To Μέγαρο Μαξίμου και μία «θολή» -ως προς τη σύνθεση και τον αριθμό των μελών της- ομάδα βουλευτών της Ν.Δ., υπό τη φημολογούμενη καθοδήγηση του πρώην πρωθυπουργού Αντ. Σαμαρά, εισέρχονται σε ιδιόμορφη περίοδο καταμέτρησης της πολιτικής ισχύος τους μετά την αναβολή της κοινοβουλευτικής κύρωσης των τριών μνημονίων κατανόησης Αθήνας – Σκοπίων.
- Από τον Αλέξανδρο Τάρκα
Αν και ο πρόεδρος της Βουλής Κων. Τασούλας, σε μία προσπάθεια εσωκομματικής ακροβασίας ή και παραμόρφωσης της αλήθειας, σχολίασε ανεπίσημα ότι «δεν υπάρχει κάτι το επείγον» και πως η κυβέρνηση ενδιαφερόταν περισσότερο για την κατάθεση των μνημονίων και λιγότερο για την ταχεία κύρωσή τους, η διπλωματική πραγματικότητα είναι διαφορετική. Γιατί οι κατηγορηματικές διαβεβαιώσεις του πρωθυπουργού Κυρ. Μητσοτάκη προς τον ομόλογό του «Βορειομακεδόνα» Ζ. Ζάεφ, και του αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών Μ. Βαρβιτσιώτη, προς τον αντιπρόεδρο Ν. Ντιμιτρόφ, υπογράμμιζαν ότι, ειδικά, το μνημόνιο για την επιτάχυνση της ένταξης στην Ε.Ε. θα κυρωνόταν πάρα πολύ σύντομα. Βάσει δε του κυρωμένου μνημονίου, θα συνεδρίαζε στα Σκόπια, το αργότερο ως τα μέσα Νοεμβρίου, ειδική μεικτή επιτροπή για την υποστήριξη των επαφών της γειτονικής χώρας με την πολιτική ηγεσία της Κομισιόν και τους απαιτητικούς γραφειοκράτες των Γενικών Διευθύνσεών της.
Όμως το πραγματικό πρόβλημα δεν βρίσκεται στα τρία μνημόνια. Βρίσκεται (και παραμονεύει κατά των συμφερόντων μας στα Βαλκάνια) αλλού! Η ελληνική διπλωματία και όσοι βουλευτές της Ν.Δ. συνασπίζονται υπό το κίνητρο επαναφοράς του κ. Μητσοτάκη στην ορθή πορεία δεν είναι δυνατόν να ασχολούνται (μόνο) με το έλασσον ζήτημα των μνημονίων, αλλά είναι προτιμότερο να εστιάσουν στο μείζον θέμα της πιστής εφαρμογής της Συμφωνίας των Πρεσπών. Πρόκειται για μία, ούτως ή άλλως, κακή συμφωνία για την ελληνική πλευρά την οποία οι κ. Ζάεφ και Ντιμιτρόφ, παρά τις μεταξύ τους διαφωνίες, φροντίζουν -ακόμα και αυτή- είτε να την παραβιάζουν εν ψυχρώ είτε να κωλυσιεργούν ως προς πολλές διατάξεις της.
Οι λίγες εβδομάδες μέχρι την έγκριση του πλαισίου διαπραγμάτευσης Ε.Ε. – Βόρειας Μακεδονίας στις Βρυξέλλες αποτελούν ίσως την τελευταία ευκαιρία, ώστε η Αθήνα να απαιτήσει, αφενός, πιστή εφαρμογή των Πρεσπών και, αφετέρου, ανάληψη νέων έγγραφων (φυσικά) δεσμεύσεων των Σκοπίων σε πλήθος συγγενών θεμάτων. Αν περάσει και αυτό το ορόσημο αναξιοποίητο από την ελληνική πλευρά, δεν θα είναι ρεαλιστικό να απειλείται «βέτο σε κάθε διαπραγματευτικό κεφάλαιο», όπως υποσχόταν προεκλογικά ο κ. Μητσοτάκης. Ούτε, ασφαλώς, και οι αντιφρονούντες βουλευτές της Ν.Δ. θα μπορούν να επιβάλουν την άποψή τους στο Μαξίμου.
Αρκετοί, επί τιμή και εν ενεργεία, Ελληνες διπλωμάτες υπογραμμίζουν ότι ο πρώην δήμαρχος της (στα σλαβομακεδονικά) Στρούμιτσα και νυν πρωθυπουργός Ζάεφ δεν συγκινείται και δεν επηρεάζεται από τα γεύματα σε ξενοδοχεία της πλατείας Συντάγματος ή τα δείπνα σε εστιατόρια της οδού Ξενοκράτους που του παρατέθηκαν κατά την προ δεκαπενθημέρου παραμονή του στην Αθήνα. Καταλαβαίνει καλύτερα τη διακριτική πίεση και την ευγενική υπενθύμιση των προθεσμιών που έχει μπροστά του, ως τα τέλη Οκτωβρίου ή το πολύ τον Νοέμβριο, όταν θα αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις της χώρας του για την προσαρμογή στους όρους της Κομισιόν. Η Αθήνα θα μπορούσε, πολύ απλά, να επιφυλαχθεί για τον χρόνο σύγκλησης των αρμόδιων επιτροπών εντός της Ε.Ε. και, ιδίως, για την αποστολή πρόσκλησης προς τα Σκόπια για έναρξη της διαπραγμάτευσης. Μια τέτοια ελληνική στάση θα χαρακτηριζόταν μέχρι και «παραγωγική» συγκριτικά με όσα πράττει, την τρέχουσα περίοδο και προς κατοχύρωση των δικών της συμφερόντων, η Βουλγαρία, εξαπολύοντας μύδρους κατά του κ. Ζάεφ και απειλώντας με βέτο κάθε μορφής επαφή του με τις Βρυξέλλες.
Πέραν της στάσης της Σόφιας, ακόμα ένα στοιχείο μέγιστης ανησυχίας του κ. Ζάεφ είναι η πιθανότητα καθυστέρησης εξέτασης των δικών του αιτημάτων από τις Βρυξέλλες, επειδή αντιμετωπίζονται ως «πακέτο» με την ενταξιακή υποψηφιότητα της Αλβανίας. Το αδιέξοδο με τα προβληματικά και διεφθαρμένα Τίρανα μπορεί να εγκλωβίσει και τα Σκόπια, καθώς το αίτημα Ζάεφ για την αποσύνδεση (decoupling) των δύο υποψηφιοτήτων πέφτει συνήθως στο κενό, παρά την, κατά καιρούς, υποστήριξή του από αρκετά μέλη της Ε.Ε. και τις ΗΠΑ.
Ο χρόνος κυλά σε βάρος των ελληνικών συμφερόντων. Αν η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν έχει τη βούληση και την ισχύ να μεταπείσει τώρα τα Σκόπια για εκκρεμότητες, όπως οι ψευδομακεδονικές επωνυμίες, τα εμπορικά σήματα και ονομασίες και τα σχολικά βιβλία, τότε κανείς στο εξωτερικό (και στα Σκόπια) δεν θα λάβει σοβαρά υπόψη τις προειδοποιήσεις περί βέτο σε μεταγενέστερα στάδια.
* Εκδότης του περιοδικού «Αμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη