Μια ουτοπία ήταν λοιπόν η Ευρωπαϊκή Ένωση που οραματίστηκαν ο Κόνραντ Ατενάουερ, ο Ζαν Μονέ, ο Ζαν Ντελόρ, ο Φρανσουά Μιτεράν, ο Χέλμουτ Κολ και πόσοι άλλοι.
- Από τη Μαρία Δεναξά
Στην πλειονότητά τους οι Ευρωπαίοι πολίτες απ’ άκρη σ’ άκρη στη γηραιά ήπειρο είναι πλέον πεπεισμένοι πως οι πολιτικές της δημιουργούν περισσότερα προβλήματα από όσα λύνουν, τη στιγμή που οι αμέτρητες υποσχέσεις της έχουν μείνει γράμμα νεκρό, με αποτέλεσμα οι χώρες τους να βυθίζονται σε μια άνευ προηγουμένου οικονομική και κοινωνική κρίση.
Μια κατάσταση που, σε συνδυασμό με τη στάση της Ευρωπαϊκής ηγεσίας σε διεθνή γεγονότα μέγιστης σημασίας, όπως είναι ο πόλεμος στην Ουκρανία και τα επακόλουθά του, επιδείνωσε περαιτέρω τη φτώχεια, αύξησε την ανεργία και διεύρυνε τις οικονομικές ανισότητες, προκαλώντας ισχυρούς πολιτικούς σεισμούς σε χώρες όπως είναι η Γαλλία ή η Γερμανία, οι οποίες έως σήμερα θεωρούνταν υπόδειγμα πολιτικής σταθερότητας και οικονομικής δύναμης.
Τελευταίο θύμα του παραλογισμού των πολιτικών, των πιέσεων και των περιορισμών των Βρυξελλών, η κατάρρευση στη Γερμανία του κυβερνητικού συνασπισμού τριμερούς συνεργασίας, μεταξύ των Σοσιαλδημοκρατών (SPD), των Πρασίνων και των Φιλελευθέρων (FDP), υπό την ηγεσία του Όλαφ Σολτς.
Ανακούφιση
Ωστόσο, όσο κι αν ακούγεται παράδοξο, στην είδηση της κατάρρευσης της γερμανικής κυβέρνησης την ημέρα της νίκης του Ντόναλντ Τραμπ, ακούστηκε στις Βρυξέλλες ένα μεγάλο «ουφ» ανακούφισης.
Κι αυτό γιατί η Ευρώπη επιθυμεί να επιδείξει μια εξαιρετική ενότητα απέναντι στον νέο Αμερικανό πρόεδρο και επιπλέον βρίσκεται στην παραμονή μεγάλων πρωτοβουλιών που απαιτούν συνοχή, όπως είναι ο μακροπρόθεσμος προϋπολογισμός, η διεύρυνση, η οικοδόμηση μιας πραγματικής ευρωπαϊκής άμυνας, η χρηματοδότηση της ανταγωνιστικότητας και η επιτάχυνση της ένωσης των κεφαλαιαγορών.
Κατά συνέπεια, το γεγονός ότι η γερμανική κυβέρνηση έπεσε δεν είναι κακό για ορισμένους πολιτικούς αναλυτές, δεδομένου ότι οι αγκυλώσεις της καθυστερούσαν πολλά έργα από το 2021. Όπως υποστηρίζουν, «η Γερμανία είχε πραγματικά κολλήσει, ο συνασπισμός λειτουργούσε άσχημα από την αρχή, με ένα πρόγραμμα που αποδείχθηκε ότι δεν συμβαδίζει με όλα τα ζητήματα που διακυβεύονται: τον πόλεμο στην Ουκρανία, την ενεργειακή κρίση, την επιβράδυνση της κινεζικής ανάπτυξης, τον αντίκτυπο των αμερικανικών πολιτικών στη βιομηχανία, τα προβλήματα που συνδέονται με τη μετανάστευση».
Σύμφωνα με τους αναλυτές, ο κυβερνητικός συνασπισμός δεν ανέκαμψε ποτέ και ακολούθησε μια βραχυπρόθεσμη αμυντική προσέγγιση σε κάθε πρόβλημα, όπως στο θέμα των ηλεκτρικών αυτοκινήτων από την Κίνα.
Αυτό το αδιέξοδο δεν μπορούσε να διαρκέσει έως τον Σεπτέμβριο του 2025. «Με πρόωρες εκλογές ή απλώς με πολιτική αποσαφήνιση, η Γερμανία θα αναγκαστεί να πάρει θέση για τη στήριξη της Ουκρανίας, την άμυνα, το φρένο του χρέους» τονίζουν.
Πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες ζητούν να υπάρξει μια ανάσα φρέσκου αέρα στο Βερολίνο. «Η Ευρώπη δεν είναι ισχυρή χωρίς μια ισχυρή Γερμανία» επανέλαβε η Ρομπέρτα Μέτσολα, πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κατά την άφιξή της στη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας στη Βουδαπέστη. Η αλήθεια είναι πως η πολιτική κρίση στη Γερμανία επηρεάζει άμεσα την οικονομία της, η οποία μέχρι πρότινος θεωρούνταν η κορυφαία στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όμως σήμερα το βιομηχανικό μοντέλο της παραπαίει, κυρίως εξαιτίας των κυρώσεων που επιβλήθηκαν στη Ρωσία στους τομείς της ενέργειας και της παραγωγής. Η Γερμανία, που παραδοσιακά είχε στενούς ενεργειακούς και οικονομικούς δεσμούς με τη Ρωσία, εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από το ρωσικό φυσικό αέριο και πετρέλαιο.
Βιομηχανία
Η απώλεια αυτής της ενεργειακής συνεργασίας απέφερε σοβαρή οικονομική επιβάρυνση στις βιομηχανίες της χώρας. Από την άλλη, η καταπολέμηση της περίφημης κλιματικής αλλαγής επέφερε ισχυρό πλήγμα στην παραδοσιακή γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία, που σε συνάρτηση με την πίεση από τον διεθνή ανταγωνισμό και την εξάρτησή της από σπάνιες ύλες, δημιούργησε έντονα προβλήματα στην παραγωγή και την οικονομική βιωσιμότητα του κλάδου, ο οποίος προσπαθεί να επιβιώσει σε μια αγορά όπου τα κινεζικά και αμερικανικά ηλεκτρικά αυτοκίνητα κερδίζουν συνεχώς έδαφος.
Εκτός από τη γερμανική οικονομία, η πολιτική κρίση αποδυναμώνει μια χώρα που υποτίθεται ότι ενσάρκωνε τη δημοκρατική σταθερότητα σε μια ήπειρο όπου εδώ και καιρό έχουν ξυπνήσει φυγόκεντρες δυνάμεις.
Για το καλό της Ευρώπης και της Γερμανίας, το καλύτερο σενάριο στις πρόωρες εκλογές του Ιανουαρίου θα ήταν η ανάδειξη μιας ισχυρής κυβέρνησης. Όμως, σύμφωνα με το Politico, ο επόμενος συνασπισμός θα μπορούσε να είναι εξίσου εύθραυστος με τον προηγούμενο.
Ευρύ προβάδισμα στους Χριστιανοδημοκράτες (CDU) του Μερτς
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δίνουν ευρύ προβάδισμα (32%) στο CDU του Μερτς και στο συντηρητικό αδερφό κόμμα των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), συνασπισμός που πιθανότατα θα ηγηθεί της επόμενης γερμανικής κυβέρνησης. Οι σοσιαλδημοκράτες του Σολτς βρίσκονται αυτή τη στιγμή στην τρίτη θέση, πίσω από το κόμμα της ριζοσπαστικής δεξιάς AfD, με ποσοστό 16%.
Καθώς το CDU έχει διαμηνύσει πως δεν θα συνεργαστεί με το AfD για τον σχηματισμό κυβερνητικού συνασπισμού, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα στραφεί στο SPD του Σολτς, το οποίο μέχρι τότε δεν αποκλείεται να έχει νέο αρχηγό. Παρ’ όλα αυτά οι συντηρητικοί και το SPD πιθανότητα θα χρειαστούν ένα τρίτο κόμμα για να συγκυβερνήσουν.
Οι Πράσινοι, που έως σήμερα συγκεντρώνουν ποσοστό 10% στις δημοσκοπήσεις, έχουν γίνει μόνιμος στόχος των CDU/CSU για τις πολιτικές τους πάνω στα θέματα που αφορούν τη μετανάστευση και το κλίμα. Το FDP θα προέβαλλε ως καλύτερη λύση τη συγκυβέρνηση με τους συντηρητικούς, αλλά θα πυροδοτούσε τις εντάσεις του SPD.
Πηγή: Εφημερίδα Δημοκρατία
Διαβάστε ακόμα:
- Ο Μακρόν τώρα «αρχιστράτηγος» στην Ουκρανία
- Ο Τραμπ και το τέλος του… δυτικού κόσμου
- Ίλον Μασκ: Ο πραγματικός νικητής των εκλογών
- Ο Όρμπαν θα διοργανώσει δύο συνόδους κορυφής σε…αρένα!
- Διατροφικός εφιάλτης! Τρώμε μολυσμένα τρόφιμα