Ο Νέστωρ της πολιτικής μας ζωής, ο τέως υπουργός που σας έχω παρουσιάσει στο παρελθόν με το προσωνύμιο «Τσόμσκι», είχε ισχυρό άγχος την προηγούμενη εβδομάδα.
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
«Δεν πάμε να πιούμε έναν καφέ στην αγαπημένη μας Αίγλη πριν βάλουν και σε αυτήν λουκέτο;» μου πρότεινε στο τηλέφωνο. Τότε δεν είχε διαφανεί στον ορίζοντα το lockdown Μητσοτάκη στην εστίαση. Ο Νέστωρ είχε πληροφορηθεί από τις στήλες μας την έξωση του παρόντος μισθωτή της Αίγλης με γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και ανησυχούσε. Πήγαμε και καθίσαμε ως συνήθως έξω. Χατίρι στον «Τσόμσκι» δεν χαλώ. Είχε και ωραία μέρα. Η Αίγλη είναι χρόνια τώρα αγαπημένο στέκι. Ο Νέστωρ έπιασε με τα ροζιασμένα χέρια του την κούπα με τον ζεστό καπουτσίνο -μετά κανέλας- που μας σερβίρισε η πρόσχαρη Λίντα από τη Βόρειο Ηπειρο, και άρχισε:
«Παιδί μου, δεν ξέρω αν το έχεις καταλάβει… βλέπω βεβαίως πως κρατάς όσο μπορείς τις ισορροπίες… αλλά η πατρίδα μας δεν πρόκειται να γίνει Φινλανδία. Είναι ήδη Φινλανδία. Η συνθηκολόγησις έχει επέλθει. Απομένει η καθαρογραφή της. Ο Μαραντζίδης στην “Καθημερινή” ήταν προκλητικός, αλλά ήταν και ειλικρινής. Γινόμαστε δορυφόροι των Τούρκων. Δεν ασκούμε τα δικαιώματά μας στα 12 μίλια αλλά αφήνουμε τους Τούρκους να τα ασκούν! Και μάλιστα χωρίς να αντιδρούμε καθόλου. Ο στρατηγός Γράψας το 2008 και ο ναύαρχος Αποστολάκης το 2018 τους κυνήγησαν, παιδί μου! Τους κυνήγησαν με τον “Πολεμιστή” και τον “Νικηφόρο Φωκά” μέσα στα 12 μίλια και δεν έλεγαν θεωρίες για κόκκινες γραμμές και πράσινα άλογα. Τώρα εμείς καθόμαστε και τους κοιτάμε. Εάν αυτό, παιδί μου, δεν είναι μείζων υποχώρηση του Ελληνισμού, και μάλιστα η μεγαλύτερη μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, τότε τι είναι;»
Τον διέκοψα αμέσως. «Μήπως τα παραλέτε; Μικρασιατική Καταστροφή από πού και έως πού; Μήπως αγνοείτε ότι ο κόσμος μέσα στα χιλιάδες προβλήματά του δεν θέλει πόλεμο; Μήπως αγνοείτε ότι ακόμη και αυτές οι ακραίες τοποθετήσεις περί φινλανδοποίησης έχουν πέραση στα σαλόνια της ημετέρας ελίτ που δίνει τον τόνο στον δημόσιο διάλογο;» ρώτησα.
Χαμογέλασε ειρωνικώς, έκανε μια γκριμάτσα αποδοκιμασίας για τα λεγόμενά μου, ήπιε μια γουλιά καφέ και συνέχισε. Πιο αποφασιστικός. «Πρέπει να ξέρεις, παιδί μου, δύο πράγματα. Το ένα ιστορικό: Της φινλανδοποίησης προηγήθηκε πόλεμος. Σκληρός πόλεμος τεσσάρων μηνών. Οχι απευθείας συνθηκολόγηση. Οι Φινλανδοί πολέμησαν επί τέσσερις ολόκληρους μήνες με σθένος τους Σοβιετικούς, οι οποίοι άλλαξαν δύο φορές επιτελάρχη γιατί τα βρήκαν σκούρα στα χιόνια, ενώ δεν τόλμησαν λόγω της αντίστασης που βρήκαν να προχωρήσουν περαιτέρω στο έδαφός τους. Εμείς εδώ; Δεν λέω “πόλεμος” ως πρώτη επιλογή. Αλλά τρεις μήνες τώρα κάνουμε οφθαλμόλουτρο. Δίνουμε την εντύπωση, εσύ το έγραψες, ότι, αν το “Oruc Reis” εισβάλει στα 6 μίλια, θα το περιμένει επιτροπή υποδοχής εθνομηδενιστών στο Καστελόριζο. Και ας πούμε, παιδί μου, ότι η Ιστορία είναι λεπτομέρεια. Ποιος νοιάζεται να μάθει τι έκαναν οι ήρωες Φινλανδοί προτού παραδοθούν. Αλλά στη σημερινή πραγματικότητα -και σε παρακαλώ να το μεταδώσεις αυτό στους αναγνώστες σου- το ζητούμενο δεν είναι αν η Τουρκία ασκεί κυριαρχία μεταξύ 6-12 μιλίων. Αυτό που κατά βάθος αλλάζει, παιδί μου, είναι ότι οι Τούρκοι γίνονται κάθε μέρα που περνά τα αφεντικά του Αιγαίου! Ολου του Αιγαίου. Μας παίρνουν τα κλειδιά. Το κουμάντο, πώς να το πω αλλιώς! Γι αυτό σου επιμένω ότι πρόκειται για μείζονα υποχώρηση του Ελληνισμού. Μη με περνάς για τρελό. Δεν χάνουμε θάλασσα, παιδί μου! Κυριαρχία χάνουμε! Διαβρώνεται η κυριαρχία μας».
