«Ε βασιλιά, τη μαύρη αυτή στιγμή κρατάς το ριζικό σου. Σε τρίχα κρέμεται όλη η ζωή σου και τηνε καμπανίζεις. Αν πάρεις απ’ τη μια μεριά, η ζωή σαν το νερό θα τρέχει κελαρυστή, χαρούμενη, αγαθή, και θα ποτίζει κήπους και θα κινάει χλωρούς νερόμυλους, θα κατεβάζει ψάρια, και πλήθια ροδομάγουλα παιδιά στους όχτους της θα παίζουν. Μα από την άλλη αν πας μεριά, θα βρεις σαν πυρκαγιά τη μοίρα ν’ αναγλωσσίζεται μεσόστρατα κι ορθή να σε προσμένει. Φωτιά θα πάρει ο νους σου ευτύς, φωτιά το γέρικό σου κάστρο, κι όλα θα γίνουν στάχτη και καπνός και θα χαθεί η πατρίδα!»
- Από τον Γιάννη Χ. Κουριαννίδη
Δεν είμαι σε θέση να κρίνω αν η «Οδύσεια» του Νίκου Καζαντζάκη είναι πράγματι «το μεγαλύτερο έπος της λευκής φυλής», όπως ο ίδιος τη χαρακτήρισε, αλλά αυτό που σίγουρα μπορεί κάποιος να πει είναι ότι ενσαρκώνει με τον ποιητικό λόγο τού μεγάλου μας λογοτέχνη τον αιώνιο και διαχρονικό πόθο του Έλληνα για το ταξίδι.
Ένα ταξίδι που μπορεί να έχει προορισμό κάποιαν Ιθάκη, αλλά που όταν τη βρει θα συνειδητοποιήσει πως αυτό που πράγματι άξιζε ήταν το ίδιο το ταξίδι, που τον γέμισε γνώσεις, εμπειρίες και σοφία. Γι’ αυτό και το ταξίδι είναι ατέλευτο. Γι’ αυτό και η αλλαγή του χρόνου, που επίκειται, δεν σηματοδοτεί παρά μια στιγμή μόνο στην αιωνιότητα αυτού του ταξιδιού, έτσι για να κοστολογούμε χρονικά τα κέρδη μας και να τα ζυγίζουμε με τα οφέλη τους, για μας και την πατρίδα μας. Αντί, λοιπόν, γι’ ανώφελες ευχές αυτές τις μέρες, ας αναλογιστούμε όλοι μας προς ποια μεριά θα πάρουμε τη ζωή μας στη νέα χρονιά.
Θα αφήσουμε άραγε αυτό το «γέρικο κάστρο» μας, που άντεξε τόσα δεινά, επιθέσεις και επιβουλές, να καεί αφημένο σε μια μοίρα που άλλοι διαμορφώνουν χωρίς να μας ρωτήσουν ή θα επαναφέρουμε το νερό της ζωής μας από το αυλάκι που το εκτρέψανε, ώστε να ποτίσει και πάλι «κήπους και νερόμυλους», δίνοντας ξανά χρώμα στα όνειρα των παιδιών μας ώστε να μη «χαθεί η πατρίδα»;
Από τη νέα χρονιά πρέπει να μας γίνει επιτέλους συνείδηση ότι είμαστε υποχρεωμένοι, ιδιαίτερα εμείς οι Έλληνες, να αντισταθούμε στην πτωχοποίηση των αξιών μας, που επιχειρείται με όχημα την απαξίωση της καθημερινότητάς μας. Είναι γεγονός ότι η χρονιά που φεύγει ανέδειξε εξουσιαστικές συμπεριφορές με έντονα τα χαρακτηριστικά μιας νοοτροπίας ολοκληρωτικής. Ο εγκλεισμός, η αναστολή λειτουργίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ο απομονωτισμός, η δαιμονοποίηση της κοινωνικότητας, όλα κατατείνουν στην εφαρμογή μιας κοινωνικής αποστασιοποίησης, όχι με τη διαστρεβλωμένη έννοια που θέλουν να μας επιβάλουν (δηλαδή της προληπτικής τήρησης αποστάσεων μεταξύ μας), αλλά με αυτήν της πραγματικής σημασίας της, δηλαδή της πλήρους αδιαφορίας για όσα συμβαίνουν γύρω μας.
Οι «υγειονομικοί τεχνοκράτες» της εποχής μας δείχνουν να έχουν επιβάλει πια τις απόψεις τους στις πολιτικές εξουσίες, με αποτέλεσμα να θεωρείται πλέον ότι όσο περισσότερο κοινωνικοί είμαστε, όσο περισσότερο διασκεδάζουμε και συνευρισκόμαστε, τόσο πιο επικίνδυνοι είμαστε!
Όπως γράφει πολύ εύστοχα ο Jeffrey Tucker σε πρόσφατο άρθρο του στην ιστοσελίδα American Institute for Economic Research, η μικροβιοφοβία «η οποία κάποτε θεωρείτο ως ψυχική ασθένεια, τώρα έχει εξυψωθεί στα επίπεδα της κοινωνικής ευσυνειδησίας»! Όλα δείχνουν ότι στο όνομα της «δημόσιας ασφάλειας», και αφού πια οι κάθε είδους κομμουνιστές, φασίστες και ισλαμιστές είναι ελεγχόμενοι, ο εχθρός πια αποκτά νέο όνομα: Ασθένειες!
Η τρομοκρατία που μπορεί εύκολα να αναπτυχθεί με την επίκλησή τους, κυρίως λόγω των επικοινωνιακών δυνατοτήτων που έχουν πια στη διάθεσή τους οι εξουσίες, είναι δυστυχώς πολύ πιθανό να μας οδηγήσει στο να κάνουμε τη λάθος επιλογή στη ζωή μας. Γι’ αυτό και η ευχή μας για «καλή χρονιά» θα πρέπει να μετουσιωθεί φέτος σε κάτι χειροπιαστό και διαχειρίσιμο.