Το απόλυτο “φιάσκο” της κυβέρνησης στη διαχείριση της τραγωδίας των Τεμπών συνδυαστικά την κοινωνική οργή, την επίδειξη μειωμένων αντανακλαστικών και την άνοδο των κομμάτων που την απειλούν από τα δεξιά φαίνεται ότι οδηγούν σε επίσπευση του κυβερνητικού ανασχηματισμού.
- Από την Ουρανία Γαλανού
Στις προθέσεις του πρωθυπουργού ήταν να προωθηθούν κάποιες δραστικές αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα κοντά στην περίοδο του καλοκαιριού ούτως ώστε το νέο υπουργικό συμβούλιο να εκτελούσε συγχρόνως καθήκοντα και μιας κυβερνητικής task force που θα οδηγούσε τη Νέα Δημοκρατία στις εκλογές του 2027 ή νωρίτερα. Η συσπείρωση της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος γύρω από τις υποψηφιότητες των κ.κ. Κωνσταντίνου Τασούλα και Νικήτα Κακλαμάνη για το Προεδρικό αξίωμα και την Προεδρία της Βουλής ευνοούσαν την υλοποίηση αυτού του σχεδιασμού που ακυρώνεται εκ των πραγμάτων μετά και τις τελευταίες εξελίξεις.
Οι αποκαλύψεις στην υπόθεση Τέμπη αφήνουν πολλαπλώς εκτεθειμένη την κυβέρνηση και την εμφανίζουν υπόλογη για την επιχειρούμενη συγκάλυψη, απέναντι σε ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας που έδειξε την αποστροφή του για τους χειρισμούς στις εντυπωσιακά μεγάλες συγκεντρώσεις που έγιναν για τα θύματα των Τεμπών την προηγούμενη Κυριακή.
Η κυβέρνηση έχει μπροστά της έναν ακόμη μεγάλο κίνδυνο. Να συμπίπτει το πόρισμα του ΕΜΠ για τα αίτια που προκάλεσαν την έκρηξη στις δύο μοιραίες αμαξοστοιχίες με τις εκτιμήσεις των πραγματογνωμόνων που θεωρούν ότι η φωτιά μετά τη σύγκρουση οφείλετο σε εύφλεκτο φορτίο και όχι στα έλαια των μηχανών των δύο τρένων. Κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό για τον ίδιο τον κ. Μητσοτάκη ο οποίος σε συνέντευξή του πριν από έναν χρόνο είχε αποκλείσει κατηγορηματικά αυτήν την πιθανότητα.
Σπάει το Μεταφορών από το Υποδομών , ενώνεται το Μεταναστευτικής Πολιτικής με το Δημόσιας τάξης
Οι αποκαλύψεις βάζουν στο κάδρο πλέον τον ίδιο τον πρωθυπουργό γι’ αυτό και στην συνέντευξή του στον Alpha προσπάθησε να απλοποιηθεί κάθε προσωπικής ευθύνης. Ισχυρίστηκε μάλιστα ότι ο ίδιος ανέλαβε τις πολιτικές ευθύνες που του αναλογούν. Πλέον, ο πρωθυπουργός δέχεται εισηγήσεις για επίσπευση του κυβερνητικού ανασχηματισμού με σοβαρές αλλαγές στο υπουργικό σχήμα που θα περιλαμβάνουν αναδιαρθρώσεις υπουργείων, μετακινήσεις προσώπων, και πολλές εισόδους στο υπουργικό συμβούλιο ώστε το μεγαλύτερο τμήμα της κοινοβουλευτικής ομάδας της ΝΔ να μπορεί να υποστηρίζει στους ψηφοφόρους του έχει διατελέσει μέλος της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Η πρώτη σχεδιαζόμενη δομική αλλαγή, κατά τις πληροφορίες, αφορά το Υπουργείο Μεταφορών και Υποδομών το οποίο ως φαίνεται θα σπάσει στα δύο ούτως ώστε να δοθεί βάρος στον τομέα των Μεταφορών ο οποίος έχει δεχθεί αλλεπάλληλα πλήγματα τα τελευταία χρόνια και όχι μόνο λόγω του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη. Με αυτόν τον τρόπο θα δοθεί έμφαση στις συγκοινωνίες που υποβαθμίζουν τη ζωή των πολιτών λόγω του ανεπίλυτου κυκλοφοριακού προβλήματος σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και θα αποσπαστεί το χαρτοφυλάκιο των Υποδομών που τρέχει τα μεγάλα έργα στη χώρα. Είναι αβέβαιο το μέλλον του κ. Χρήστου Σταϊκούρα ο οποίος σε ό,τι αφορά την υπόθεση Τέμπη έχει προτιμήσει να παραμείνει σιωπηλός χωρίς όμως να έχει να επιδείξει κάποια πρόοδο στα έργα που αφορούν την ασφάλεια των σιδηρόδρομων.
Επίσης, όπως έγραψε η «Εστία» εξετάζεται σοβαρά το ενδεχόμενο να ενσωματωθεί το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής που εμφανίζει τρύπες εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ είτε στο υπουργείο Εσωτερικών είτε στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη.
