Στις 15 Σεπτεμβρίου 2020, πολύ πριν από την έκδοση της απόφασης της Δικαιοσύνης για τη Χρυσή Αυγή και σίγουρα πριν από τη δημοσίευση της δημοσκόπησης της εταιρίας Prorata για την «Εφημερίδα των Συντακτών» -από την οποία προέκυψε ότι το 21% των Ελλήνων θέλει μία σοβαρή Χρυσή Αυγή-, είχαμε δημοσιεύσει ένα σημείωμα σε αυτήν τη στήλη.
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Ο τίτλος του ήταν «Κρυμμένες σχολάζουσες δυνάμεις». Σε αυτό αναλύαμε εξαντλητικά το λεγόμενο «πατριωτικό – αντισυστημικό υπόγειο ρεύμα» το οποίο αποτελείται από «λαϊκές μάζες εγκλωβισμένες και διάσπαρτες στις βάσεις όλων των κομμάτων, δυσφορούσες από την κοινή πορεία Ν.Δ. – ΣΥΡΙΖΑ προς τον συμβιβασμό με την Τουρκία». Λαϊκό ρεύμα που, όπως γράφαμε, «εάν υπήρχε ένας Παπάγος να το εκφράσει θα είχε αναδυθεί και θα εκινείτο στο 20%. Αλλά ευτυχώς για το πολιτικό σύστημα, δεν υπάρχει».
Έναν ακριβώς μήνα μετά, στη χειρότερη στιγμή για να ισχυριστεί κανείς κάτι τέτοιο, την επαύριον της καταδίκης της Χρυσής Αυγής, μέσα σε κλίμα γενικής κατακραυγής για τα άκρα και τις ακρότητες, οι Ελληνες διακομματικώς απάντησαν σε ποσοστό 21% ότι μια σοβαρή Χρυσή Αυγή χωρίς έκνομες πράξεις θα ήταν κόμμα χρήσιμο για την κοινωνία. Οι 4 στους 10 που έδωσαν αυτή την απάντηση δήλωσαν, μάλιστα, δεξιοί ψηφοφόροι (το 1/4 της Ν.Δ.). Οι υπόλοιποι 6 πού ακριβώς ανήκουν δεν κατάφερα να το εντοπίσω στην ενδιαφέρουσα έρευνα. Το εύρημα δεν αναλύθηκε ως προς αυτό. Ούτε ως προς το μορφωτικό επίπεδο των ερωτηθέντων. Ίσως γιατί το αποτέλεσμά του θα προκαλούσε αμηχανία σε όλο το σύστημα. Εάν, για παράδειγμα, μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΙΝ.ΑΛ. ή ακόμη και του ΚΚΕ, καθώς θέματα όπως το Μεταναστευτικό και τα ελληνοτουρκικά τέμνουν πλέον οριζόντια το εκλογικό σώμα, ο διάλογος θα έπρεπε να εκταθεί πέρα από τη δεξιά πολυκατοικία. Αβολο.
Από την περασμένη Παρασκευή που δημοσιεύτηκε, λοιπόν, το συγκεκριμένο εύρημα-σοκ για το πολιτικό μας σύστημα παρατηρώ τις αντιδράσεις. Διακρίνω μια άρνηση αποδοχής της πραγματικότητας. Πώς είναι δυνατόν έπειτα από επτά χρόνια κατακραυγής, αποκλεισμού των άκρων από κάθε βήμα δημόσιου λόγου, πώς ύστερα από επτά χρόνια κοινωνικού στιγματισμού υπάρχει αυτό; Πρόβλημα. Κατ’ ουσίαν η μέτρηση βρήκε τα ποσοστά αυτού του χώρου που είχε απλώσει τα πλοκάμια του πέρα από την Ακροδεξιά εκεί που τα άφησε το 2013: Στα ποσοστά που τον κατέγραφαν οι μυστικές μετρήσεις μια μέρα πριν από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Στο 20%. Και όπως έχω υποστηρίξει δεκάδες φορές, από τότε το μείζον ζήτημα για το πολιτικό μας σύστημα, όσο και αν συμπιέζει το καπάκι (το καζάνι βράζει αυτά τα χρόνια σταθερά από κάτω), είναι η λανθασμένη μέθοδος που προσεγγίζει τις ανησυχίες του 20% των Ελλήνων, οι οποίοι προφανώς και δεν είναι φασίστες ή ναζιστές. Είμαστε έμπειρος λαός για να είμαστε κάτι τέτοιο, δεν θα γίνουμε ποτέ.
Με το να αποκλείεις από τον δημόσιο διάλογο και σήμερα που μιλάμε συγκεκριμένες απόψεις για την Ευρώπη, για το Μεταναστευτικό, για τα εθνικά θέματα, για τη δημόσια τάξη, για τις ΜΚΟ, για τα δικαιώματα, για τις μειονότητες, για την Ορθοδοξία δεν σημαίνει ότι οι απόψεις αυτές εξαφανίζονται και εξαερώνονται. Υπάρχουν. Και αν κρίνω από τις αντιδράσεις του πολιτικού μας συστήματος σε διάφορα μέτωπα, αυτές τις μέρες θα συνεχίσουν να υπάρχουν και πολύ φοβάμαι ότι θα ενταθούν. Διότι ο πραγματικός μεγάλος ασθενής είναι το πολιτικό μας σύστημα, το οποίο, ωσάν να μην πέρασε αυτή η δεκαετία, συμπεριφέρεται κατά τη γνωστή παροιμία: Τώρα που βρήκαμε Χρυσή Αυγή να θάψουμε πέντε έξι.
Ο Ποινικός Κώδικας που ψηφίστηκε αφορούσε μόνο τη Χρυσή Αυγή, κανέναν άλλον! Ο διορισμός της συζύγου Μιχαλολιάκου στη Βουλή αφορούσε μόνο τη Χρυσή Αυγή, κανέναν άλλον! Η καταδίκη της Χρυσής Αυγής -διαβάζουμε- δείχνει «την κατάρρευση του αντισυστημικού μπλοκ του 2010» και ότι «η πάνω πλατεία πάει φυλακή». Αυτό το ρεύμα, φαίνεται, προέκυψε μόνο του, δεν υπήρξε δημιούργημα εσωτερικών και εξωτερικών δυνάμεων όταν ελέω Μνημονίου έπρεπε να κατακερματισθεί ο δικομματισμός και να περάσει η εξουσία της χώρας -διά του διαίρει- στους δανειστές. Και το κορυφαίο -και αυτό το διαβάσαμε χθες-, η καταδίκη των βουλευτών της ναζιστικής οργάνωσης δείχνει ότι «ουδείς παραμένει ατιμώρητος από τη Δικαιοσύνη για αξιόποινες πράξεις όσο ψηλά κι αν βρίσκεται».
Προφανώς όσοι υψηλόβαθμοι από το δημοκρατικό τόξο έλαβαν μίζες για τα εξοπλιστικά και διασπάθισαν δημόσιο χρήμα στις κρίσιμες δεκαετίες σαπίζουν σε κάποια φυλακή σήμερα κι εμείς οι λοιποί το αγνοούμε. Πίσω από αυτές τις πεισματάρικες προσεγγίσεις -αν η πραγματικότητα δεν συμφωνεί μαζί μας τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα-, με τις οποίες επιχειρείται να συμπιεστεί πάλι το καπάκι και να κρυφτεί ο ατμός, είναι σαφές τι επιδιώκεται: Νόθες λύσεις που θα διευκολύνουν το προετοιμαζόμενο Μνημόνιο των εθνικών συμβιβασμών.
