Τις πέντε βασικές αλλαγές που φέρνει για όσους έχουν παράλληλη ασφάλιση ο πρόσφατος νόμος Βρούτση (ν. 4670/2020) στην αξιοποίηση του χρόνου πολλαπλής εργασίας πριν και μετά την 1η Ιανουαρίου 2017, καθώς και τον υπολογισμό των κύριων αλλά και των επικουρικών συντάξεών τους περιγράφει η σχετική ερμηνευτική εγκύκλιος που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα. Σύμφωνα με την εγκύκλιο, τα νέα δεδομένα για όσους έχουν παράλληλη ασφάλιση είναι τα εξής:
- Βάσει του νόμου, η παράλληλη ασφάλιση αναφέρεται στα χρονικά διαστήματα που έχουν διανυθεί έως τις 31 Δεκεμβρίου 2016 σε δύο ή περισσότερους ασφαλιστικούς φορείς που εντάχθηκαν στον e-ΕΦΚΑ και για τα οποία έχουν καταβληθεί οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές.
- Μετά τη λειτουργία του ΕΦΚΑ, από την 1η Ιανουαρίου 2017 και εφεξής, υφίσταται μόνο παράλληλη απασχόληση για τα χρονικά διαστήματα σε σχέση με τα οποία έχουν καταβληθεί περισσότερες της μιας ασφαλιστικές εισφορές στον ΕΦΚΑ. Τα χρονικά διαστήματα αυτά θεωρούνται ενιαίος χρόνος ασφάλισης για κύρια σύνταξη.
Συγκεκριμένα, μετά την 1η Ιανουαρίου 2017 υφίσταται μόνο η έννοια της παράλληλης απασχόλησης, κατά τη διάρκεια της οποίας καταβάλλονται στον ΕΦΚΑ περισσότερες της μιας ασφαλιστικές εισφορές για την εκ παραλλήλου άσκηση: α) μισθωτής εργασίας σε περισσότερους του ενός εργοδότες ή β) μισθωτής εργασίας και αυτοτελούς ή ελεύθερου επαγγέλματος ή αγροτικής απασχόλησης και γ) αυτοτελούς και ελεύθερου επαγγέλματος ή αγροτικού επαγγέλματος.
- Προκειμένου για τη θεμελίωση αυτοτελούς συνταξιοδοτικού δικαιώματος το χρονικό διάστημα παράλληλης απασχόλησης που έχει διανυθεί στον ΕΦΚΑ μετά την 1η Ιανουαρίου 2017 προσμετράται, κατ’ επιλογήν του ασφαλισμένου, στον ασφαλιστικό χρόνο ενός από τους ενταχθέντες στο Υπερταμείο φορείς, στον οποίο έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές. Το δικαίωμα ασκείται κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης για απονομή κύριας σύνταξης.
- Ο χρόνος ασφάλισης έως τις 31 Δεκεμβρίου 2016 στον ενταχθέντα στον ΕΦΚΑ φορέα και ο χρόνος ασφάλισης που έχει διανυθεί από την 1η Ιανουαρίου 2017 και μετά (με τον οποίο θεμελιώνεται το συνταξιοδοτικό δικαίωμα) λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της εθνικής και ανταποδοτικής σύνταξης.
Για τον χρόνο ασφάλισης έως τις 31 Δεκεμβρίου 2016 στον άλλο φορέα που δεν έχει ληφθεί υπόψη για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, χορηγείται επιπλέον παροχή για κάθε έτος που έχει καταβληθεί επιπλέον εισφορά, η οποία υπολογίζεται με ετήσιο ποσοστό αναπλήρωσης 0,075% για καθεμία ποσοστιαία μονάδα, επιπλέον εισφοράς.
- Η επικουρική σύνταξη για όσους συνταξιοδοτούνται (ή έχουν υποβάλει αίτηση) από την 1η Ιανουαρίου 2015 και μετά αποτελείται από το άθροισμα δύο τμημάτων: α) το τμήμα σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισης έως 31/12/2014 (υπολογίζεται με βάση ποσοστό αναπλήρωσης 0,45% επί των συντάξιμων αποδοχών κάθε ασφαλισμένου που υποβλήθηκαν σε εισφορές επικουρικής ασφάλισης επί τα έτη ασφάλισης) και β) το τμήμα σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισης από 1/1/2015 και εφεξής, το οποίο υπολογίζεται με βάση το ύψος των συσσωρευμένων εισφορών στην ατομική μερίδα του ασφαλισμένου και το προσδόκιμο ζωής κατά τη συνταξιοδότηση.
Πώς διαμορφώνονται οι συντάξεις με το νέο καθεστώς
Για παράδειγμα, ιδιοκτήτης εμπορικής επιχείρησης ασφαλισμένος στον πρώην ΟΑΕΕ από το 1980 έως και το 2016, ο οποίος εργάζεται παράλληλα ως υπάλληλος, ασφαλισμένος στο πρώην ΙΚΑ από την 01/01/2005 έως τις 31/12/2016 και από την 01/01/2017 έως τις 31/12/2020 συνεχίζει και τις δύο δραστηριότητες για τις οποίες καταβάλλει τις προβλεπόμενες από τη νομοθεσία ασφαλιστικές εισφορές στον e-ΕΦΚΑ. Ο ενιαίος χρόνος παράλληλης απασχόλησης από 01/01/2017 έως 31/12/2020 δύναται, κατ’ επιλογήν του ασφαλισμένου, να αξιοποιηθεί προκειμένου να θεμελιωθεί αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα με τις καταστατικές διατάξεις είτε του πρώην ΙΚΑ είτε του πρώην ΟΑΕΕ.
Ο ασφαλισμένος έχοντας συμπληρώσει το 62ο έτος θεμελιώνει συνταξιοδοτικό δικαίωμα τόσο με τις καταστατικές διατάξεις του πρώην ΙΚΑ (μειωμένη σύνταξη με 15 έτη ασφάλισης στο 62ο έτος) όσο και με αυτές του πρώην ΟΑΕΕ (πλήρης σύνταξη με 40 έτη ασφάλισης στα 62). Προφανώς ο ασφαλισμένος θα επιλέξει να συνταξιοδοτηθεί με τις διατάξεις του πρώην ΟΑΕΕ.
Το ποσό που θα λάβει από τον e-ΕΦΚΑ θα υπολογιστεί ως εξής:
- Εθνική σύνταξη: 384 ευρώ.
- Ανταποδοτική σύνταξη που προκύπτει από τα ποσοστά αναπλήρωσης του χρόνου ασφάλισης των 41 ετών (1980-2020) επί του μέσου όρου των συντάξιμων αποδοχών από το 2002 έως το 2020, στις οποίες περιλαμβάνονται οι αποδοχές μισθωτής απασχόλησης των ετών 2017-2020.
- Προσαύξηση σύνταξης για τον παράλληλο με τον ΟΑΕΕ χρόνο ασφάλισης στο πρώην ΙΚΑ, που υπολογίζεται σε ποσοστό 0,075% για καθεμία ποσοστιαία μονάδα επιπλέον εισφοράς επί των συντάξιμων αποδοχών του.