Η πιο επιτυχημένη πολιτική για την αντιμετώπιση οικονομικών κρίσεων, σαν αυτή που βιώνουμε λόγω των μέτρων που έχουν επιβληθεί για την αντιμετώπιση του Covid-19, είναι «σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, μία αρχικά δυναμική δημοσιονομική αντίδραση (μεγάλα πακέτα οικονομικής ενίσχυσης).
Αυτό είναι ευκολότερο όταν τα δημοσιονομικά στοιχεία μιας χώρας είναι από πριν ισχυρά ή όταν οι οικονομίες έχουν κεντρικές τράπεζες που μπορούν να προβούν σε ποσοτική χαλάρωση για να βοηθήσουν τη χρηματοδότηση μιας τέτοιας δημοσιονομικής αντίδρασης. Δηλαδή, όταν οι κεντρικές τράπεζες μπορούν να κρατήσουν το κόστος δανεισμού χαμηλό αγοράζοντας μεγάλες ποσότητες κυβερνητικού χρέους.
Στην Ευρώπη, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) μπορεί δυνητικά να παίξει αυτό τον ρόλο. Εντούτοις, υπάρχουν ενδεχομένως κάποιοι περιορισμοί στο κατά πόσο μπορεί πραγματικά και στο κατά πόσο τελικά θα το κάνει αυτό στην πράξη».
Την παραπάνω άποψη διατύπωσε αποκλειστικά στην «κυριακάτικη δημοκρατία» ο Άνταμ Σλάτερ, επικεφαλής οικονομολόγος της εταιρίας Oxford Economics, που έχει έδρα στο Ηνωμένο Βασίλειο και αποτελεί μία από τις κορυφαίες εταιρίες οικονομολόγων και αναλυτών σε όλο τον κόσμο. Έχοντας δουλέψει επί σειρά ετών στο City του Λονδίνου ως αναλυτής διαφορετικών οικονομιών σε ολόκληρο τον πλανήτη, πριν βρεθεί στην ηγετική θέση της Oxford Economics, ο κ. Σλάτερ μοιάζει να μη συμμερίζεται όσα διατυπώνονται από πολιτικά στόματα, πως δηλαδή η ευρωζώνη μπορεί να αντιμετωπίσει πιο δυναμικά την κρίση και εξαιτίας της παρουσίας της ΕΚΤ.
Η Oxford Economics ήταν από τις πρώτες εταιρίες που πριν από λίγες μέρες έδωσε στη δημοσιότητα μια αναλυτική πρόβλεψη για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας μετά το «χτύπημα» του κορωνοϊού. Σύμφωνα με αυτές, το παγκόσμιο ΑΕΠ πρόκειται θα συρρικνωθεί κατά 2,8% στη διάρκεια του 2020 – συρρίκνωση διπλάσια από εκείνη μετά την οικονομική κρίση του 2019. Όλα αυτά, βέβαια, με βάση το καλό σενάριο, σύμφωνα με το οποίο τα περιοριστικά μέτρα θα κρατήσουν 6-12 εβδομάδες.
Συρρίκνωση κατά 8%
Στο κακό σενάριο, εάν δηλαδή τα περιοριστικά μέτρα επανέλθουν εξαιτίας μιας δεύτερης έκρηξης του ιού, τότε το παγκόσμιο ΑΕΠ θα συρρικνωθεί κατά 8%, η παγκόσμια οικονομία θα αρχίσει να επανακάμπτει το 2022, ενώ η ανεργία θα εκτιναχτεί ραγδαία, φτάνοντας σε παγκόσμιο επίπεδο το 10% από 5,2% που κινήθηκε στη διάρκεια του 2019. Φυσικά, οι αναλυτές επισημαίνουν πως για το αρνητικό σενάριο δεν υπάρχουν παρόμοια στοιχεία στο σύστημά τους για τα τελευταία 50 χρόνια, ώστε να γίνουν οι απαραίτητες συγκρίσεις.
Περισσότερο απ’ όλες τις χώρες, φυσικά, θα χτυπηθούν, σύμφωνα με την Oxford Economics, οι αναδυόμενες οικονομίες, στις οποίες η ανάκαμψη θα έρθει ακόμη πιο αργά. Στο ερώτημά μας αν το γεγονός αυτό πρόκειται να προκαλέσει επιπλέον προβλήματα στην παγκόσμια οικονομία κι αν πρόκειται να δούμε την οικονομική ψαλίδα να ανοίγει ακόμη και μεταξύ αναπτυγμένων οικονομιών, ο κ. Σλάτερ απαντά:
«Καθώς στις αναδυόμενες οικονομίες αντιστοιχούσε ένα μεγάλο τμήμα της παγκόσμιας ανάπτυξης, η πιο αργή ανάκαμψη σε αυτές τις χώρες θα κρατά πίσω τη ζήτηση σε ολόκληρο τον κόσμο. Είναι επίσης πιθανόν να υπάρξουν κάποια προβλήματα αδυναμίας εξόφλησης χρέους στις αναδυόμενες οικονομίες, γεγονός που θα αυξήσει την οικονομική πίεση παγκοσμίως.
