Το έγκλημα των Τεμπών έχει αποδείξει, ακόμα και στους πλέον ανυποψίαστους συμπολίτες μας, ότι οι κυβερνήσεις -και συγκεκριμένα ο πρωθυπουργός- μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν, με οποιονδήποτε τρόπο βρουν πρόσφορο, χωρίς να νιώθουν πως μπορεί να τους σταματήσει κάποιος.
Η δομή και η γενικότερη κατεύθυνση που έχει πάρει το χρεοκοπημένο και παρακμάζον κράτος μας παραπέμπουν περισσότερο σε χώρο που ανήκει στην εκτελεστική εξουσία και όχι σε χώρα.
Ο εκάστοτε πρωθυπουργός αντιμετωπίζει το κράτος σαν τσιφλίκι του -πρακτική που στην περίοδο Μητσοτάκη εκδηλώνεται με απροκάλυπτο τρόπο-, το οποίο διαθέτει προς χρήση από τους ισχυρούς… ενδιαφερομένους.
Δεν υπάρχει Δικαιοσύνη να τον ελέγξει, δεν υφίσταται νομοθετική εξουσία που θα φρενάρει τις επιδιώξεις του, δεν έχουν την παραμικρή ισχύ (και ενίοτε την πρόθεση) οι περιβόητες «ανεξάρτητες» Αρχές για να λειτουργήσουν σαν ασπίδα της κοινωνίας απέναντι στην αυθαιρεσία της εξουσίας.
Η διάκριση των εξουσιών είναι μια συνταγματική πρόνοια που η ισχύς της περιορίζεται στο τυπωμένο χαρτί. Στην πραγματικότητα η εξουσία είναι μία: όποιου καταλάβει την πλειοψηφία εδρών στη Βουλή.
Οι περισσότεροι Ελληνες, όταν καταφεύγουν στα δικαστήρια για υπόθεσή τους, είναι πεπεισμένοι ότι δεν θα βρουν το δίκιο τους αν ο αντίδικός τους είναι ισχυρότερος οικονομικά ή πολιτικά. Δεν ακούγεται πλέον ούτε σαν αστείο ότι υπάρχει ανεξάρτητη Δικαιοσύνη. Στη συμβολική και τόσο «εύγλωττη» περίπτωση του εγκλήματος των Τεμπών οι συγγενείς των θυμάτων δεν έχουν πάψει ούτε μέρα να καταγγέλλουν πως τη Δικαιοσύνη την έχουν δει να στέκεται απέναντί τους και όχι δίπλα τους. Κάθε προσπάθειά τους να βγει στο φως η αλήθεια έβρισκε αντιστάσεις από δικαστικούς λειτουργούς, που εκ καθήκοντος θα όφειλαν να παρέχουν βοήθεια. Αναμενόμενα τα παραπάνω, μια και στην Ελλάδα η ηγεσία της Δικαιοσύνης διορίζεται από την κυβέρνηση και, ειδικότερα, από τον πρωθυπουργό.
Επιπλέον, η νομοθετική εξουσία δεν αποτελεί τίποτε άλλο παρά εργαλείο του πρωθυπουργού ή του αρχηγού κόμματος, ο οποίος λειτουργεί σαν «αφεντικό» των βουλευτών του. Οι βουλευτές, οποτεδήποτε τίθεται το -αντισυνταγματικό και προσβλητικό για την προσωπικότητα κάθε αξιοπρεπούς ανθρώπου- ζήτημα της κομματικής «πειθαρχίας», ακολουθούν σαν πρόβατα την κομματική «γραμμή».
Και οι «ανεξάρτητες» Αρχές, οι υπηρεσίες και οι οργανισμοί του Δημοσίου αποκτούν προέδρους και μέλη αρεστά στους κομματάρχες και το συνολικό αποτέλεσμα είναι αυτό που βιώνουμε σήμερα. Ανυποληψία, παρακμή, μαφιοζοποίηση του κράτους, δημογραφική συρρίκνωση, πτώση του πνευματικού επιπέδου των πολιτών και πολιτισμικός μαρασμός.
Αν η Ελλάδα δεν αποκτήσει θεσμούς με ουσία και ηθική λειτουργία, το κράτος χάνει το νόημα της ύπαρξής του.
Επιπλέον, η ανυπαρξία θεσμών είναι κάτι που καταστρέφει όχι μόνο το κράτος, αλλά και το ίδιο το έθνος μας. Η ένσαρκη εκδήλωση του ελληνικού έθνους, ο λαός, «εκπαιδεύεται» για να ζει σε καθεστώς ανυποληψίας και εξάρτησης από τη φαύλη εξουσία. Κι αυτό είναι κατάντια χειρότερη από θάνατο.
Πηγή: Κυριακάτικη Δημοκρατία