Eάν υπάρχει ετούτη την ώρα ξεκάθαρη κυβερνητική στρατηγική στα ελληνοτουρκικά, αυτή νομίζω ότι μπορεί να συνοψιστεί ως εξής: Εγκαταλείπουμε πάγιες ελληνικές θέσεις δεκαετιών προκειμένου να φθάσουμε σε ένα τραπέζι διαλόγου στο οποίο θα συζητήσουμε κατά βάση την τουρκική ατζέντα. ούτε τη «μία και μόνη διαφορά» που λέμε εμείς ούτε βεβαίως και τον «ουρανό με τ’ άστρα» που ζητούν οι Τούρκοι.
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Πάντως, κατά βάση την τουρκική ατζέντα σε ποσοστό 50% τουλάχιστον, γιατί εμείς έως τώρα δεν έχουμε εγείρει ζητήματα. Στόχος αυτής της στρατηγικής είναι να κερδίσουμε χρόνο για να αλλάξει η ηγεσία στις ΗΠΑ (Μπερνς – Πάιατ θα αναλάβουν ηγετικές θέσεις στο State Department και το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας των ΗΠΑ) και για να εξοπλιστούμε εντός του 2021 με έξι αμερικανικά F-35, που έχουν τη δυνατότητα να πλήξουν όλο τον τουρκικό στόλο, με έξι γαλλικά Rafale, με τέσσερις φρεγάτες και, βεβαίως, με 70 αναβαθμισμένα F16 Viper.
Η στρατηγική αυτή συνοδεύεται από επιθετικές διπλωματικές κινήσεις του Μητσοτάκη, που εκνευρίζουν τον πρόεδρο Ερντογάν, όπως οι επισκέψεις Δένδια σε Αρμενία – Ιρακινό Κουρδιστάν, η σύναψη του αντιτουρκικού τόξου με τον αραβικό κόσμο και, βεβαίως, η διακηρυγμένη θέση ότι «αν οι Τούρκοι το παρατραβήξουν, είμαστε έτοιμοι για τσαμπουκά σε πολλαπλά μέτωπα». Το δόγμα της… αγκωνιάς που σας παρουσίασα την προηγούμενη εβδομάδα. Η στρατηγική αυτή επικροτείται μέχρι στιγμής από τον μισό και πλέον ελληνικό λαό, ο οποίος ζητά από την κυβέρνηση να αποφύγει τον πόλεμο, χωρίς όμως και να εξευτελιστεί. Ο άλλος μισός (45%, σύμφωνα με τη Μarc) θέλει πιο σκληρή στάση.
Θα την έβρισκα μια χαρά αυτή τη στρατηγική αν δεν ήταν τόσο προφανής και τόσο ευανάγνωστη: «Θέλουμε χρόνο». Μάλιστα. Ο απέναντι, όμως, το ξέρει και δεν είναι ανόητος να μας τον διαθέσει. Αλλά και αν μας τον διαθέσει, είμαστε σίγουροι ότι θα τον αξιοποιήσουμε υπέρ μας; Θα ήταν, επίσης, σωστή αυτή η στρατηγική αν σε κάθε φάση της κρίσης η Ελλάς δεν εγκατέλειπε και μία θέση της, ένα δικαίωμά της. Ζητάς χρόνο για να μην αλλάξει το status quo και να διατηρήσεις τη θέση σου αμετάβλητη. Όχι για να αλλάζει σιωπηρώς κατά τη διάρκειά του.
Στην κρίση του καλοκαιριού, όμως, εγκαταλείψαμε το δικαίωμά μας να κάνουμε έρευνες επί της υφαλοκρηπίδας μας στα 200 μίλια από το Καστελόριζο. Αντιθέτως, αφήσαμε τους Τούρκους να κάνουν έρευνες 2D και να παραβιάσουν το κυριαρχικό μας δικαίωμα, ενισχύοντας έτσι τη θέση του μνημονίου τους με τη Λιβύη, ότι το Καστελόριζο δεν έχει ούτε ΑΟΖ ούτε υφαλοκρηπίδα. Οσα είπαμε στον Τραμπ τον Ιανουάριο, «καμία ανοχή στην παραβίαση κυριαρχικού μας δικαιώματος», πήγαν περίπατο. Την ανεχτήκαμε και την παραανεχτήκαμε επί 33 ημέρες.
Στη νέα κρίση που βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη έχουμε ήδη εγκαταλείψει δύο βασικά δικαιώματα που μας αναγνωρίζει το Διεθνές Δίκαιο: τη συνορεύουσα ζώνη και, βεβαίως, την επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια. Την πρώτη την εγκαταλείψαμε θωρώντας απαθείς το «Oruc Reis» στα 24 μίλια έξω από το Καστελόριζο. Σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, η Ελλάς έχει δικαίωμα σε συνορεύουσα ζώνη έως τα 24 μίλια (για την αποτροπή παράνομης μετανάστευσης) και το δυνητικό αυτό δικαίωμά της δεν το διακηρύσσει κανείς, όπως δικαίως παρατηρεί απογοητευμένος ο καθηγητής Γιάννης Βαληνάκης σε ανάρτησή του στο facebook. To δεύτερο δικαίωμα το εγκαταλείψαμε με τη δήλωση του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη ότι η «εθνική κόκκινη γραμμή» είναι στα 6 μίλια χωρικά ύδατα, όχι στα δώδεκα. Δώσαμε έτσι στη γείτονα το πράσινο φως να ασκήσει εκείνη το δικαίωμά ΜΑΣ εντός των 12 μιλίων. Ορίσαμε ως κόκκινη γραμμή τα 6 μίλια τη στιγμή που οι Ρώσοι, μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, διακηρύσσουν για λογαριασμό μας το δικαίωμα επέκτασής μας στα 12 μίλια. Οταν έως και ο μετριοπαθής πρέσβης επί τιμή Α. Μαλλιάς εξανίσταται δημοσίως, αντιλαμβάνεστε τι συμβαίνει. Ο Γεραπετρίτης, βεβαίως, δεν αυτενεργούσε ούτε αυτοσχεδίαζε. Απλώς, χάριν της ανάγκης να αποσταλεί νέο μήνυμα προς τον διεθνή παράγοντα έπραξε κατόπιν οδηγιών αυτό που αρνήθηκε -εκτιμώ- να πράξει ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας. Όσο κι αν ψάξουμε τις δηλώσεις Δένδια, άλλωστε, δεν θα τον συλλάβουμε πουθενά να έχει χαρακτηρίσει «διεκδικούμενη περιοχή» το εξωτερικό όριο της υφαλοκρηπίδας μας κάτω από το Καστελόριζο ούτε τη διαφορά «διαφορές» και, βεβαίως, ούτε τα 12 μίλια «δυνητική κυριαρχία».
Γνωρίζω ότι ο Γιώργος Γεραπετρίτης, με καταγωγή από την Κάρπαθο, έχει υψηλό εθνικό φρόνημα, τον τιμώ, γνωρίζω ότι προσέθεσε πως η επέκταση είναι μονομερές δικαίωμά μας, διάβασα ότι είναι προς επεξεργασία στο Συμβούλιο της Επικρατείας (εσωτερική νομοθεσία) η επέκταση των χωρικών μας υδάτων στα 12 μίλια (στο Ιόνιο και νοτίως της Κρήτης), αλλά η πραγματικότης είναι πραγματικότης: Επειδή στο σημείο στο οποίο παρατηρείται η συγκέντρωση δυνάμεων είναι κοντά στα 2 λεπτά από τουρκικά αεροδρόμια (Νταλαμάν) και στα 8 λεπτά από ελληνικά (115 Πτέρυγα Μάχης), άρα η σύγκρουση θα είναι παγίδα (αυτό λέγεται), εμείς από τον Αύγουστο έως σήμερα λίγο λίγο, κάθε μέρα, υποστέλλουμε διαρκώς σημαίες. Σημαίες δικαιωμάτων. Σημαίες στα 200 μίλια, σημαίες στα 24 μίλια, σημαίες στα 12 μίλια. Εχουμε κλειστεί στη μικρή μας περιοχή, για να χρησιμοποιήσω ποδοσφαιρικό όρο.
