Κουβαλούσε περισσότερα από 20 χρόνια μέσα στην ψυχή της μια πληγή η οποία δεν έπαψε ποτέ να αιμορραγεί.
- Από τον Βασίλη Βέργη
Και ταυτόχρονα ήταν υποχρεωμένη να ζει σε μια κοινωνία που έχει «επιδοτήσει» με τη συμπεριφορά της τη σιωπή, αφού πολλάκις «υποχρεώνει» το θύμα να μη μιλά, για να γλιτώνει έτσι τον δεύτερο ψυχικό ευτελισμό από χυδαίες ατάκες του στιλ «τα ήθελε» ή «τώρα το θυμήθηκε;».
Η Σοφία Μπεκατώρου, με τεράστιο κόστος ζωής, γίνεται σημαιοφόρος όχι μόνο στο άνοιγμα του ασκού του Αιόλου και το σπάσιμο του ελεεινού αποστήματος στην περίφημη «αθλητική οικογένεια», αλλά και στο ξετύλιγμα ενός κουβαριού γεγονότων, συμπεριφορών και νοοτροπίας στην ίδια την ελληνική κοινωνία.
Η σεξουαλική παρενόχληση, η οποία κάποιες φορές έφτασε στο έσχατο της σεξουαλικής κακοποίησης, είναι γεγονός που αρκετές γυναίκες έχουν βιώσει στον επαγγελματικό χώρο τους. Ανεξαρτήτως ηλικίας και θέσης. Άλλοτε είναι η 20χρονη αθλήτρια Μπεκατώρου, άλλοτε η 25χρονη-30χρονη ανερχόμενη επαγγελματίας σε μια επιχείρηση, η οποία θα έρθει αντιμέτωπη με την ξεδιάντροπη «εξουσία». Εκείνη η οποία λίγο πολύ έχει τα ίδια χαρακτηριστικά: τον κυνισμό, την αλαζονεία της δύναμης -οικονομικής και παραγοντικής σε κάθε χώρο-, η οποία εκφράζεται με άθλιες συμπεριφορές ορμώμενες από τη σιγουριά που παρέχει η «θέση».
Η κοινωνία των σπορ, η οποία πολλές φορές προβάλλεται ως «η οικογένεια του αθλητισμού», έχει δυστυχώς κάμποσα κρυμμένα μυστικά-σκελετούς στο σεντούκι. Κάποια από αυτά κυκλοφορούν χρόνια ως «ψίθυροι», ως «μύθοι», ακόμη και ως γεγονότα τα οποία ουδέποτε πήραν τη μορφή καταγγελίας.
Η Σοφία Μπεκατώρου με συγκλονιστική δύναμη ψυχής αποφάσισε ότι ήρθε η ώρα να σπάσει το τείχος της σιωπής και να κοιτάξει στα μάτια όσους επί δεκαετίες δεν έδειξαν την παραμικρή ντροπή και μεταμέλεια. Έβαλε τέλος στην «ομερτά», όπως κατήγγειλε για την Ομοσπονδία της Ιστιοπλοΐας ο Νίκος Κακλαμανάκης, και έδωσε το έναυσμα για να σπάσουν τα φερμουάρ κι άλλων ταλαιπωρημένων κοριτσιών αθλητριών.
Η αποκάλυψή της ήταν σαν να άνοιξε το καπάκι της χύτρας και ξεχείλισε ο ατμός της οργής. Στόματα έπαψαν να είναι ραμμένα, αθλήτριες βγαίνουν η μία μετά την άλλη και δημοσιοποιούν τον δικό τους εφιάλτη.
Ο εξευτελισμός της «καθεστωτικής συμπεριφοράς», έτσι όπως εκφράστηκε από την ελεεινή ανακοίνωση της ΕΙΟ για ένα «δυσάρεστο περιστατικό» (!), ή την ανάρτηση της γενικής γραμματέως στην κλασική… λογική του «τώρα το θυμήθηκε» ήταν η απόδειξη ότι από την «εξουσία» πρώτα φεύγει το χούι της αλαζονείας και μετά η ψυχή. Εκείνο που ίσως κατάλαβαν αμέσως μετά τη γενική κατακραυγή είναι ότι ο κόσμος έδειξε με την τεράστια αγκαλιά του στην Μπεκατώρου πως είναι η ώρα «να τσακιστεί η αθλητική κοινωνία της σιωπής».
Να τσακιστεί και να μπει οριστικά στο χρονοντούλαπο μαζί με τους εφιάλτες που δημιούργησαν αυτούς τους σκελετούς. Προφανώς πάντοτε υπάρχει το τεκμήριο της αθωότητας και το δικαίωμα του καταγγελλόμενου να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Μακριά από εμάς «οι δίκες και οι καταδίκες μέσω ΜΜΕ». Εκείνο όμως που φανερώνει ότι πλέον η ροή του ποταμού δεν αλλάζει είναι ο τρόπος με τον οποίον ολόκληρη η κοινωνία, όχι μόνο η αθλητική, υποδέχθηκε τη «σημαία της γενναιότητας» που σήκωσε η Μπεκατώρου.
Όχι άλλα θύματα. Όχι άλλη σιωπή στην εξουσία που ατιμάζει ψυχές και τσακίζει σώματα. Όχι άλλη διαστρέβλωση της πραγματικότητας, όχι άλλη κακοποίηση του θύματος.
Είναι η ώρα των αποφάσεων. Όχι, βέβαια, του… Αυγενάκη, που σπεύδει τα τελευταία εικοσιτετράωρα σαν τηλεμαϊντανός να εισπράξει πολιτικά οφέλη, παρόλο που τα γνώριζε από τον περασμένο Νοέμβριο, όπως η ίδια η Μπεκατώρου αποκάλυψε, αλλά δεν είχε απευθυνθεί στη Δικαιοσύνη.
Αποφάσεις της ελληνικής Πολιτείας, η οποία οφείλει να απαγορεύσει τη θυματοποίηση άλλων Μπεκατώρου στο μέλλον και να σπάσει πρώτη την «αθλητική κοινωνία της σιωπής».