Η Κίνα αντέδρασε έντονα στις τελευταίες εμπορικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν από τις ΗΠΑ, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να επιβάλλουν δασμούς 10% σε κινεζικές εισαγωγές. Η κινεζική κυβέρνηση, μέσω του Υπουργείου Οικονομικών της, ανακοίνωσε ένα ευρύ πακέτο αντιμέτρων κατά των ΗΠΑ.
Από τις 10 Φεβρουαρίου 2025, η Κίνα θα επιβάλει νέους δασμούς 15% σε διάφορους τύπους άνθρακα και υγροποιημένο φυσικό αέριο, καθώς και 10% σε ακατέργαστο πετρέλαιο, γεωργικά μηχανήματα και μεγάλα αυτοκίνητα. Παράλληλα, η Κίνα ανακοίνωσε την επιβολή εξαγωγικών περιορισμών σε πάνω από 25 μέταλλα και σχετικές τεχνολογίες, όπως το βολφράμιο και το τελλούριο, τα οποία χρησιμοποιούνται σε βιομηχανικές και αμυντικές εφαρμογές.
Η κίνηση αυτή έρχεται σε συνέχεια των νέων δασμών που ανακοίνωσε ο Λευκός Οίκος για κινεζικές εισαγωγές, οι οποίοι ανέρχονται σε 10% και αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης πολιτικής του Τραμπ, που περιλαμβάνει και άλλες χώρες, όπως το Μεξικό και ο Καναδάς. Η Κίνα αντέδρασε με έντονο τρόπο, καταδικάζοντας τις ενέργειες των ΗΠΑ και υπογραμμίζοντας την επίθεση κατά του πολυμερούς εμπορικού συστήματος. Παρά τις αντιδράσεις, η Κίνα διαμήνυσε ότι παραμένει ανοιχτή σε διάλογο και συνεργασία, αν και δεν αποκλείει την προσφυγή στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ).
Η στρατηγική της Κίνας δείχνει να είναι πιο συγκρατημένη σε σύγκριση με τις ακραίες απειλές του Τραμπ για αυξημένους δασμούς κατά της Κίνας, φτάνοντας σε ποσοστά έως και 60%. Σύμφωνα με αναλύσεις, οι κινεζικοί δασμοί επηρεάζουν μόλις το 12% της συνολικής αξίας των αμερικανικών εξαγωγών προς την Κίνα, ενώ ο αντίκτυπος αυτών των μέτρων στην αμερικανική οικονομία φαίνεται να είναι περιορισμένος. Ωστόσο, η Κίνα συνεχίζει να τονίζει ότι οι ΗΠΑ υπονομεύουν τις βάσεις του διεθνούς εμπορίου, εντείνοντας τις εντάσεις μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομικών δυνάμεων στον κόσμο.
Η τρέχουσα κατάσταση δείχνει ότι ενδέχεται να ξεκινήσει ένας νέος εμπορικός πόλεμος, με την Κίνα να προσπαθεί να προστατεύσει τα συμφέροντά της χωρίς να οδηγήσει σε πλήρη ρήξη. Αντίστοιχα, ο Τραμπ συνεχίζει να υποστηρίζει ότι οι πολιτικές του στοχεύουν στην αναβάθμιση της αμερικανικής οικονομίας και την καταπολέμηση προβλημάτων όπως η παράνομη μετανάστευση και η διακίνηση φεντανύλης, με την Κίνα να κατηγορείται ότι συντελεί στην παραγωγή χημικών για τη δημιουργία του συγκεκριμένου ναρκωτικού.