Ορισμένες φορές, η τρέχουσα επικαιρότητα διαπλάθει άρδην και εκ βάθρων μια νέα πραγματικότητα επί τη βάσει ορισμένων περιστατικών τα οποία μας αφήνουν ενεούς ως προς τη βασιμότητά τους, καθότι τα καταναλώνουμε εκόντες άκοντες, ετεροχρονισμένα ως θεατές, αμφισβητώντας τω όντι την αξιοπιστία τους ή εις πάσα περίπτωση διατηρώντας, διά του συντεταγμένου τρόπου δημοσίας προβολής τους, μια ρητή επιφύλαξη διά την εγκυρότητά των. Τούτο δε συμβαίνει διότι, προς την επιβεβαίωση (των γεγονότων) αυτών, παρεμβαίνουν καταλυτικά, ως είθισται, πλην όμως αντιθεσμικώς, η τηλοψία των καθεστωτικών ΜΜΕ, ο συστημικός Τύπος και, εν κατακλείδι, επισφραγιστικά, οι ανώτατοι πολιτικοί θεσμοί.
- Από τον Χαράλαμπο Β. Κατσιβαρδά*
Η ιεράρχηση ενασχόλησης μιας καταγγελίας ενός επωνύμου προσώπου, διά της οποίας εμπλέκονται, προεχόντως και κυρίως, αναρμόδιοι φορείς, υπερακοντίζοντας την καθ’ ύλην αρμόδια Αρχή, η οποία δεν είναι άλλη εκ της εισαγγελικής – δικαστικής, με ό,τι συνεφέλκεται περί της ισχυράς νομοθεσίας περί της προστασίας των προσωπικών δεδομένων και του τεκμηρίου της αθωότητος του καταγγελλομένου κατά την υπερτέρα συνταγματική έννομη τάξη και την υπερκείμενη Ευρωπαϊκή Νομοθεσία της εγχωρίας καταλείπει ισχυράς αμφιβολίας και δεν κομίζει αρκούντως πειστικά στοιχεία περί της αλήθειας της λυσιτέλειας των λεγομένων των οιονεί κατηγόρων αδιακρίτως και αφειδώλευτα κατά πάντων και διά πάντων. Είναι πρόδηλο ότι εις την Ελλάδα, εάν κανείς ανήκει εις ένα οιονεί «λόμπι», ο νομικός πολιτισμός υποχωρεί υπέρ του, τα ΜΜΕ αναλαμβάνουν αυθαιρέτως και αυτοκλήτως, κατά παράβαση του άρθρου 14 του Συντάγματος, προπετή αποστολή δικαστικής Αρχής και ιταμής λογοκρισίας, καθώς και ανεξελέγκτου διαπομπεύσεως των πάντων, κατακρημνίζοντας επονείδιστα και ανενδοίαστα παν ψήγμα νομιμότητας.
Εις τον αντίποδα, εάν ένας απλός πολίτης υποστεί αξιόποινη πράξη η υπόθεσή του, εάν και εφόσον εισαχθεί εις την Δικαιοσύνη, πέραν της αδικαιολογήτου βραδύτητος, θα υποστεί τη χλεύη και την απαξία της αλαζονείας ορισμένων δικαστικών – όσο διά τα ΜΜΕ, ούτε καν θα ασχοληθούν, όλως τουναντίον θα σιωπήσουν εκκωφαντικώς. Εν κατακλείδι, τα συμπεράσματα τα οποία εξάγει κανείς ασφαλώς και συνάγει ευχερώς είναι ότι τα προσωποπαγή κόμματα έχουν διαποτίσει και αλλοτριώσει τους θεσμούς κατά τέτοιον τρόπον, διά του οποίου οι ίδιοι οι θεσμοί, ακόμη και αν αποτελούν τους θεμελιώδεις πυλώνες διά την εύρυθμη και τελεσφόρα λειτουργία του δημοκρατικού μας πολιτεύματος, απεμπολούν υπέρποτε τη λειτουργική τους ανεξαρτησία εν ονόματι της ακατανίκητης, άτεγκτης, ανυπέρβλητης και απαρέγκλιτης στυγνής κομματοκρατίας.
Ο μεγάλος Καντ έλεγε ότι «ο πατερναλισμός είναι η χειρότερη μορφή δεσποτισμού». Ήδη σήμερον βιώνουμε τη δυστοπία της Νέας Τάξης Πραγμάτων, όπου κάποιοι αυτόκλητοι σωτήρες μάς κουνούν το δάκτυλο διά το καλό μας, και δη διά την υγεία μας, μέσω των Δουρείων Ιππων των ΜΜΕ. Η απάντησή μου είναι η εξής: «…ότι κανένας δεν μπορεί να μας αναγκάσει να είμαστε ευτυχισμένοι με τον δικό του τρόπο (όπως αυτός στοχάζεται την ευτυχία άλλων ανθρώπων), αλλά καθένας έχει το δικαίωμα να επιλέξει την ευτυχία του με τον δικό του τρόπο, αρκεί να μην εμποδίζει την ελευθερία των άλλων να επιδιώξουν όμοιο σκοπό, που μπορεί να υπάρχει μαζί με την ελευθερία οποιουδήποτε σύμφωνα με τον γενικό νόμο» (απόσπασμα του Καντ, το 1793, εις το δοκίμιο «Τούτο είναι ορθό στη θεωρία, αλλά για την πράξη δεν ισχύει».
*Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω