Τις ώρες που τυπώνονταν οι κάτωθι γραμμές δεν είχαμε επίσημη ενημέρωση για το πλαίσιο των διερευνητικών επαφών Ελλάδας – Τουρκίας, οι οποίες επανεκκινούν πρώτη φορά από το 2016, οπότε και διακόπηκαν.
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Υποθέτουμε όμως βασίμως ότι δεν είναι ακριβώς το ίδιο για έναν απλό λόγο: Δεν χρειαζόταν ελληνοτουρκική κρίση 40 ημερών για να επιστρέψουμε εκεί που αφήσαμε τις συζητήσεις προ τετραετίας. Η κρίση εξελίχθηκε με πρωτοβουλία των Τούρκων για να προστεθούν θέματα, όχι για να παραμείνει ίδια η ατζέντα. Τα ερωτήματα που προκύπτουν λοιπόν είναι σαφή και συγκεκριμένα: Εάν εμείς ισχυριζόμαστε ότι επιθυμούμε να συζητήσουμε τη «μείζονα διαφορά» μόνον και οι Τούρκοι θέλουν να συζητήσουν εύρος χωρικών υδάτων, κυριαρχία νήσων, αποστρατιωτικοποίηση νήσεων, ακόμη και τη Θράκη, τι απ’ όλα ισχύει και τι προηγείται; Και με ποιο μηχανισμό θα συζητήσουμε; Με τι είδους μεσολαβητή; Και με οδικό χάρτη ποιο; (Η πείρα των μεσολαβητών από το Κυπριακό είναι πικρά.)
Υπάρχει κάτι που η κυβέρνηση Μητσοτάκη παραλαμβάνει ως κληρονομιά από τις διερευνητικές επαφές της κυβέρνησης Τσίπρα το 2016: Η ατζέντα περιείχε τότε και ζήτημα αιγιαλίτιδας ζώνης. Οι δύο χώρες συζητούσαν μυστικά εύρος χωρικών υδάτων χωρίς να το λένε δημοσίως, δεδομένου ότι πρόκειται για δικαίωμα που δεν υπόκειται σε διαπραγμάτευση, αλλά ασκείται μονομερώς. Πλέον αυτών η Χάγη, σε περίπτωση που η διαφορά αχθεί ενώπιόν της για επίλυση, θα διακηρύξει ότι αδυνατεί να οριοθετήσει υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ επί αγνώστου αιγιαλίτιδας ζώνης. Στο μέτρο λοιπόν που ισχύουν όλα αυτά, ερωτάται η κυβέρνηση με ποια θέση προσέρχεται σε αυτές τις διαπραγματεύσεις. Ως σήμερα δεν έχουμε επεκτείνει μονομερώς τα χωρικά μας ύδατα στα 12 μίλια ούτε στο Ιόνιο, αν και ανακοινώθηκε.
Τα προεδρικά διατάγματα ή ο οικείος νόμος αγνοούνται. Θα προσέλθουμε σε διαπραγματεύσεις για τα χωρικά μας ύδατα από αδύναμη νομικώς θέση; Οι παροικούντες εις την Ιερουσαλήμ γνωρίζουν όμως και κάτι άλλο: Εάν οι διμερείς διαπραγματεύσεις αποτύχουν και ανατεθεί στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης η οριοθέτηση ΑΟΖ – υφαλοκρηπίδας, πρέπει να διευκρινιστούν προηγουμένως δύο θέματα. Το πρώτον: Εφόσον οι Τούρκοι αποδέχονται σήμερα τη Χάγη ως τερματικό σταθμό επίλυσης της διαφοράς, οι ρήτρες επιφύλαξης που έχει καταθέσει η Ελλάς το 1991 και το 2015 για την εξαίρεση από τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου θεμάτων άμυνας και εδαφικής ακεραιότητος ισχύουν ή τις αίρουμε; Μέγα θέμα!
Αλλά και αν δεν τις αίρουμε, στο μέτρο που η διακρίβωση της κυριαρχίας επί νήσων επηρεάζει καταλυτικά την οριοθέτηση -το δικαστήριο αδυνατεί να κάνει υπολογισμό υφαλοκρηπίδας επί αμφισβητούμενων περιοχών-, τι θα συμβεί αν οι δικαστές του θέσουν προδικαστικό ερώτημα κυριαρχίας; Προδικαστικό ερώτημα του τύπου «σε ποιον ανήκει η κυριαρχία συγκεκριμένων νήσων για να είναι δυνατή και η οριοθέτηση ΑΟΖ – υφαλοκρηπίδας επί αυτών κατά τα οριζόμενα στο Δίκαιο της Θαλάσσης;».
