάσεων του δημοκρατικού καπιταλισμού, καθώς θα μειωθεί δραματικά η αγοραστική δυνατότητά του για κατανάλωση και αγορές. Αναμείνατε την αποδόμησή του από τα ίδια κέντρα.
Η όλη αυτή η πολιτική, υπέρ των αδιέξοδων πολεμικών αναμετρήσεων, υπέρ της μόχλευσης των οικονομικών προβλημάτων της καταχρεωμένης Ευρώπης, στην οποία μεταφέρθηκε το πρόβλημα του αμερικανικού καπιταλισμού, το οποίο έπαψε να παράγει και να καινοτομεί, και τυπώνει μόνο χρήμα, υπέρ της πολιτικής ορθότητας, υπηρετήθηκε με φανατισμό νεοφώτιστου όχι μόνο από την ηγεσία των δημοκρατικών που την εμπνεύστηκε, αλλά και από τις κυρίαρχες πολιτικές, οικονομικές και μιντιακές ελίτ της ευρωπαϊκής ηπείρου. Οι οποίες προπαγάνδισαν με όλη τους τη δύναμη τη γραμμή της Ουάσινγκτον, η οποία -όπως δείχνει- αυτήν τη στιγμή καταρρέει, ειδικά στο μέτωπο της Ουκρανίας, όπου η Ρωσία κερδίζει τον πόλεμο και που η βασική επιδίωξη που υπάρχει πλέον είναι όχι η αποφυγή της ήττας της ∆ύσης, αλλά με ποιους όρους θα καθίσει στο τραπέζι για τον συμβιβασμό με τον Πούτιν ο Ζελένσκι. Την ίδια στιγμή η ευρωπαϊκή ήπειρος, που είναι αναπόσπαστο μέρος της ∆ύσης, έπειτα από μία δεκαετία πειραμάτων, έχει μπει στον μεγάλο και βασανιστικό κύκλο της ύφεσης, με τις κινητήριες δυνάμεις της Γερμανίας και της Γαλλίας, που ήταν οι ατμομηχανές της Ε.Ε., να βρίσκονται στη χειρότερη δυνατή οικονομική θέση.
Πράγματι, λοιπόν, από το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών, που θα γνωρίζουμε τις επόμενες ώρες, κρίνεται η τύχη του κόσμου. Αλλά με μία διαφορά: Η νέα κατάσταση που έχει δημιουργηθεί σε ολόκληρο τον κόσμο επιβάλλει τη ριζική αναθεώρηση της πολιτικής της υπερδύναμης, η οποία τις τελευταίες δεκαετίες δείχνει να εργάζεται για να καθυστερήσει όσο δυνατόν περισσότερο την πτώση της, ακόμα και αν αυτό σημαίνει ότι ο κόσμος πρέπει να «σπάσει» στα δύο για να είναι η Αμερική αρχηγός του ημίσεός του και η Κίνα του άλλου μισού. Ακόμη και αν αυτό σημαίνει ότι η παγκοσμιοποίηση πρέπει να σταματάει στα Ουράλια, στο Σουέζ και στην Ασία.
