Βρήκα εξαιρετικώς ενδιαφέρον από νομικής απόψεως το τελευταίο σημείωμα του ομότιμου καθηγητή της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Νίκου Αλιβιζάτου για το αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης.
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Αδίκημα για το οποίο καταδικάστηκε συλλήβδην η ηγετική ομάδα της Χρυσής Αυγής. Και τούτο διότι ο ομότιμος καθηγητής κατέγραψε σε αυτό με την άνεση της ολοκλήρωσης της ποινικής διαδικασίας τα συν και τα πλην τού να υπάγεται πολιτικό κόμμα στις διατάξεις του νέου άρθρου 187 του Ποινικού Κώδικα το οποίο συνετάχθη το 2001 από τον καθηγητή Μιχάλη Σταθόπουλο προκειμένου να καταστεί δυνατή με τα όπλα του νομικού μας συστήματος η εξάρθρωση της αόρατης έως τότε 17ης Νοέμβρη. Μιας κλειστής ομάδας εξτρεμιστών, σε αντίθεση με την ανοιχτή δομή ενός πολιτικού κόμματος, ακόμη και αυτής της Χρυσής Αυγής.
Ο δημόσιος διάλογος που διεξήχθη πριν από την έκδοση της πρόσφατης δικαστικής απόφασης και μετά την άσκηση των ποινικών διώξεων κατά στελεχών της Χρυσής Αυγής για το αν ήταν σωστή νομικώς η υπαγωγή της στο αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης δεν κατέληξε άλλωστε στην πρώτη του φάση σε ομόφωνα συμπεράσματα. Υπήρξαν διχογνωμίες που απέκτησαν και θεσμικό αποτύπωμα. Το αρμόδιο Δικαστικό Συμβούλιο παρέπεμψε στο ακροατήριο την υπόθεση με αυτό το κατηγορητήριο με ψήφους 2-1. Ο δικαστής κύριος Σαλάτας, υπεράνω πάσης υποψίας μειοψήφησε με το επιχείρημα ότι, για να αποδειχθεί η δράση εγκληματικής οργάνωσης, πρέπει να υπάρχει και οικονομικό όφελος σύμφωνα με τη Σύμβαση του Παλέρμο.
Η εισαγγελέας Αδαμαντία Οικονόμου επίσης διαφώνησε ανοικτά. Δεν ήταν λοιπόν απλή υπόθεση ούτε το «δέσιμο» της απόφασης ούτε η έκδοσή της με ομοφωνία. Απαιτήθηκε βάσανος. Θα έχει δε εξαιρετικό νομικό ενδιαφέρον η μελέτη του κειμένου της απόφασης όταν αυτή καθαρογραφεί. Ακουσα προσεκτικά και τα επιχειρήματα των συνηγόρων της πολιτικής αγωγής και διαπίστωσα ότι ναι, υπήρχαν στοιχεία δομημένης δράσης, αλλά δεν τεκμηριώνονταν με την κλασική αποδεικτική διαδικασία. Δηλαδή να προκύπτει από το αρχείο τηλεφωνικών κλήσεων ή από συγκεκριμένη μαρτυρία ότι οι δολοφονίες έγιναν κατόπιν συγκεκριμένης εντολής με βάση το σχήμα «ηθικός αυτουργός – φυσικός αυτουργός» και «κίνητρο». Η υπεράσπιση κινήθηκε έτσι σε νέες ατραπούς: Η απόδειξη της σύστασης και διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης, η οποία έχει γενικώς στόχο μετανάστες, μικροπωλητές, αριστερούς, μειονότητες κ.λπ., γενικώς και αορίστως, αρκούσε για την τεκμηρίωση ενοχής υπό την προϋπόθεση της διαρκούς χρήσεως βίας. Το σημείωμα που έγραψε ο κύριος Αλιβιζάτος στην «Καθημερινή» της προηγούμενης Κυριακής περιέχει λοιπόν τα εξής νέα, ενδιαφέροντα στοιχεία:
1. Για την τεκμηρίωση της δράσης εγκληματικής οργάνωσης (ακόμη και αν αυτή είναι ανοικτό πολιτικό κόμμα που ούτως ή άλλως έχει δομή και ιεραρχία και δεν είναι κλειστή επαναστατική οργάνωση) δεν χρειάζονται αποδείξεις. Καταργούνται οι αποδείξεις της ποινικής διαδικασίας που συνιστούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος της ανθρωποκτονίας ή της βαριάς σωματικής βλάβης. Φθάνει να δεχθεί το δικαστήριο τη δομημένη δράση της και τη διαρκή χρήση βίας εκ μέρους της, ανεξαρτήτως της ποινικής αξιολόγησης της βίας (πλημμεληματικού ή κακουργηματικού χαρακτήρα). Το επισημαίνω γιατί διαρκή χρήση βίας πλημμεληματικού κατά βάση χαρακτήρα κάνουν περιοδικώς σύνδεσμοι ποδοσφαιρικών ομάδων, ελευθεριακές ομάδες, μέλη συνδικαλιστικών οργανώσεων, ακόμη και θρησκευτικών μειονοτήτων.
2. Εισάγεται πράγματι στο νομικό μας σύστημα η έννοια της «συλλογικής ποινικής ευθύνης». Και αναγνωρίζει ότι ένσταση γι’ αυτό θα είχε και «ένας φιλελεύθερος νομικός, όχι μόνο ένας αριστερός».
3. Αποκαλύπτει ότι υπάρχουν παρασκηνιακώς ενστάσεις για την έννοια της εγκληματικής οργάνωσης και στην Αριστερά, γιατί με τον ορισμό που δίδεται ίσως στο μέλλον αποτελέσει και η ίδια για τις ιδέες της και τα φρονήματά της θύμα της νομολογίας που δημιουργείται.
