Μετά από δέκα χρόνια μάχης με τη νόσο του Πάρκινσον, γεμάτα σωματική εξάντληση και ψυχική δοκιμασία, ο Γάλλος προγραμματιστής Pierre Cousein παίρνει τη ζωή –και τον θάνατο– στα χέρια του. Ο 48χρονος βρίσκεται στο κατώφλι της ιατρικά υποβοηθούμενης ευθανασίας, σε μια κλινική στις Βρυξέλλες, και μοιράζεται δημόσια την απόφασή του με απρόσμενη δύναμη, χιούμορ και αξιοπρέπεια. Σε μια βαθιά ανθρώπινη εξομολόγηση, μιλά για τις τελευταίες του επιθυμίες, τον φόβο, τη συμφιλίωση με το τέλος και τη σημασία του να ζεις κάθε στιγμή με ελευθερία και αυθεντικότητα.
Σε συνέντευξή που παραχώρησε στο Franceinfo πριν από δύο ημέρες, εξομολογείται πως ναι μεν σήμερα πρόκειται να τελειώσει η ζωή του, αλλά «δεν έχει νιώσει ποτέ τόσο ζωντανός», σχολιάζοντας την απόφασή του για την ευθανασία.
«Δεν ξέρω αν είναι οι τελευταίες στιγμές που κάνουν αυτό το πράγμα πιο όμορφο, ή αν είναι το ταμπού που καταρρίπτει η έλευση του θανάτου, αλλά δεν υπάρχει πια εκείνο το φρένο που μας κάνει να αναβάλλουμε τα πράγματα, να λέμε ότι μπορούμε να τα κάνουμε αργότερα…», αναφέρει και συνεχίζει: «Ανοιγόμαστε εντελώς. Η κλεψύδρα αναποδογυρίζει και αφιερώνουμε χρόνο να πούμε τα πράγματα τη στιγμή που τα νιώθουμε. Είναι πιο όμορφο γιατί είναι πιο ελεύθερο».
Παρά τη φαρμακευτική αγωγή που έχει λάβει, η εκφυλιστική φύση της νόσου του Πάρκινσον ανάγκασε τον Cousein να πάρει αναρρωτική άδεια πριν από δύο χρόνια. Έκτοτε, τα πράγματα χειροτέρεψαν και ο ίδιος δεν κατάφερε να επιστρέψει στην εργασία του. «Όταν έχεις Πάρκινσον, φτάνεις σε ένα σημείο που δεν μπορείς να πλυθείς μόνος σου, δεν μπορείς να ντυθείς μόνος σου, δεν μπορείς να φας μόνος σου. Για μένα ήταν αδιανόητο να φτάσω σε αυτό το σημείο», εξηγεί, κάνοντας σαφές πως οι διάφορες θεραπείες που του συνέστησαν οι γιατροί αποδείχθηκαν αναποτελεσματικές.
«Η νόσος του Πάρκινσον είναι στην πραγματικότητα μια ανίατη, νευροεκφυλιστική ασθένεια. Συνήθως το αντισταθμίζουμε με φάρμακα, πράγματα που είναι λίγο πιο σοβαρά, είτε πρόκειται για βαθιά εγκεφαλική διέγερση, διαδερμικές αντλίες κ.λπ. Και το πρόβλημα ήταν ότι οι διάφορες θεραπείες δεν ήταν αποτελεσματικές. Από εκεί λοιπόν, κατευθυνόμουν σε έναν τοίχο, με την πιθανότητα να καταλήξω κατάκοιτος σε ένα κρεβάτι νοσοκομείου σε νευροθάλαμο. Και κάπου πρέπει να αποχαιρετήσω τους αγαπημένους μου σε ένα σκηνικό που ήταν πολύ λιγότερο ευχάριστο από εκεί, με τον βόρειο ήλιο», συμπληρώνει.
«Η ασθένεια είναι βάρβαρη, μας προκαλεί σωματικό και ψυχικό πόνο»
Ο ίδιος αρνείτο να καταλήξει καθηλωμένος σε ένα νοσοκομειακό κρεβάτι και άρχισε να σκέφτεται την επιλογή της ευθανασίας. Με τη βοήθεια του Συλλόγου «Accompagner mon choix de fin de vie» και των ψυχολόγων του, πήρε τελικά την απόφασή του πριν από μερικούς μήνες να πάει σε μια κλινική στις Βρυξέλλες για να βάλει τέλος στη ζωή του. «Η ασθένεια είναι βάρβαρη, μας προκαλεί σωματικό και ψυχικό πόνο. Τώρα, το ερώτημα είναι αν θα γίνουμε συνένοχοι στη βαρβαρότητα της ασθένειας ή όχι», προσθέτει, τονίζοντας πως η απόφασή του αυτή δεν ήταν εύκολη για τους οικείους του. Ο 48χρονος πέρασε πολύ χρόνο με την οικογένειά του, τους φίλους του, τους συναδέλφους του, για να τους εξηγήσει την προσέγγισή του και τα συναισθήματά του καθώς πλησιάζει ο θάνατος, τον οποίο δεν βλέπει ως το τέλος, αλλά ως μια νέα αρχή.
«Είτε είναι νιρβάνα βίκινγκ είτε καθολικός παράδεισος, δεν έχω ιδέα… Θα δω ποιος θα μου σφίξει το χέρι μετά», αστειεύτηκε και κατέληξε: «Όσο οι φίλοι θα σκέφτονται εμένα, όσο θα μοιράζονται μπίρες, μπάρμπεκιου, ιδέες, περιπάτους με την ανάμνησή μου, θα παραμείνω κοντά τους. Θα είναι σχεδόν πιο εύκολο να με καλέσουν, θα αρκεί να μιλήσουν στον ήχο του ανέμου».