Ο εγκλωβισμένος «σουλτάνος» αναμένει ράπισμα από τον Μπάιντεν και «κλείνει το μάτι» σε Ελλάδα και Ε.Ε.
Από τον Μιχάλη Ψύλο
Πληθαίνουν πλέον οι φωνές που αποκαλύπτουν τους πραγματικούς λόγους της υποτιθέμενης «εποικοδομητικής στροφής» του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προς την Ευρώπη, αλλά και την Ελλάδα, με τις εκκλήσεις για συνάντηση με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και την έναρξη των διερευνητικών συνομιλιών.
To Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων (AFP) προειδοποιεί ότι «ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν επιδιώκει να αποκαταστήσει τις σχέσεις του με την Ευρωπαϊκή Ένωση γιατί προετοιμάζεται να αντιμετωπίσει μια ενδεχομένως ακόμη και εχθρική αμερικανική κυβέρνηση υπό τον Τζο Μπάιντεν».
Ευρωπαίος διπλωμάτης δηλώνει χαρακτηριστικά στο AFP ότι «η νίκη του Μπάιντεν έχει ανακατέψει τα χαρτιά. Η Τουρκία αναμένει ότι η επόμενη αμερικανική κυβέρνηση θα είναι λιγότερο διατεθειμένη να αφήσει τον Ερντογάν να… ξεφύγει». Προσθέτει μάλιστα ότι πλέον «η Αγκυρα δεν μπορεί να αντέξει μια κλιμάκωση τόσο με τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και με την Ευρώπη, ειδικά με μια τόσο εύθραυστη οικονομία».
Όπως λέει η Σίνεμ Αντάρ, συνεργάτιδα στο Κέντρο Εφαρμοσμένων Μελετών για την Τουρκία στο Βερολίνο, «αυτή η υποτιθέμενη έκκληση Ερντογάν για επαναπροσέγγιση με την Ε.Ε. μπορεί να ερμηνευτεί απλά ως προετοιμασία εν όψει του Μπάιντεν».
Το Γαλλικό Πρακτορείο δεν διστάζει να «καρφώσει» τον Τούρκο πρόεδρο, τονίζοντας ότι η «απροσδόκητη» αυτή στροφή του Ερντογάν «γίνεται την ώρα που η επιθετική εξωτερική πολιτική της Αγκυρας έχει απομονώσει διεθνώς τη χώρα». Για αυτόν τον λόγο, «ο ισχυρός άνδρας της Τουρκίας αναζητεί φίλους οπουδήποτε και με κάθε τρόπο» σημειώνει η Ιλκέ Τοϊγούρ, αναλύτρια στο Γερμανικό Ινστιτούτο Διεθνών Εξελίξεων και Ασφάλειας και στο Elcano Royal Institute. Η Σινέμ Αντάρ λέει ότι «για να θεωρηθεί αξιόπιστο οποιοδήποτε μήνυμα από τον Ερντογάν για βελτίωση των σχέσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει η Αγκυρα να αλλάξει… ταχύτητα για το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς και στην εξωτερική πολιτική, που προκαλεί μόνο αντιπαραθέσεις».
Υπάρχει, άραγε, τέτοια πρόθεση από τον Τούρκο πρόεδρο; Τα γεγονότα, τόσο στο εσωτερικό της Τουρκίας όσο και στο εξωτερικό, άλλα δείχνουν. Πολιτική βίαιης καταστολής της αντιπολίτευσης και συνεχείς προκλητικές κινήσεις στην ευρύτερη περιοχή είναι η απάντηση Ερντογάν στην πράξη.
Δυστυχώς, κάποιοι ετοιμάζονται να δώσουν «συγχωροχάρτι» στον Ερντογάν, επειδή -όπως είπε- θα κρατήσει δεμένο ως τις 15 Ιουνίου στην Αττάλεια το σεισμογραφικό «Oruc Reis».