Φυσικά, η οικονομική ψαλίδα μπορεί να ανοίξει και μεταξύ των ανεπτυγμένων οικονομιών, αλλά αυτό θα εξαρτηθεί από τους εξής παράγοντες: 1) Από την αρχική δημοσιονομική αντίδραση, η οποία θα δείξει κατά πόσο οι χώρες μπορούν να υποστηρίξουν τις επιχειρήσεις και την εργασία στη διάρκεια των περιοριστικών μέτρων, αλλά και κατά πόσο μπορούν να επανεκκινήσουν την οικονομία, όταν πλέον ο ιός θα βρίσκεται υπό έλεγχο. 2) Από το εάν η χαμηλή οικονομική επίδοση εξαιτίας του κορωνοϊού προκαλέσει προβλήματα στον τραπεζικό τομέα, εάν δηλαδή δούμε πτωχεύσεις τραπεζών. Αυτό είναι ένα θέμα το οποίο μπορεί να εμφανιστεί πιο έντονα σε χώρες που είχαν από πριν αδύναμο τραπεζικό σύστημα. 3) Από το εάν η χαμηλή οικονομική επίδοση λόγω του ιού σπρώξει κάποιες οικονομίες σε αποπληθωριστικό σπιράλ».
«Η πρόβλεψη μας δείχνει συρρίκνωση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 2,8%»
Και καθώς ο πλανήτης μοιάζει να αντιμετωπίζει το βαθύτερο συστημικό πρόβλημα στη σύγχρονη Ιστορία εξαιτίας ενός ιού, η διαχείριση του οποίου θα τραβήξει μεγάλο χρονικό διάστημα, δεν θα μπορούσαμε να μη ρωτήσουμε τον κ. Σλάτερ εάν όλοι οι τομείς πάνω στους οποίους βασίζεται σήμερα η παγκόσμια οικονομία, όπως η παγκοσμιοποίηση, η μετακίνηση των πληθυσμών και η κυριαρχία του ιδιωτικού τομέα, έχουν καταρρεύσει χωρίς επιστροφή.
«Σίγουρα θα αντιμετωπίσουμε μια βαθιά, παγκόσμια ύφεση αυτή τη χρονιά. Η πρόβλεψη μας μιλάει για συρρίκνωση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 2,8%. Δηλαδή τα πράγματα είναι χειρότερα από την παγκόσμια οικονομική κρίση. Επίσης, βλέπουμε πως οι κυβερνήσεις παίζουν μεγάλο ρόλο στις εξελίξεις -πρωτόγνωρο εν καιρώ ειρήνης- στη στήριξη των επιχειρήσεων και της εργασίας κατά τη διάρκεια εφαρμογής των περιοριστικών μέτρων. Μπορεί να υπάρξουν και μακροπρόθεσμες αρνητικές συνέπειες στο παγκόσμιο εμπόριο και στην παγκοσμιοποίηση, αλλά είναι πολύ νωρίς για να κάνουμε τέτοιες προβλέψεις. Εν πολλοίς, θα εξαρτηθεί από το εάν ο συγκεκριμένος κορωνοϊός χαρακτηριστεί πανδημία μόνο μία φορά ή από το εάν αποδειχθεί πιο μακροχρόνια απειλή».
Αναπόφευκτο τελευταίο ερώτημα ήταν αν θα δούμε ολοκληρωτικές αλλαγές στην οικονομική πολιτική κρατών. Εάν, για παράδειγμα, θα δούμε ένα κομμάτι της βιομηχανικής παραγωγής να επιστρέφει από την Ασία στην Ευρώπη, αλλά και το τι πρέπει να κάνουν χώρες όπως η Ελλάδα, οι οποίες βασίζουν την οικονομία τους στον τομέα των υπηρεσιών για να ανακάμψουν.
«Είναι πιθανόν να δούμε κάποια επιστροφή της βιομηχανίας στην Ευρώπη, για λόγους ασφαλείας, σε τομείς της παραγωγής όπως είναι ο ιατρικός εξοπλισμός και βασικές φαρμακευτικές ουσίες. Αλλά, όπως ανέφερα και παραπάνω, είναι νωρίς για να κάνουμε εικασίες για τις συνέπειες σε πιο ευρεία γκάμα. Θα υπάρξει ένα πιθανό μακροπρόθεσμο πρόβλημα για τις χώρες που βασίζονται στον τουρισμό, εάν τα διεθνή ταξίδια μειωθούν σε κλίμακα ή εάν επιβληθούν περιορισμοί για βιολογικούς λόγους ασφαλείας. Αλλά πολλά από αυτά θα εξαρτηθούν από το εάν νέα κύματα του ιού αποδειχθούν εξαιρετικά επικίνδυνα».