Ο γηραιός Νέστωρ, ο οποίος είναι ψύχραιμος συνήθως, είχε κοκκινίσει από θυμό. Ευτυχώς είχαμε πιάσει το ακριανό τραπέζι, κρατούσαμε τις αποστάσεις και μάλλον δεν μας άκουγε κανείς. Εφυγα προβληματισμένος από τη συνάντησή μας. Δεν αποφασίζω ποτέ σε πρώτο χρόνο τι θα γράψω. Μου αρέσει να δίνω χρόνο στον χρόνο. Να «χωνεύω» τη μεταβολή. Να την περνάω από κόσκινο. Να μη βιάζομαι. Και πριν γράψω την παραμικρή κουβέντα, πάντα προσπαθώ να… μπαίνω στα παπούτσια των κυβερνώντων μας.
Η εξίσωση που διαχειρίζονται δεν είναι εύκολη και εμείς έξω από τον χορό πολλά τραγούδια μπορεί να λέμε. Γράφω λοιπόν σήμερα, μία εβδομάδα μετά το ραντεβού μου με τον «Τσόμσκι», και σας μεταφέρω τις σκέψεις του γιατί όσα μεσολάβησαν από το Σαββατοκύριακο έως σήμερα δικαιώνουν δυστυχώς την οπτική του. Εμείς νομίσαμε αφελώς ότι οι σεισμοί στη Σάμο και τη Σμύρνη θα μαλακώσουν τον Ερντογάν.
«Τούρκος εσύ κι εγώ Ρωμιός, κι εσύ λαός κι εγώ λαός» και λοιπά αφελή. Και σπεύσαμε πρώτοι, ως μικρότεροι προς μεγαλύτερο, να του εκφράσουμε τα συλλυπητήριά μας και να του υποβάλουμε τα σέβη μας. Με την ελπίδα ότι οι ανθρώπινες απώλειες θα αποτελέσουν την αφορμή να έρθουμε πιο κοντά. Αλλά ο Ερντογάν δεν είναι Ισμαήλ Τζεμ για να έρθει στην Ελλάδα και να κτυπά παλαμάκια στα ζεϊμπέκικα του πρωθυπουργού της, στη Σάμο και πάλι συμπτωματικώς (στο «Dorrysa Bay», θαρρώ).
O Eρντογάν μάλλον αφ’ υψηλού μας πρότεινε βοήθεια, αν τη χρειαζόμαστε, και μόλις κάθισε η σκόνη, πριν γίνει καν η κηδεία των παιδιών μας, εξέδωσε νέα NAVTEX με την οποία στέλνει το «Oruc Reis» έξω από τη Ρόδο για έρευνες! Τις οποίες μάλλον θα παρακολουθήσουμε απαθώς.
Βεβαίως, αυτή η μείζων μεταβολή, ότι υποχωρούμε στο Αιγαίο, ότι παύουμε να είμαστε τα αφεντικά της περιοχής, ότι οι Τούρκοι «οργώνουν» ανενόχλητοι τα μίλια μας δημιουργώντας τετελεσμένα δεν αποτυπώνεται πουθενά -πλην εξαιρέσεων- και δεν συζητείται με τον τρόπο που θα έπρεπε. Από τη στιγμή που και η αξιωματική αντιπολίτευση είναι στο κόλπο και ακούει απαθώς απόψεις περί εθνικισμού και 12 μιλίων χωρίς να αντιδρά, γινόμαστε ταχέως Φινλανδία και υποχωρούμε στο Αιγαίο ΣΥΝΑΙΝΕΤΙΚΩΣ.
Το γεγονός ότι κανείς δεν μιλάει δεν σημαίνει βεβαίως πως όλο αυτό που ζούμε δεν συμβαίνει. Συμβαίνει. Εμείς μπορεί να γινόμαστε «Φινλανδοί», αλλά οι Τούρκοι της Συρίας, του Ναγκόρνο, της Λιβύης, των Κατεχομένων παραμένουν Τούρκοι. Να μην το ξεχνάμε ποτέ αυτό. Και να θέλαμε πάντως, πάντα υπάρχει ένας βετεράνος «Τσόμσκι» να μας ταρακουνά και να μας το θυμίζει.