Και αν εν πάση περιπτώσει το δικαστήριο βρει τρόπο να παρακάμψει το επίμαχο ζήτημα της κυριαρχίας χαράζοντας απευθείας γραμμές βάσης, τι γίνεται αν οι Τούρκοι θέσουν με πρωτοβουλία τους το ερώτημα κατά την προδικασία; Ή, ακόμη χειρότερα, αν το επιβάλουν στο συνυποσχετικό; Μήπως ότι το δικαστήριο θα αποφασίσει πολύ πολύ νωρίς, καιρό πριν από την έκδοση της αποφάσεως για την ΑΟΖ, αν μας ανήκουν ή δεν μας ανήκουν νησιά που κατοικούμε από την αρχαιότητα; Μήπως ότι πρώτα θα δικάσει τις «γκρίζες ζώνες» και τα χωρικά ύδατα και μετά την ΑΟΖ; Δεν είναι εύκολες οι ερωτήσεις αυτές, το ξέρω.
Ούτε εύκολες και οι απαντήσεις. Και τούτο διότι η επίλυση της βασικής και μόνης διαφοράς, όπως την προσδιορίζει η κυβέρνηση, προϋποθέτει ότι τα δύο μέρη ή ένας επιδιαιτητής όπως η Χάγη θα συζητήσουν, θα συμφωνήσουν και θα καταλήξουν στην ουσία επί των βασικών διεκδικήσεων της Τουρκίας (χωρικά ύδατα, «γκρίζες ζώνες») προηγουμένως και κατά προτεραιότητα από τη «μείζονα διαφορά». Πράγμα το οποίο σημαίνει -ανατριχιάζω και που το σκέπτομαι- ότι ρισκάρουμε να αλλάξουν χέρια νησίδες και βραχονησίδες και ότι θα μας απαγορευτούν τα 12 μίλια (ίσως) προτού οριοθετήσουμε θαλάσσιες ζώνες!
Το δε Καστελόριζο και η επήρειά του θα κριθούν τελευταία. Πράγμα το οποίον επίσης σημαίνει ότι απαιτείται ιδιαιτέρως σοβαρή, συγκροτημένη και επιμελής προετοιμασία, αν πρόκειται να βαδίσουμε αυτόν τον αγκάθινο δρόμο, τον δρόμο του ρίσκου. Εάν είναι να δώσουμε τη μάχη, να τη δώσουμε τουλάχιστον με αξιώσεις και όχι όπως έπραξε η ομάς που εκπροσώπησε νομικά την Ελλάδα στη Χάγη κατά τη διένεξη με τα Σκόπια το 2010. Τότε που με εντολές της πράσινης πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εξωτερικών -σύμφωνα με μαρτυρίες διπλωματών- χάσαμε με κατεβασμένα χέρια, χωρίς να καταθέσουμε καν ανταγωγή για να αχρηστευθεί το βέτο Καραμανλή.
Εάν θέλουμε Χάγη, πράγματι ας μην οδηγηθούμε ενώπιόν της για να χάσουμε έδαφος. Ας μην οδηγηθούμε ενώπιόν της για να μας ανακοινώσει λύσεις προσυμφωνημένες μεταξύ των δύο μερών ώστε να γλιτώσουν οι ηγεσίες τους το βαρύ πολιτικό κόστος από τυχόν εθνικές απώλειες. Αν πάμε, ας το κάνουμε κανονικά. Η νομολογία του 2018, παρά τους… δράκους που κυκλοφορούν στην Αθήνα, ενισχύει το Καστελόριζο και την επήρειά του. Τα απόρρητα τηλεγραφήματα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, που μας έκρυψαν στα Ιμια οι ΗΠΑ, θεμελιώνουν την ελληνικότητα των νήσων μας, ας τα απαιτήσουμε.
Το αυτό ισχύει και για τη γνωμοδότηση της νομικής υπηρεσίας του γερμανικού Κοινοβουλίου για το μνημόνιο Λιβύης – Τουρκίας. Υπέρ ημών είναι. Περισσότερα ίσως ακούσουμε προσεχώς από υπεύθυνα χείλη, που παίζουν νομολογίες και συμφωνίες στα δάχτυλα του ενός χεριού. Ως τότε όμως ας κοιτάξουμε προσεκτικά το κτίριο όπου θα παιχτούν οι τύχες του έθνους για τα επόμενα 100 χρόνια και ας σκεφτούμε αισιόδοξα.
Σε αυτές τις ψυχρές αίθουσες της Χάγης, όπου δεν φτάνει η μυρωδιά της αλμύρας του Αιγαίου, οι ανατολές και οι δύσες του, η ένταση των φρέσκων αέρηδών του και οι μουσικές από τις τσαμπούνες του, οι φωνές των προγόνων που έδωσαν μάχες για να κρατήσουμε ελληνικά τα νησιά, έχουμε υποχρέωση να γράψουμε Ιστορία. Όχι ακόμη μία μαύρη σελίδα του έθνους. Στη Χάγη να πάμε για να κερδίσουμε τις στεριές· όχι για να απομακρυνθούμε από αυτές.
Ένας μελαγχολικός ψαράς από τους Αρκιούς είχε πει προσφάτως στην Ινα Ταράντου στην ΕΡΤ μεταφορικώς τι «βλέπει» κοιτάζοντας πίσω, όταν χάνεται στο πέλαγος με το σκαρί του. Πως «όσο περνά ο καιρός οι στεριές απομακρύνονται». Μήπως είναι ώρα για να ζυγώσουν;