Ποιο το αποτέλεσμα; Εμείς αποφεύγουμε τον πόλεμο λοιπόν, πράγματι, αλλά απεμπολούμε κυριαρχία και κυριαρχικά δικαιώματα. Χωρίς πόλεμο. Ενώ οι άλλοι από τον Αύγουστο έως σήμερα ακυρώνουν πόντο πόντο την επίδραση του Καστελορίζου, ακόμη και τη μειωμένη επήρειά του στη διαμόρφωση της ΑΟΖ. Δεν μένει παρά να αποκηρύξουμε και πλήρως τον Χάρτη της Σεβίλλης της Ε.Ε. για να είναι πλήρης νομικώς η υποχώρησή μας και να ενταφιαστεί η ένωση με την κυπριακή ΑΟΖ.
Συνοπτικώς: Χάνουμε λίγο λίγο. Και με την περιοχή του Καστελορίζου εκτός οριοθέτησης (μετά την ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία) δεν είμαι και βέβαιος ότι θέλουμε να κερδίσουμε. Πιο πολύ έχουμε τον νου μας στα νότια της Κρήτης, όπου έχει και εκεί πορτοκαλιές υδρογονανθράκων παρά στο Καστελόριζο. Οταν τελειώσει και αυτός ο γύρος, με ή χωρίς σύρραξη, θα αχθούμε, λοιπόν, σε υποχρεωτικό διάλογο με εξωτερική πίεση, στον οποίο οι θέσεις μας επί όλων των θεμάτων θα είναι άλλες από τις παρελθούσες: και για τα 12 μίλια και για τη συνορεύουσα ζώνη και για τα 200 μίλια και για την υφαλοκρηπίδα και για τη μέση γραμμή και για την επήρρεια των νησιών και για όλα. Με τη διαφορά ότι αυτές οι νέες θέσεις δεν θα ισχύουν μόνο για την περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, αλλά και για το Αιγαίο. Εκεί όπου η Τουρκία με τους ορισμούς της περί υφαλοκρηπίδας θέλει να κερδίσει θάλασσα στον 25ο μεσημβρινό, να διχοτομήσει την ελληνική επικράτεια και να εγκλωβίσει, καταρχάς, τα νησιά.
Μετά ταύτα τίθεται θεμελιωδώς το στρατηγικό ερώτημα:
-Δεδομένου ότι η Τουρκία αποσπάται από τη Δύση μη υπακούοντας στη Δύση,
-δεδομένου ότι οι Δημοκρατικοί του Μπάιντεν θα είναι φιλικοί έναντι ημών στο body language, αλλά αδυσώπητοι και κυνικοί για το εθνικό συμφέρον τους (χειρότεροι των Ρεπουμπλικανών),
-δεδομένου ότι εμείς υποχωρούμε σταδιακώς μέσα στον χρόνο επί παγίων θέσεων…
…τότε τι στον διάβολο ακριβώς τον θέλουμε τον χρόνο; Και τι τους θέλουμε τους εξοπλισμούς; Εάν κατά τον χρόνο παράδοσης των εξοπλισμών έχουμε παραδοθεί, τι θα υπερασπίσουν τα F-35, τα Rafale και οι φρεγάτες; Θα χρηματοδοτήσουμε την ήττα μας ως επενδυτές της διεθνούς πολεμικής βιομηχανίας χωρίς το παραμικρό αντάλλαγμα; Θα κάνουμε την πατρίδα μας αεροπλανοφόρο, αλλά την κρίσιμη στιγμή, όταν θα γίνει το «τσαφ», οι άλλοι θα κοιτούν από μακριά με τα κιάλια, όπως κοιτούσαν κάποιοι άλλοι στη Σμύρνη το 1922;
Έχω κάθε καλή διάθεση να καταλάβω, αλλά δεν καταλαβαίνω. Έχω εμπιστοσύνη στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και ελπίζω ότι στο τέλος θα αιφνιδιάσει. Έχει μια δυο κινήσεις στη φαρέτρα του ακόμη. Μπορεί να αναποδογυρίσει το τραπέζι. Δεν του έθεσα, άλλωστε, τυχαία στη ΔΕΘ το ερώτημα περί «μη προβλέψιμου συμμάχου».