Κηδεύτηκε χθες ο Γιάννης Φιλιππάκος, ενός από τους σημαντικότερους αγωνιστές του εθνικού κινήματος. Η τελετή έμοιαζε με τον χαρακτήρα του. Ήταν λιτή ίσως σε βαθμό υπερβολικό. Αίμα της Μέσα Μάνης ο Γιάννης. Δεν του άρεσαν οι φιοριτούρες.
Ετάφη στο νεκροταφείο Παλαιού Φαλήρου. Η τελευταία εικόνα ήταν ένα φέρετρο, κλειστό, τυλιγμένο με σελοφάν, να κατεβαίνει στο χώμα. Οι νεκροπομποί με μάσκες και στολές. Λιγοστοί συγγενείς και συναγωνιστές παρόντες αφού η κυβέρνηση ουσιαστικά έχει απαγορεύσει τον αποχαιρετισμό στους νεκρούς. Τα πομπώδη ξόδια οι κλειδοκράτορες της παρακμής τα κρατούν για τους εαυτούς τους και τους συνεταίρους τους.
Ο Γιάννης Φιλιππάκος, από την Τρίτη, έχει για σπίτι του μια μικρή γωνιά ελληνικής γης, την οποία την πλήρωσε με 57 χρόνια ύπαρξης και 40 χρόνια διαρκούς αγώνα και αδιάκοπης σποράς πατριωτικών ιδεών στα στέρφα μεταπολιτευτικά χωράφια. Απέσβετο το λάλον ύδωρ αλλά η φωνή της Ελλάδας ηχούσε δυνατά εντός του.
Γεννήθηκε στον Πειραιά στις 23/12/1962. Πέθανε στο νοσοκομείο Σωτηρία, χτυπημένος από κορωνοϊό στις 2/5/2020. Ήταν το δεύτερο παιδί της οικογένειας. Αφήνει πίσω του δυο αδελφές και χιλιάδες εθνικιστές συναγωνιστές του, που θα θυμούνται πάντα το φωτεινό κι ειλικρινές χαμόγελό του, την παρουσία σε όλα τα εθνικά προσκλητήρια του και το κοφτερό μυαλό του. Έκανε σπουδές μηχανολόγου ηλεκτρολόγου στην Ιταλία και ζούσε στο Παλαιό Φάληρο από το 1984.
Ο Γιάννης Φιλιππάκος βρίσκεται πλέον στον ίδιο πεδίο με ένα από τα μεγαλύτερα καμάρια του: τον ηρωικό ταγματάρχη Κυριάκο Φιλιππάκο, που ήταν αδελφός του παππού του και πολέμησε το ‘40-41 εναντίον Ιταλών και Γερμανών, συνέχισε να πολεμά στη Μέση Ανατολή και επιβίωσε ως δεσμώτης γερμανικό στρατόπεδο συγκέντρωσης. Μετά την απελευθέρωση ο Κυριάκος Φιλιππάκος πολέμησε στον αντισυμμοριακό αγώνα και σκοτώθηκε στη μάχη της Φλώρινας το ’49.
Ο πικρός αποχαιρετισμός έκλεισε με τον εθνικό ύμνο. Πριν απ’ αυτόν οι συναγωνιστές του Γιάννη τραγούδησαν στίχους από το ποίημα που άφησε ο 19χρονος μάρτυρας της ΕΟΚΑ, Ευαγόρας Παλληκαρίδης, πριν βγει στο βουνό. Αυτό το ποίημα έμελλε να γίνει ο ύμνος του ΕΝΕΚ:
«Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά…»