Το ρήγμα ανάμεσα σε υποστηρικτές και αντιπάλους της παγκοσμιοποίησης θα βαθύνει ακόμη περισσότερο, όποιος και αν εκλεγεί
- Απο τον Μιχάλη Ψύλο
Μπορεί να είναι ακόμη ασαφές ποιος θα είναι ο νέος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, καθώς η καταμέτρηση σε κρίσιμες πολιτείες (Πενσιλβανία, Νεβάδα και Βόρεια Καρολίνα) μπορεί να διαρκέσει ημέρες λόγω της επιστολικής ψήφου, αλλά ένα είναι σίγουρο: Και αυτή τη φορά οι δημοσκοπήσεις έπεσαν εντελώς έξω! Ενώ προέβλεπαν σχεδόν θριαμβευτική νίκη για τον Δημοκρατικό Τζο Μπάιντεν, ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αποδεικνύεται «σωσίας» του Μπρους Γουίλις: «Πολύ σκληρός για να πεθάνει».
Και οι 27 μεγάλες εταιρίες δημοσκοπήσεων -ανάμεσά τους και αυτή που εργαζόταν για λογαριασμό του φιλοτραμπικού Fox News- δεν μπόρεσαν να ανιχνεύσουν προεκλογικά τις διεργασίες στο αμερικανικό εκλογικό σώμα. Ή δεν ήθελαν ίσως, με δεδομένο ότι σχεδόν το σύνολο της αμερικανικής ελίτ και σχεδόν όλοι οι σύμμαχοι των Ηνωμένων Πολιτειών στο εξωτερικό ήθελαν να απαλλαγούν από τον Τραμπ για πολλούς λόγους – δίκαιους και άδικους. «Το επάγγελμα της πολιτικής δημοσκόπησης έχει τελειώσει» δήλωσε ο κορυφαίος Ρεπουμπλικάνος δημοσκόπος Φρανκ Λουντζ. «Και αυτό είναι καταστροφικό για τον κλάδο μας».
Με το σαρωτικό κλίμα υπέρ του Μπάιντεν που επικρατούσε στο σύνολο σχεδόν των αμερικανικών ΜΜΕ, ίσως οι πολίτες να απέφευγαν να φανερώσουν τις προτιμήσεις τους στις εταιρίες δημοσκοπήσεων, λένε οι περισσότεροι αναλυτές.
Το δεύτερο «σίγουρο» αυτών των εκλογών είναι βέβαια το γεγονός ότι για άλλη μία φορά οι εκλογές έδειξαν τον βαθύ διχασμό στις ΗΠΑ, που σε πολλά μέρη οδήγησε σε εξαιρετικά οριακά εκλογικά αποτελέσματα. Το μεγάλο ρήγμα που άνοιξε το 2016 ανάμεσα στους υποστηρικτές και τους αντιπάλους της παγκοσμιοποίησης θα βαθύνει ακόμη περισσότερο, όποιος και αν εκλεγεί πρόεδρος. Οπαδοί της παγκοσμιοποίησης ο Μπάιντεν και η κοσμοπολιτική Αμερική, αντίπαλοι εν γένει ο Τραμπ και οι μεσαίες πολιτείες στον χάρτη, θα βρεθούν την επόμενη τετραετία αντιμέτωποι σε μια εκρηκτική κοινωνική πόλωση, με διαστάσεις που δεν μπορούμε να φανταστούμε.
Ο προστατευτισμός του Τραμπ και τα περιβόητα πλέον σλόγκαν του «Make America Great Again» και «America First» θα συνεχίσουν να πυροδοτούν την πόλωση όχι μόνο στο εσωτερικό της χώρας, αλλά και απέναντι σε συμμάχους, εχθρούς και φίλους στο εξωτερικό. Και την πολιτική αυτή, που μπορεί να φαντάζει αντισυστημική, την αγκάλιασαν το 2016 και, όπως φαίνεται, εξακολουθεί να τη στηρίζουν τουλάχιστον ένας στους δύο Αμερικανούς. Άλλωστε, αν και ο Τραμπ υστερούσε του Μπάιντεν σε όλες τις δημοσκοπήσεις, υπήρχε ένας τομέας στον οποίο τον κέρδιζε κατά κράτος: στη διαχείριση της οικονομίας.