Σε ό,τι αφορά τα πρόσωπα ισχυροποιούνται οι ενδείξεις πως ο κ. Γιώργος Γεραπετρίτης δεδομένου του “παγώματος” του ελληνοτουρκικού διαλόγου ενδιαφέρεται να επιστρέψει στο Μέγαρο Μαξίμου για να ενισχύσει το εκεί επιτελείο που εσχάτως και μετά την απομάκρυνση των κ.κ Μπρατάκου και Παπασταύρου εμφανίζει κενά. Στην κυβέρνηση και στα παλαιότερά του καθήκοντα ως υπουργός Επικρατείας μπορεί να επιστρέψει ο κ. Σταύρος Παπασταύρου. Σε περίπτωση που ορφανέψει η θέση του υπουργού Εξωτερικών φημολογείται ότι ο κ. Κωστής Χατζηδάκης ενδιαφέρεται να μετακομίσει σε έναν πιο «ζεν» υπουργικό ρόλο που θα βάλει φρένο στην πτώση της δημοτικότητάς του.
Από την άλλη πολλές συζητήσεις εστιάζουν στην επιλογή να αξιοποιηθούν ως υφυπουργοί πολλοί βουλευτές της ΝΔ που διαμαρτύρονται γιατί στα έξι χρόνια διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας μπαίνουν σε υπουργικά κτίρια μόνο ως επισκέπτες και θεωρούν ότι αντιμετωπίζουν κίνδυνο εκλογιμότητας στις περιφέρειές τους. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι μπορεί να σχηματιστεί μία πολυπληθής κυβέρνηση μαμούθ που θα συσσωρεύσει προβλήματα παρά θα επιλύσει, όμως ο κ. Μητσοτάκης όπως απέδειξε με τις τελευταίες επιλογές του «ζυγίζει» πλέον περισσότερο τις αντιδράσεις του γαλάζιου ακροατηρίου.
Στην εξίσωση των όποιων αποφάσεων μπαίνει ασφαλώς και το Συνέδριο της άνοιξης για τη Νέα Δημοκρατία όπου αναμένεται να καταγραφούν οι νέοι κομματικοί συσχετισμοί. Απόντος του κ. Αντώνη Σαμαρά ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης δεν περιμένει εκπλήξεις και διατύπωση έντονης κριτικής. Αυτό που τον ενδιαφέρει είναι η θέση που θα πάρουν στο σημερινό νεοδημοκρατικό τοπίο πρόσωπα που «χτίζουν» από τώρα το μέλλον τους στο εσωτερικό του κόμματος.
Θα έχει επομένως ενδιαφέρον η ισχύς που θα επιδιώξει στην εσωκομματική διαδικασία το δίδυμο Γρηγόρης Δημητριάδης και Νίκος Χαρδαλιάς, πρόσωπα που βρίσκονται σε απόσταση από το Μέγαρο Μαξίμου αλλά διατηρούν μεταξύ τους στενή συνεργασία. Όπως επίσης ενδιαφέρον προσλαμβάνει και η δραστηριοποίηση ενός ακόμη δημοφιλούς διδύμου υπουργών, ενός ακραιφνώς δεξιού κι ενός πασοκογενούς, των κ.κ. Νίκου Δένδια και Κυριάκου Πιερρακάκη που όλα δείχνουν ότι σχεδιάζει μεθοδικά την «επόμενη ημέρα» στη Νέα Δημοκρατία, κοινώς τη μετά Μητσοτάκη εποχή.
Η αντίδραση της αντιπολίτευσης
Η αντιπολίτευση του προοδευτικού πόλου δεν μπορεί παρά να παρακολουθεί εξ αποστάσεως τις εξελίξεις που σχετίζονται με την διαμόρφωση της νέας κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Όλα τα δεδομένα δείχνουν πως δεν συντρέχουν ακόμη οι συνθήκες που θα μπορούσαν να φέρουν πιο κοντά το ΠΑΣΟΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ, ούτε καν τον ΣΥΡΙΖΑ με τη Νέα Αριστερά. Η απαιτούμενη σύμπλευση ώστε να συντονιστούν κάποιες πρωτοβουλίες σε κοινοβουλευτικό επίπεδο είναι δύσκολο τους επόμενους μήνες να μετεξελιχθεί σε κάτι πιο στενό που θα αφήνει περιθώρια περαιτέρω συνεργασίας.
Τουλάχιστον όχι εντός του 2025 όπως αναφέρουν παράγοντες της αξιωματικής αντιπολίτευσης που αφήνουν να εννοηθεί ότι το ΠΑΣΟΚ πρώτα θα μετρήσει τις δυνάμεις του κι έπειτα θα αποφασίσει για τα επόμενα βήματά του. Στον ΣΥΡΙΖΑ από την άλλη φαίνεται ότι έχουν θέσει ως deadline για την επίτευξη ευρύτερων συνεργασιών το συνέδριο του κόμματος που θα πραγματοποιηθεί το Μάιο. Εάν έως τότε δεν τελεσφορήσουν οι προσπάθειες συμπόρευσης τότε θα σταματήσουν οι προσκλήσεις και προς το ΠΑΣΟΚ και προς τη Νέα Αριστερά.
Πηγή: Εστία της Κυριακής