Όποιος και αν κερδίσει τις εκλογές αυτές, είτε είναι ο Τραμπ είτε η Χάρις, πρέπει να αλλάξει την Αμερική. Να αλλάξει τον τρόπο που βλέπει τον εαυτό της, ώστε να μην αλλοιώνει την εθνική ταυτότητά της και να μην περιθωριοποιεί μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας της στην εξαθλίωση. Για να αλλάξει, επίσης, τον τρόπο που βλέπει τον κόσμο. Ο οποίος κόσμος δεν είναι αναλώσιμος και, πάντως, προορισμένος να υπηρετεί κάθε λανθασμένη ιδέα που γεννιέται στην Ουάσινγκτον. Και στο τέλος να πληρώνει αυτός τα σπασμένα. Η Αμερική έπαψε να είναι γεωπολιτικά συμπεριληπτική και έχει αποκλείσει τα έθνη από την ευημερία. Έχει περιορίσει την επιρροή της στο έδαφός της, στην Ευρώπη, στη Βρετανία και την Αυστραλία, και αυτοθαυμάζεται, αλλά έχει χάσει όλον τον υπόλοιπο κόσμο, ο οποίος συνασπίζεται εναντίον της στις BRICS και ετοιμάζεται να υιοθετήσει νέο παγκόσμιο νόμισμα. Το δε κρυπτονόμισμα bitcoin ουσιαστικά αποτελεί αμφισβήτηση και παράκαμψη του ανήθικου τραπεζικού της συστήματος, καθώς ο κάτοχος αυτής της νέας αξίας ουσιαστικά αποτελεί τον τραπεζίτη του εαυτού του. ∆εν εξαρτάται από τα golden boys, που κερδίζουν τα μπόνους τους πάνω στις πλάτες των καταθέσεών του.
Το διακύβευμα των χθεσινών προεδρικών εκλογών είναι σαφές: Υπό τη νέα ηγεσία της θα συνεχίσει η Αμερική την πολιτική της παρακμής ή θα κατέβει από το βάθρο του παγκόσμιου ηγέτη μια ώρα αρχύτερα; Αν αλλάξει και επουλώσει τις πληγές του διχασμού, τις οποίες έχουν δημιουργήσει τα σκληρά μέτρα και οι πολιτικές στο εσωτερικό της, και δη τον υπόλοιπο κόσμο με νέο μάτι, τότε η δημοκρατική ∆ύση υπό την ηγεσία της μπορεί να ελπίζει στην αναγέννησή της. Το ποιος θα είναι ο νέος πρόεδρος έχει μόνο μία σημασία: Ποιος/ποια θα ταυτίσει το όνομά του/της με την αναγέννηση της ∆ύσης. Όχι απλώς με την αναγέννηση της χώρας του. Ποιος θα υπηρετήσει τον αναδυόμενο νέο, παγκόσμιο κοινωνικό συσχετισμό δυνάμεων, ο οποίος -αργά ή γρήγορα- θα αποτυπωθεί και στη διάταξη του πολιτικού συστήματος της χώρας μας. Οι λαοί ασφυκτιούν και εξελίσσονται από κομπάρσο, στον καθοριστικό παράγοντα της τελικής λύσης.
Οι τελευταίοι Αμερικανοί πρόεδροι που το πέτυχαν αυτό, αναγέννησαν τη ∆ύση, ήταν ρεπουμπλικάνοι και ονομάζονταν Ρόναλντ Ρίγκαν, με τη φιλελεύθερη πολιτική του για την οικονομία, και Τζορτζ Μπους, με τη σώφρονα γεωπολιτική του, που είχε αποτέλεσμα την επανένωση της Γερμανίας και την ηθική δέσμευση ότι το ΝΑΤΟ δεν θα επεκταθεί ανατολικά για να φτάσει έξω από τη Μόσχα. Όλοι οι υπόλοιποι αποδείχτηκαν αναξιόπιστοι, τα μελλοντικά μονόστηλα της Ιστορίας. Ο «λεκές» της. Οι εξαθλιωμένοι του κόσμου τούς ζητούσαν ψωμί και ευημερία και αυτοί τούς έδιναν «ψήφο» και «δημοκρατία».
Διαβάστε ακόμα:
Οι περήφανες Ευρωπαϊκές ελίτ πώς συμβιβάστηκαν με τον ρόλο που τούς ανέθεσαν οι υπαρατλαντικοι σύμμαχοι ;
Την τελευταία φορά με την Γερμανία δεν είχε καλή εξέλιξη.
να έχουν τον ρόλο του κομπάρσου ; Την τελευταία φορά που έκαναν κάτι παρόμοιο με την Γερμανία πετάχτηκε ο Χίτλερ.