Σύμφωνα με το ινστιτούτο Pew Research, η οικονομία ήταν μακράν το πιο σημαντικό ζήτημα για τους ψηφοφόρους, ενώ η πανδημία Covid-19 παίζει δευτερεύοντα ρόλο στην κατάταξη των πιο σημαντικών θεμάτων. Ίσως να επιβεβαιώθηκε και πάλι η διάσημη ρήση του Μπιλ Κλίντον: «Είναι η οικονομία, ηλίθιε…»
Πριν από την πανδημία η οικονομική κατάσταση στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν αξιοζήλευτη, αν και ζημιώθηκε η λευκή εργατική τάξη στις βιομηχανικές πολιτείες των Μεγάλων Λιμνών, που είχε παίξει σημαντικό ρόλο στην εκλογή του το 2016. Αντίθετα, ευεργετήθηκε το μεγάλο κεφάλαιο με μεγάλες φοροαπαλλαγές και με την υπονόμευση κοινωνικών μέτρων της οκταετίας Ομπάμα, ιδιαίτερα στα πεδία της υγειονομικής περίθαλψης και των εργασιακών σχέσεων. Οι ψηφοφόροι δύο μεγάλων κοινωνικών κατηγοριών που διαχωρίζονται με το ποσό των 100.000 δολαρίων στο ετήσιο εισόδημά τους, ενώ το 2016 είχαν ψηφίσει Τραμπ σε ποσοστό 50%, αυτή τη φορά τον ψήφισαν σε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό.
Για τη λεγόμενη μεσαία τάξη, που πάντα μετέχει στις εκλογές, η ανάπτυξη ήταν σταθερή και τα εισοδήματά της αυξήθηκαν. Αν και με την πανδημία του Covid επήλθε πλήρης αλλαγή σκηνικού, η ανεργία έφτασε σε ευρωπαϊκά επίπεδα και ο αριθμός των νεκρών πλησιάζει τις 300.000, οι Ρεπουμπλικάνοι ψηφοφόροι του 2016 ξαναψήφισαν τον Τραμπ εφέτος. «Η επιθυμία για έναν άμεσο και όχι εξεζητημένο τόνο εκ μέρους της ηγεσίας, η απόρριψη της πολυπολιτισμικότητας και των ξένων αποδείχτηκαν παρούσες περισσότερο από ποτέ μεταξύ των ψηφοφόρων» γράφει η γαλλική «Les Echos».
«Το 2019 τα εισοδήματα του μέσου Αμερικανού πολίτη αυξήθηκαν αισθητά και η ανισότητα μειώθηκε κάπως. Η οικονομική ανάπτυξη των Ηνωμένων Πολιτειών ξεπέρασε εκείνη σε πολλές βιομηχανικές χώρες» γράφει η γερμανική «Frankfurter Allgemeine Zeitung».
«Οι ψηφοφόροι το απέδωσαν προφανώς στην πολιτική Τραμπ. Η Γουόλ Στριτ ανέβηκε αισθητά και οι πλούσιοι συνταξιούχοι, για παράδειγμα, που έδωσαν στον Τραμπ τη νίκη στη Φλόριντα, παρακολουθούν στενά τον Dow Jones» γράφει η γερμανική εφημερίδα.
Ο δεύτερος παράγοντας που θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά για τον Τραμπ την έκβαση της αναμέτρησης ήταν η δραματική εξάπλωση της πανδημίας στις Ηνωμένες Πολιτείες.
«Μόνο που οι ψηφοφόροι κυρίως της μεσαίας τάξης ήταν απίθανο να κατηγορήσουν τον Τραμπ για τη συγκριτικά πολύ χειρότερη εξάπλωση της πανδημίας και τις σοβαρές αρνητικές οικονομικές συνέπειες. Γιατί απλά πολλοί Αμερικανοί -ιδιαίτερα στις κεντρικές περιοχές της χώρας- δεν κοιτάζουν πέρα από τα σύνορά τους για να κάνουν διεθνείς συγκρίσεις. Έχουν τη βασική πεποίθηση ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πάντοτε τα πάνε καλά στις παγκόσμιες συγκρίσεις» γράφει η «FAZ».