Στο… συρτάρι μπήκε οριστικά το σχέδιο για την έκτακτη φορολόγηση στα υπερκέρδη των τραπεζών, τα οποία κατά κύριο λόγο προέρχονται από τις τεράστιες προμήθειες που επιβάλουν σε κάθε είδους συναλλαγή, ακόμα και στις καθημερινές συναλλαγές των πολιτών, ενώ υπέρογκα είναι τα έσοδα και από τα ληστρικά επιτόκια που δίνουν σε καταθέτες και δανειολήπτες.
Σύμφωνα με πληροφορίες την ερχόμενη εβδομάδα αναμένεται να ανακοινωθούν μέτρα μείωσης των υπέρογκων προμηθειών, μετά από συμφωνία που έχει επέλθει ανάμεσα στην κυβέρνηση και τις διοικήσεις των τραπεζών.
Συγκεκριμένα, θα αφορά μειώσεις προμήθειες στις πληρωμές λογαριασμών (ρεύμα, νερό, τηλεφωνία κτλ), συνδρομές πιστωτικών καρτών, εμβάσματα, αλλά και συναλλαγές μέσω ΑΤΜ με κάρτα άλλης τράπεζας.
Απέναντι σε αυτό το σχέδιο βρίσκεται η Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία ετοιμάζεται να φέρει στις αρχές του 2025 το «παρατηρητήριο τραπεζικών προμηθειών και επιτοκίων».
Συγκεκριμένα, η Τράπεζα της Ελλάδος θα δημοσιεύει στον ιστοχώρο της στοιχεία και πληροφορίες που θα τις υποβάλλουν τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα αναφορικά με:
- τα επιτόκια καταθέσεων,
- τα επιτόκια πιστώσεων στεγαστικής και καταναλωτικής πίστης, περιλαμβανομένων των πιστωτικών καρτών, καθώς και τις προμήθειες και τα έξοδα που χρεώνουν για τις εν λόγω πιστώσεις, και
- τις χρεώσεις, τις προμήθειες και τα τέλη υπηρεσιών που συνδέονται με τους λογαριασμούς πληρωμών.
Η πρώτη ανάρτηση των εν λόγω στοιχείων και πληροφοριών, με ημερομηνία αναφοράς την 31η Δεκεμβρίου 2024, θα πραγματοποιηθεί την Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2025.
Τα οικονομικά αποτελέσματα που παρουσιάζουν κάθε τρίμηνο οι τράπεζες αποκαλύπτουν το τεράστιο πάρτι που γίνεται σε επίπεδο εσόδων. Στο εννεάμηνο του 2024 τα έσοδα από τόκους διαμορφώθηκαν σε 6,35 δισ. ευρώ, ενώ τα έσοδα από προμήθειες ανήλθαν σε 1,54 δισ. ευρώ.
Η αναλγησία των συστημικών τραπεζών δεν έχει τέλος, καθώς εισπράττουν τεράστια ποσά από τόκους δανείων και την ίδια ώρα προσφέρουν στους καταθέτες σχεδόν μηδενικά επιτόκια.
Η λίστα με τις χρεώσεις των τραπεζών δεν έχουν τέλος. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα εξής:
- ετήσια συνδρομή ανανέωσης χρεωστικής κάρτας έως και 20 ευρώ,
- για να πληρωθούν ΕΦΚΑ, ρεύμα και νερό, οι τράπεζες χρεώνουν κάθε φορά από 0,30 ευρώ έως 0,60 ευρώ,
- για μεταφορά χρημάτων από τον λογαριασμό μιας τράπεζας σε λογαριασμό άλλης το κόστος κυμαίνεται από 1 ευρώ έως και 5 ευρώ,
- για ανανέωση κάρτας που λήγει, ο κάτοχος θα πρέπει να πληρώσει 5-6 ευρώ ανάλογα την τράπεζα,
- ένας δανειολήπτης για να αλλάξει το πρόγραμμα ή τη διάρκεια αποπληρωμής ενός στεγαστικού δανείου καλείται να καταβάλει από 50 ευρώ έως 250 ευρώ.
Ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων προέρχεται από τις ηλεκτρονικές συναλλαγές μέσω κάρτας, με τις προμήθειες να επιβαρύνουν τους εμπόρους. Η μέση προμήθεια για τη χρήση POS κυμαίνεται μεταξύ 0,45% και 2%, ανάλογα με την τράπεζα και το προφίλ του πελάτη, ενώ πλέον χρεώνεται και η (υποχρεωτική) κατοχή του συστήματος IRIS για κάθε συναλλαγή που πραγματοποιούν με τους πολίτες. Το κράτος τούς έχει υποχρεώσει να δηλώνουν επαγγελματικό λογαριασμό και κάθε φορά που δέχονται χρήματα στον λογαριασμό τους οι επαγγελματίες βλέπουν χρεώσεις 2-5 ευρώ.
Το στοίχημα με τα ληστρικά επιτόκια και η «ψαλίδα» ανάμεσα σε δάνεια και καταθέσεις
Το μεγάλο πάρτι, όμως, γίνεται στα επιτόκια. Η «ψαλίδα» ανάμεσα σε δάνεια και καταθέσεις ξεπερνούν κάθε όριο. Με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, το μέσο επιτόκιο των καταθέσεων μίας ημέρας (που διαθέτει η συντριπτική πλειονότητα των νοικοκυριών) παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στο 0,03%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο των καταθέσεων από επιχειρήσεις διαμορφώθηκε στο 0,19%.
Την ίδια ώρα, όμως, το μέσο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων με συγκεκριμένη διάρκεια και κυμαινόμενο επιτόκιο διαμορφώνεται στο 12,04%, ενώ το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο στο 4,28%.
Στην πράξη, όταν μια τράπεζα θέλει να εισπράξει τόκους, τότε προσφέρει τεράστια επιτόκια, ενώ, όταν πρέπει να τους καταβάλει, τα επιτόκια είναι κοντά στο μηδέν. Με αυτό τον τρόπο προκύπτουν τεράστια υπερέσοδα, τα οποία οι τράπεζες προκλητικά διανέμουν στη συνέχεια στους μετόχους τους ως μέρισμα.
Παρά τις πιέσεις που δέχονται, οι διοικήσεις των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων δεν φαίνεται να «ιδρώνει το αυτί τους» και συνεχίζουν τις ίδιες τακτικές. Οι ίδιες εκτιμούν πως η «ψαλίδα» θα μειωθεί λόγω της αποκλιμάκωσης των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα, κάτι όμως που δεν θα αλλάξει το ύψος της καταβολής τόκων προς τους καταθέτες.
Είναι χαρακτηριστικό πως τα αντίστοιχα επιτόκια καταθέσεων στην υπόλοιπη Ευρώπη είναι σχεδόν δεκαπλάσια της Ελλάδας και σε περίπτωση που τα υιοθετούσαν στη χώρα μας, τότε δεν θα καταγράφονταν προκλητικά υπερκέρδη, τα οποία η κυβέρνηση αρνείται να φορολογήσει εκτάκτως.
Οι εισπράξεις από τις «λαϊκές προμήθειες»
Αίσθηση προκαλεί το γεγονός πως οι πιο συνηθισμένες προμήθειες που επιβάλουν οι τράπεζες σε καθημερινές συναλλαγές των καταναλωτών δεν αποτελούν πάνω από το 13% του συνόλου των προμηθειών των πιστωτικών ιδρυμάτων. Συγκεκριμένα, οι «λαϊκές» προμήθειες των τεσσάρων συστημικών τραπεζών εκτιμάται πως θα διαμορφωθούν φέτος κοντά στα 60-80 εκατ. ευρώ, ενώ το σύνολο των προμηθειών θα αγγίξουν τα 600 εκατ. ευρώ.
Ακόμα, δηλαδή, και αν προχωρούσαν σε μια ενδεχόμενη μείωσή τους κατά 50%, δεν θα αποτελούσε πλήγμα στα οικονομικά τους αποτελέσματα. Ωστόσο, οι ίδιες τους προηγούμενους μήνες επιδόθηκαν σε μια επικοινωνιακή πολιτική, με την προσφορά συνολικών πακέτων. Δηλαδή, με ένα εφάπαξ ποσό μηνιαία οι πελάτες των τραπεζών διασφάλιζαν χαμηλές προμήθειες στις συναλλαγές τους, κάτι που μέχρι στιγμής φαίνεται πως δεν έχει αποδώσει, δεδομένου πως ελάχιστοι πολίτες διαθέτουν μόνο μια τράπεζα, όπως, επίσης, και οι συνολικές συναλλαγές που πραγματοποιούν κάθε μήνα να μην τους συμφέρει η καταβολή μηνιαίας συνδρομής.
Πηγή: Κυριακάτικη Δημοκρατία