Και δεν βλέπουν ότι με τον τρόπο αυτόν πέφτουν στην παγίδα του Τούρκου προέδρου! «Θα μπορούσαν οι συνομιλίες Τουρκίας – Ελλάδας να έχουν θετικά αποτελέσματα;» διερωτάται η ιστοσελίδα Al Monitor, που ειδικεύεται στην τουρκική πολιτική. «Οι υπολογισμοί της Αγκυρας φαίνεται ότι επικεντρώνονται απλά στην εξασφάλιση βραχυπρόθεσμων κερδών στις σχέσεις της με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ένωση» είναι η εκτίμησή της σε εκτενές άρθρο για την επανάληψη των ελληνοτουρκικών διερευνητικών συνομιλιών. «Τι κρύβεται πίσω από την… εγκάρδια αλλαγή; Οι λόγοι έχουν να κάνουν περισσότερο με εξωτερικούς παράγοντες, παρά με τη στροφή πολιτικής στην Αγκυρα» εκτιμά η ιστοσελίδα, εξηγώντας επίσης ότι «ο κύριος εξωτερικός παράγοντας είναι η αλλαγή φρουράς στον Λευκό Οίκο».
Το AFP επισημαίνει, μάλιστα, με έμφαση ότι ο Μπάιντεν έστειλε ήδη το πρώτο «μήνυμα» στον Ερντογάν, διορίζοντας τον ιδιαίτερα επικριτικό έναντι της Αγκυρας Μπρετ ΜακΓκούρκ ως επικεφαλής του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας, που θα επιβλέπει τη Μέση Ανατολή και την Αφρική. «Εντονα επικριτικός στην πολιτική της Τουρκίας στη Συρία, ο ΜακΓκούρκ θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των σχέσεων της Ουάσινγκτον με τον Ερντογάν» γράφει το Γαλλικό Πρακτορείο. Η Al Monitor σημειώνει ότι «στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στις 17 Φεβρουαρίου, στις Βρυξέλλες, ο νέος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Τζο Μπάιντεν και οι ηγέτες της Ε.Ε. αναμένεται να εξετάσουν κοινές αποφάσεις για την Τουρκία. Ως εκ τούτου, ο Ερντογάν βιάζεται να δείξει ότι έχει δεσμευτεί για διπλωματική λύση των διαφορών με την Ελλάδα πριν από τη σύνοδο κορυφής, παρόλο που αναμένει λίγα από τις συνομιλίες». Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι «ο Ερντογάν έχει κάνει πολλές προσπάθειες να μιλήσει στο τηλέφωνο με τον Μπάιντεν τον τελευταίο μήνα, αλλά μέχρι στιγμής χωρίς επιτυχία».
Όσο κατανοητή είναι λοιπόν η αιφνίδια βιασύνη του Ερντογάν για την επανάληψη των διερευνητικών συνομιλιών τόσο ακατανόητη είναι η σπουδή της Αθήνας να αποδεχτεί το παιχνίδι αυτό της Αγκυρας. Οταν, μάλιστα, υπό την πίεση των πλέον εθνικιστικών κύκλων στην Τουρκία, η Αγκυρα ετοιμάζεται να βάλει στο τραπέζι κάπου 60 θέματα – το σύνολο, δηλαδή, των προκλητικών διεκδικήσεών της στο Αιγαίο, στη Θράκη και την ανατολική Μεσόγειο, σύμφωνα με διπλωματικές και δημοσιογραφικές πληροφορίες από τη γείτονα.
Ουδείς αρνείται ότι οι ελληνοτουρκικές διαφορές -που αφορούν μόνο ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα- θα λυθούν με άλλον τρόπο, εκτός του διαλόγου. Προς τι η βιασύνη, όμως, για την 61η διερευνητική συνάντηση πέντε χρόνια μετά την 60ή; Την ώρα μάλιστα που απέχουν μόλις έναν μήνα η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ και 65 ημέρες η ευρωπαϊκή Σύνοδος Κορυφής της 25ης Μαρτίου για την εξέταση των σχέσεων Ε.Ε. – Τουρκίας, αλλά και δεδομένων των καταγγελιών ότι δεν αποκλείεται η ανατροπή του Ερντογάν;