Αύριο θα μπει φυλακή και η κάτω πλατεία για να έρθει ο σοβαρός ΣΥΡΙΖΑ στα πράγματα ως κυβερνητικός εταίρος μεγάλου συνασπισμού. Γι’ αυτό άλλωστε και ορισμένα πράγματα γίνονται απροκάλυπτα πλέον. Εχει γεμίσει ο τόπος με εφιάλτες πανεπιστημιακούς οι οποίοι χωρίς αιδώ προπαγανδίζουν τα δίκαια της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας. Νομίζει, όμως, κανείς ότι ο κόσμος, ασχέτως του αν αντιδρά ή δεν αντιδρά, δεν ξέρει τι του γίνεται; Θεωρεί ότι ο κόσμος αγνοεί ότι με τον νέο Ποινικό Κώδικα του ΣΥΡΙΖΑ και των λοιπών συνοδοιπόρων «ξεπλύθηκαν» νομικώς -κοινώς αθωώθηκαν- με φωτογραφικές ρυθμίσεις τραπεζίτες, στελέχη τραπεζών, επιχειρηματίες, υπόδικοι, στελέχη της Siemens οι οποίοι αντιμετώπιζαν τον εφιάλτη της καταδίκης; Μόνο η Χρυσή Αυγή ήταν το πρόβλημα του νέου Ποινικού Κώδικα; Κανείς άλλος δεν επωφελήθηκε; Και ήταν η υπόθεση της Χρυσής Αυγής η μόνη εκκρεμής στη Δικαιοσύνη με βάση το άρθρο 187 του νέου Ποινικού Κώδικα; Ή θα πέσουν κι άλλοι στα μαλακά; Θαρρεί κανείς ότι ο κόσμος είναι τόσο βλάκας και δεν τα βλέπει αυτά γιατί τα σκεπάζει το σύννεφο της υποκρισίας;
Το αυτό ισχύει για τον διορισμό Ζαρούλια, ο οποίος ήταν απαράδεκτος όχι μόνο γιατί ανήκε στο ναζιστικό μόρφωμα, αλλά διότι τον έκανε ένα κόμμα που υποτίθεται μαχόταν το σάπιο πολιτικό σύστημα και τις πρακτικές του. Αλλά είναι μόνο η Ζαρούλια η μόνη μετακλητή σύζυγος, κόρη, ανιψιά, αδερφή και δεν ξέρω τι άλλο πολιτικού προσώπου του Κοινοβουλίου μας; Ή υπάρχει εκεί μέσα ένας στρατός συγγενών και φίλων καταγεγραμμένος σε μια λίστα-φωτιά; Η απάντηση προς όλα αυτά είναι η εξής: Τώρα που βρήκατε παπά, μη θάβετε πέντε έξι και μην προκαλείτε τον κόσμο. Μη χαρακτηρίζετε «φασίστες» -το έκαναν και κάποιοι από την από εδώ πλευρά- όσους λένε ότι θέλουν «σοβαρή Χρυσή Αυγή» χωρίς έκνομες ενέργειες. Διότι το πραγματικό αίτημά τους δεν είναι αυτό, αλλά το να αποκτήσουν τα μεγάλα κόμματά τους λόγο και πολιτική περισσότερο πατριωτική, περισσότερο λαϊκή.
Οι δε δεξιοί δεν θέλουν σοβαρή Χρυσή Αυγή. Θέλουν να είναι το κόμμα τους σοβαρή Δεξιά. Οι δε αριστεροί θέλουν τα κόμματά τους περισσότερο πατριωτικά. Μην προκαλείτε τον κόσμο -καταλήγω- γιατί η απάντηση αυτήν τη φορά δεν θα είναι η ψήφιση κάποιου ακραίου κόμματος, αλλά κάτι χειρότερο που θα πονέσει πολύ: Η αποχή και η απονομιμοποίηση τόσο της εκλογικής διαδικασίας όσο και της πολιτικής εξουσίας. Αποχή που στις εκλογές του 2019 έφθασε το 42%. Εάν το πολιτικό σύστημα συνεχίσει με αυτά τα μυαλά, η αποχή θα ξεπεράσει το 50% στις επόμενες εκλογές. Και αυτό, σας βεβαιώ, δεν θα είναι η νίκη της δημοκρατίας.