Με διάταξη που κατέθεσε στη Βουλή ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Κώστας Τσιάρας, τη Δευτέρα 11/05, χιλιάδες εκκρεμείς υποθέσεις που έχουν ως όριο ποινής το 1 έτος, καθώς και καταδικαστικές αποφάσεις με ποινή έως 6 μήνες παραγράφονται, και παύει η ποινική τους δίωξη.
Η διάταξη, όπως είχε αποκαλύψει το dikastiko.gr, αποτελούσε σαφές αίτημα της ηγεσίας του Αρείου Πάγου (και μάλιστα δις), αλλά και της Ένωσης Εισαγγελέων, με σαφή στόχευση την αποσυμφόρηση των πινακίων των ποινικών δικαστηρίων, που πλέον έχουν υπερφορτωθεί, με δεδομένο ότι τα ακροατήρια δεν λειτουργούν λόγω κορωνοϊού από τα μέσα Μαρτίου.
Από την παραγραφή και την παύση ποινικής δίωξης εξαιρούνται τα αδικήματα που αφορούν στη διάδοση του κορωνοϊού (285 ΠΚ) και άλλα αδικήματα που σχετίζονται, π.χ., με απόδραση κρατουμένου, με διατάραξη πλειστηριασμών (πράξεις κατά συμβολαιογράφου), ψευδή καταγγελία στην Αρχή (230 ΠΚ), προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας (337 ΠΚ), κ.λπ.
Συγκεκριμένα, από την παραγραφή εξαιρούνται οι παραβάσεις:
Tων άρθρων 82A (εγκλήματα με ρατσιστικό χαρακτήρα), 142 (από αμέλεια – κίνδυνος του κράτους), 155 (προσβολή συμβόλων άλλου κράτους), 158 παρ. 2 (νόθευση εκλογικής διαδικασίας σε περιφερειακό ή δημοτικό επίπεδο), 160 (αντιποίηση αρχής), 163 (παραβίαση μυστικότητας ψηφοφορίας), 166 παρ. 1 (διατάραξη εκλογικής διαδικασίας), 168 παρ. 3 (διατάραξη και παρακώλυση υπαλλήλου (συμβολαιογράφου) σε πλειστηριασμό), 173 παρ. 1 (απόδραση κρατουμένου), 175 (αντιποίηση αρχής), 178 (παραβίαση σφραγίδων αρχής), 183 (διέγερση μέσω διαδικτύου σε εξέγερση), 184 παρ. 1 (διέγερση σε τέλεση κακουργημάτων ή πλημμελημάτων), 221 παρ. 2 εδάφιο πρώτο (ψευδές ιατρικό πιστοποιητικό), 230 (ψευδής καταγγελία), 285 παρ. 4 περ. α (διάδοσης ασθενειών), 304A παρ. 1 εδάφιο δεύτερο (σωματική βλάβη εμβρύου ή νεογνού), 337 παρ. 1 (προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας), 358 του Π.Κ. (παραβίαση υποχρέωσης διατροφής) και 377 του Π.Κ. (κλοπή και υπεξαίρεση μικρής αξίας) για τις περιπτώσεις αγοράς εμπορευμάτων με πίστωση.
Χαρακτηριστικά, η διάταξη αναφέρει:
Άρθρο 63: Παραγραφή και παύση ποινικής δίωξης
Παραγράφεται το αξιόποινο και παύει η δίωξη των πλημμελημάτων, που έχουν τελεσθεί μέχρι και την 30η/04/2020, κατά των οποίων ο νόμος, ως κύρια ποινή, απειλεί ποινή φυλάκισης μέχρι ένα (1) έτος ή χρηματική ποινή ή παροχή κοινωφελούς εργασίας ή σωρευτικά κάποιες από τις παραπάνω ποινές .