Έως σήμερα δεν γνωρίζαμε να υπάρχουν ενστάσεις από την πλευρά της Αριστεράς. Γνωρίζαμε ότι πανηγύριζε επειδή η δημοκρατία ενίκησε. Τώρα μαθαίνουμε και αυτό. Εκτός από φάβα, υπάρχει και λάκκος δηλαδή! Ο κύριος καθηγητής τα υπερβαίνει όλα αυτά με το επιχείρημα της «ενεργού ένταξης» σε εγκληματική οργάνωση. Με την ευχή μας να μη χρειαστεί ποτέ στο μέλλον να βρεθεί σχήμα αριστερό ή ελευθεριακό ή άλλο στην ανάγκη να αποδείξει ότι δεν είναι εγκληματική οργάνωση -γιατί τότε φοβάμαι θα αλλάξουν η ανάγνωση της παρούσης νομολογίας καθώς και οι όροι του δημοσίου διαλόγου-, παραθέτω τα κυριότερα κατ’ εμέ αποσπάσματα του εξομολογητικού σημειώματος του κυρίου Αλιβιζάτου -ο οποίος ήταν και μάρτυς στη δίκη- στην «Καθημερινή» της περασμένης Κυριακής:
«Ποιο είναι το στοιχείο εκείνο του νέου αδικήματος που προκαλεί τις ισχυρότερες αντιδράσεις. Το στοιχείο αυτό, λένε οι ποινικολόγοι, είναι ο “πραγματοπαγής” χαρακτήρας αυτής της οργάνωσης, που τη διακρίνει από εκείνες που είναι δομημένες γύρω από την προσωπικότητα ενός ηγέτη, όπως οι απλές συμμορίες. Επιπλέον, η εγκληματική οργάνωση πρέπει να είναι “επιχειρησιακά” δομημένη και η δράση της να είναι “διαρκής”. Ολα αυτά σημαίνουν προπάντων ότι, αν το δικαστήριο πεισθεί ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση έχει συσταθεί εγκληματική οργάνωση, δεν χρειάζεται για τη θεμελίωση της ενοχής να αποδειχθεί ότι ο Χ/Μιχαλολιάκος είχε δώσει ρητή εντολή στον Ψ/Ρουπακιά να εκτελέσει το Φ/θύμα· αρκεί να προκύψει πέρα από κάθε αμφιβολία ότι ο πρώτος είναι αρχηγός και ο δεύτερος απλό έστω μέλος της οργάνωσης. Οπως έχει υποστηριχθεί, κάθε ξεχωριστό μέλος δεν χρειάζεται να γνωρίζει τα καθήκοντα των άλλων μελών· αρκεί, δρώντας ατομικά ή συλλογικά, όλοι μαζί να αποβλέπουν στο να ενισχύσουν την αποτελεσματικότητά τους.
Είναι προφανές ότι, με αυτά τα χαρακτηριστικά, η απόδοση ευθυνών σε συγκεκριμένα άτομα για την εγκληματική δράση μιας οργάνωσης διευκολύνεται σημαντικά. Διότι, για τη δίωξη του Χ αρχηγού ως ηθικού αυτουργού δεν χρειάζεται να αποδειχθεί το κρίσιμο τηλεφώνημά του προς τον Ψ εκτελεστή και αυτουργό. (…)
Δύο ειδών είναι οι ενστάσεις που εγέρθηκαν κατά των ανωτέρω: από τη μια, υποστηρίχθηκε ότι, με την έννοια της εγκληματικής οργάνωσης, καθιερώνεται μια μορφή συλλογικής ευθύνης. Γιατί ο φρουρός των κεντρικών γραφείων της οργάνωσης, ο οποίος διώκεται ως απλό μέλος, δεν είναι απαραίτητο να γνωρίζει ότι ο “συναγωνιστής” του, στην άλλη άκρη της Ελλάδας, ξυλοκοπά μέχρι θανάτου μετανάστες. Την ένσταση αυτή νομίζω ότι θα μπορούσε να προβάλει και ένας φιλελεύθερος νομικός, χωρίς να είναι απαραιτήτως αριστερός.
Από την άλλη, η Αριστερά εναντιώνεται στο νέο αδίκημα για πολιτικούς λόγους. Διότι φοβάται ότι, αργά ή γρήγορα, οι αντίπαλοί της θα το χρησιμοποιήσουν εναντίον της. Η εποχή -υποστηρίζουν- που οι πολίτες διώκονταν στη χώρα μας για τα φρονήματα και όχι για τις πράξεις τους δεν απέχει πολύ. Και μας θυμίζουν ότι, στη δεκαετία του 1950, αν όχι και του 1960, θύματα του εγκλήματος γνώμης δεν ήταν μόνον οι κομμουνιστές, αλλά και οι συγγενείς, οι φίλοι τους, καθώς και οι λεγόμενοι “συνοδοιπόροι”.
Σε νομικό επίπεδο, νομίζω ότι και οι δύο αυτές ενστάσεις μπορούν εύκολα να αντικρουστούν. Διότι είναι προφανές ότι αναγκαία προϋπόθεση για να εφαρμοσθεί εναντίον συγκεκριμένων προσώπων το άρθρο 187 Π.Κ. είναι «ενεργός» ένταξη, δηλαδή αποδεδειγμένη δράση. Κάτι που μόνος αρμόδιος να το εξακριβώσει είναι, σε τελευταία ανάλυση, ο ανεξάρτητος και αμερόληπτος δικαστής».