Μόλις το 43% της τελικής τιμής των οπωροκηπευτικών προϊόντων φθάνει στην τσέπη των παραγωγών, ενώ το υπόλοιπο 57% επιμερίζεται στο λιανεμπόριο (24%), στο χονδρεμπόριο (21%) και στο κράτος μέσω του ΦΠΑ (12%). Με δεδομένο ότι μέσα στα κόστη των εμπλεκομένων υπάρχουν και άλλα που σχετίζονται με το κράτος, όπως ο φόρος εισοδήματος επί των κερδών, ειδικοί φόροι κατανάλωσης στα καύσιμα, ο ΕΝΦΙΑ, διάφορα τέλη και οι εργοδοτικές εισφορές στη μισθοδοσία, εκτιμάται ότι πάνω από το 1⁄4 της τελικής τιμής διαμορφώνεται από τους φόρους του Δημοσίου.
Τα συμπεράσματα αυτά προκύπτουν από τη στοχευμένη έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών για το κόστος και τη διαμόρφωση της τιμής της εφοδιαστικής αλυσίδας οπωροκηπευτικών. Η έρευνα διαπιστώνει χαμηλά περιθώρια κέρδους για τους εμπλεκομένους κι απουσία προοπτικών μείωσης στα κόστη που διαμορφώνουν τις τελικές τιμές φρούτων και λαχανικών. «Δεν υπάρχει κάποια κατηγορία κόστους με σημαντικές προοπτικές μείωσης. Το μισθολογικό κόστος δεν αναμένεται να μειωθεί, το κόστος ενέργειας, επίσης, δεν αναμένεται να μειωθεί. Το κόστος των logistics λόγω της πολυπλοκότητας της αγοράς (πολλοί μικροί παραγωγοί και δύσκολη γεωγραφία) και λόγω της φύσης των προϊόντων (νωπά) δεν έχει σημαντικά περιθώρια μείωσης. Ενδεχομένως καλύτερες καιρικές συνθήκες να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη παραγωγή και υψηλότερη παραγωγικότητα, το οποίο να βοηθήσει συνολικά τον κλάδο μέσω των οικονομιών κλίμακας» αναφέρεται στην έρευνα του ΙΕΛΚΑ.
Όσον αφορά την πορεία των τιμών, ο δείκτης εκροών παραγωγού και ο δείκτης τιμών καταναλωτή ακολουθούν τα τελευταία τέσσερα χρόνια αντίστοιχη πορεία. Συγκεκριμένα, οι τιμές των λαχανικών του παραγωγού έχουν αυξηθεί 46,1%, ενώ του καταναλωτή 31,8% και οι τιμές για τα φρούτα του παραγωγού 31,8% και του καταναλωτή 31,3%.
Σχετικά με τις κατηγορίες κόστους, το μεγαλύτερο είναι των logistics, σε ποσοστό 22%, το οποίο περιλαμβάνει καύσιμα, μεταφορές και αποθήκευση.
Ανάλογα το προϊόν, την αξία ανά μονάδα βάρους και τη διατηρισιμότητα αυτό διαφοροποιείται, αλλά σίγουρα είναι το πιο επιβαρυντικό. Ακολουθεί το εργατικό-μισθολογικό κόστος σε ποσοστό 18%, το οποίο σημειώνεται ότι έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, με αρκετά προβλήματα εύρεσης προσωπικού και στη συγκομιδή, αλλά και στο λιανεμπόριο.
Στη συνέχεια συναντάμε το κόστος ενέργειας, με ποσοστό 14%, το οποίο εμφανίζεται σε διάφορα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας, επίσης αυξημένο τα τελευταία χρόνια. Τα υπόλοιπα κόστη είναι οι πρώτες ύλες με 12%, η φύρα με 9% και λοιπά κόστη 2%. Σημαντική κατηγορία είναι και το 12% για τον ΦΠΑ. Τα καθαρά κέρδη προ φόρων των εμπλεκομένων συνολικά είναι 12%, τα οποία ανάλογα με το προϊόν παρουσιάζουν διακυμάνσεις, ενώ υπάρχουν και παραδείγματα στο λιανεμπόριο με ζημίες σε κάποια προϊόντα.
Πηγή: Εφημερίδα Δημοκρατία
Διαβάστε ακόμα:
- Ο «χάρτης» πληρωμών για συντάξεις – επιδόματα
- Επίδομα παιδιού Α21: Πότε ανοίγει η ηλεκτρονική πλατφόρμα
- Φορολαίλαπα 2 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του έτους – Ακτινογραφία των πληρωμών