Εάν, στην περίπτωση των πλημμελημάτων της παρ . 1, ο υπαίτιος υποπέσει μέσα σε δύο (2) έτη από τη δημοσίευση του παρόντος σε νέα από δόλο αξιόποινη πράξη κακουργήματος ή πλημμελήματος και καταδικαστεί αμετάκλητα οποτεδήποτε σε ποινή στερητική της ελευθερίας ανώτερη των έξι (6) μηνών, συνεχίζεται η κατ’ αυτού παυθείσα ποινική δίωξη και δεν υπολογίζεται στον χρόνο παραγραφής του αξιόποινου της πρώτης πράξης ο διανυθείς χρόνος από την παύση της δίωξης, μέχρι την αμετάκλητη καταδίκη για τη νέα πράξη.
Οι δικογραφίες που αφορούν στις παραπάνω αξιόποινες πράξεις, τίθενται στο αρχείο με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα. Για την τύχη των πειστηρίων αποφαίνεται με διάταξή του, ο αρμόδιος εισαγγελέας 4. Οι αστικές αξιώσεις που απορρέουν από τις πράξεις που αναφέρονται στις παρ. 1 έως 3, δεν θίγονται με οποιονδήποτε τρόπο.
Η παραγραφή του αξιόποινου και η παύση της δίωξης δεν κωλύει την επιβολή των κατά νόμο προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων στις υποθέσεις αυτές.
Η κατά τα ανωτέρω παραγραφή του αξιόποινου και η παύση της ποινικής δίωξης, δεν ισχύει για τα πλημμελήματα, που προβλέπονται και τιμωρούνται από τις εξής διατάξεις:
α) των άρθρων 82A, 142, 155, 158 παρ. 2, 160, 163, 166 παρ. 1, 168 παρ. 3, 173 παρ. 1, 175 178, 183, 184 παρ. 1, 221 παρ. 2 εδάφιο πρώτο, 230, 285 παρ. 4 περ. α, 304A παρ. 1 εδάφιο δεύτερο, 337 παρ. 1, 358 του Π.Κ. και 377 Π.Κ. για τις περιπτώσεις αγοράς εμπορευμάτων με πίστωση, β ) του άρθρου πέμπτου του ν. 2803/2000 (A’ 48) , γ) του άρθρου 6 παρ.4 του ν . 3213/2003 (A’ 309), δ) του άρθρου μόνου παρ. 1 του ν. 690/1945 (A’ 292), ε) του άρθρου 29 παρ. 1 εδάφιο πρώτο του ν . 703/1977 (A’ 278) και του άρθρου 44 παρ. 1 εδάφια πρώτο και δεύτερο και 2 του ν. 3959/2011 (A’ 93), στ) του άρθρου 6 παρ. 2 και 3 του ν . 456/1976 (Α’ 277), ζ) του άρθρου 41 ΣΤ του ν. 2725/1999 (A’ 121), η) του άρθρου 10 του ν .4637/2019 (Α’ 180).
Η θέση στο αρχείο, σύμφωνα με την παρ. 3, δικογραφίας, η οποία αφορά σε ποινική δίωξη που ασκήθηκε για γεγονός για το οποίο εξετάσθηκε ο διάδικος ή ο μάρτυρας ή έγινε η αναφορά στην αρχή ή η καταμήνυση ή ισχυρίστηκε ή διέδωσε ο υπαίτιος, δεν αποτελεί το τέλος της ποινικής δίωξης κατά την διάταξη του άρθρου 59 παρ. 2 Κ.Π..
Στην περίπτωση αυτή, το τέλος της ποινικής δίωξης επέρχεται μετά τη συνέχιση της παυθείσας ποινικής δίωξης, σύμφωνα με την παρ. 2, και την έκδοση αμετάκλητης απόφασης ή αμετάκλητου βουλεύματος.
Στις περιπτώσεις των άρθρων 224, 229, 362 εδάφιο δεύτερο και 363 Π.Κ., αν για το γεγονός για το οποίο εξετάσθηκε ο διάδικος ή ο μάρτυρας ή έγινε η αναφορά στην αρχή ή η καταμήνυση ή ισχυρίστηκε ή διέδωσε ο υπαίτιος, πριν την άσκηση ποινικής δίωξης τέθηκε η δικογραφία στο αρχείο, σύμφωνα με την παρ. 3, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών, μετά την προκαταρκτική εξέταση (άρθρα 243, 43 παρ. 1 εδάφιο δεύτερο Κ.Π.Δ.), κατόπιν σύμφωνης γνώμης του εισαγγελέα εφετών, αναβάλλει, με πράξη του, κάθε περαιτέρω ενέργεια έως το τέλος της ποινικής διαδικασίας της υπόθεσης που τέθηκε στο αρχείο.
Άρθρο 64 Παραγραφή και μη εκτέλεση ποινών υπό όρο
Κύριες ποινές: α) φυλάκισης διάρκειας μέχρι έξι (6) μηνών ή β) χρηματικές ποινές ή γ) ποινές παροχής κοινωφελούς εργασίας, που έχουν επιβληθεί με αποφάσεις, οι οποίες έχουν εκδοθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, εφόσον οι αποφάσεις δεν έχουν καταστεί αμετάκλητες και οι ποινές αυτές δεν έχουν εκτιθεί με οποιονδήποτε τρόπο μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, παραγράφονται και δεν εκτελούνται, υπό τον όρο ότι ο καταδικασθείς δεν θα τελέσει μέσα σε δύο (2) έτη από τη δημοσίευση του παρόντος νέα αξιόποινη πράξη από δόλο, για την οποία θα καταδικαστεί αμετάκλητα οποτεδήποτε σε ποινή στερητική της ελευθερίας ανώτερη των έξι (6) μηνών.
Σε περίπτωση νέας καταδίκης, ο καταδικασθείς εκτίει αθροιστικά, μετά την έκτιση της νέας ποινής και τη μη εκτιθείσα και δεν υπολογίζεται στον χρόνο παραγραφής της μη εκτιθείσας ποινής, ο διανυθείς χρόνος από τη δημοσίευση του νόμου αυτού μέχρι την αμετάκλητη καταδίκη για τη νέα πράξη. Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται για χρηματικές ποινές που έχουν επιβληθεί σωρευτικά με ποινή στερητική της ελευθερίας ανώτερη των έξι (6) μηνών.
Οι μη εκτελεσθείσες κατά την παρ. 1 αποφάσεις τίθενται στο αρχείο με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα. Η παραγραφή των ποινών δεν κωλύει την επιβολή των προβλεπόμενων από το νόμο διοικητικών κυρώσεων στις υποθέσεις αυτές.
Εξαιρούνται των ως άνω ρυθμίσεων αποφάσεις που αφορούν παραβάσεις των άρθρων 82A, 235, 236, 237, 242, 259, 285, 358 και 390 του Π.Κ., καθώς και των ν. 927/1979 (A’ 139), 3304/2005 (A’ 16) , του άρθρου 11 του ν. 4443/2016 (A’ 232) και της παρ. 6 του άρθρου πρώτου της από 25.02.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α’ 42), όπως κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4682/2020 (Α’ 76) .
Η θέση στο αρχείο, σύμφωνα με την παρ. 2, απόφασης η οποία αφορά σε ποινική δίωξη που ασκήθηκε για γεγονός για το οποίο εξετάσθηκε ο διάδικος ή ο μάρτυρας ή έγινε η αναφορά στην αρχή ή η καταμήνυση ή ισχυρίστηκε ή διέδωσε ο υπαίτιος δεν αποτελεί το τέλος της ποινικής δίωξης κατά τη διάταξη του άρθρου 59 παρ. 2 ΚΠΔ.
Στην περίπτωση αυτή, το τέλος της ποινικής δίωξης επέρχεται όταν η από φάση που τέθηκε στο αρχείο καταστεί αμετάκλητη.