Στις 5 Ιανουαρίου, πριν γίνουν όλα αυτά, είχα δημοσιεύσει το παρακάτω κείμενο στα κοινωνικά δίκτυα. Αφιερωμένο σε όσους προσποιούνται πως πέφτουν από τα σύννεφα:
- Από τον Φαήλο Μ. Κρανιδιώτη
«Σε ορισμένους χώρους, όπως ο καλλιτεχνικός, τα ΜΜΕ κ.λπ., οι ΛΟΑΤΚΙ όχι μόνο δεν υφίστανται διακρίσεις, αλλά αποτελουν κλίκα αλληλοπροώθησης. Ορισμένοι που κουνάνε το δάχτυλο έχουν ασκήσει ρατσισμό σε βάρος των μη εχόντων ιδιαιτερότητες και έχουν φάει θέσεις αξιότερων με αισχρά μέσα. Υπάρχουν ηθοποιοί, τραγουδιστές, δημοσιογράφοι που έφαγαν πόρτα διότι δεν υπέκυψαν, δεν ανήκουν σε καμία πολύχρωμη μειονότητα. Έχοντας πελάτες και φίλους από τους χώρους αυτούς, γνωρίζω ιστορίες, άλλες θλιβερές και άλλες σπαρταριστές, για το νταβατζιλίκι της κλίκας στους κανονικούς ανθρώπους της πλειονότητας.
Ιστορία πρώτη: Νεαρός τότε ηθοποιός, ταλεντάρα που πέθανε πριν από δύο χρόνια, είχε επιλεγεί για τον πρωταγωνιστικό ρόλο σε πασίγνωστη ταινία, βασισμένη σε βιβλίο συγγραφέα γνωστού για την ιδιαιτερότητά του, που δυστυχώς του κόστισε και τη ζωή του αργότερα. Καψουρεύτηκε τον πρωταγωνιστή σε σημείο να ξημερώνεται έξω από τα παράθυρά του. Παρά το στενό μαρκάρισμα, ο πρωταγωνιστής, που ήταν μποέμ και τρελάρας, γούσταρε όμως με πάθος μόνο γυναίκες, αρνήθηκε να υποκύψει. Ο συγγραφέας, χωλωθείς, απαίτησε από τον σκηνοθέτη την αντικατάστασή του από άλλον, ανερχόμενο ωραίο ηθοποιό, ο οποίος, όπως λένε οι Σέρβοι, “δουλεύει και με ρεύμα και με μπαταρίες”, τα κάνει όλα και δεν σιχαίνεται. Έτσι, διακόπηκαν τα γυρίσματα και ξανάρχισαν από την αρχή με το νέο αμόρε του συγγραφέως και σεναριογράφου.
Ιστορία δεύτερη: Ο ιδρυτής συγκεκριμένου θεάτρου και σχολής, με τεράστια επιρροή στο σύγχρονο ελληνικό θέατρο – ήταν γνωστό πως κανείς άρρεν δεν προωθείτο, εάν δεν πέρναγε από το κρεβάτι του. Σε μια πρόβα, οι μαθητές ήταν ντεφορμέ και τον είχαν εξοργίσει. Πάνω στον θυμό του άρχισε να τους φωνάζει, να επισημαίνει τα λάθη και κατέληξε λέγοντας “κι εμένα μη μου κουνιέστε, γιατί σας έχω γ@μήσει όλους, κι όποιον δεν τον έχω γ@μήσει να σηκώσει το χέρι του”. Δειλά δειλά το σηκώνει ο Β.Δ., από τους μεγαλύτερους αργότερα ηθοποιούς αλλά άσχημος από μικρός, οπότε ο… δάσκαλος του λέει: “Εσένα, έτσι όπως είσαι, ποιος να σε γ@μήσει, ρε;” Μου το είχε αφηγηθεί μεγάλη ηθοποιός του κινηματογράφου και του θεάτρου, που ήταν πελάτισσά μου και απολάμβανα με τις ώρες να μου λέει ιστορίες των παλιών μεγάλων θεατρίνων.
Ιστορία τρίτη: Στη σχολή αυτή έδωσε εξετάσεις και πέρασε από τους πρώτος ο αδερφός καλής μου φίλης από το Περιστέρι. Ενα λαϊκό παιδί, πολύ ωραίος, αθλητικός, με φυσικό ταλέντο, αγάπη για τη λογοτεχνία και ρομαντική διάθεση για το θέατρο, που το φανταζόταν ως έναν χώρο εκλεπτυσμένης πνευματικότητας, όπου θα έκανε τα όνειρά του πραγματικότητα. Ενθουσιασμένος που ξεκινούσε με τους καλύτερους, γρήγορα δέχτηκε ασφυκτική πίεση από τον “δάσκαλο” και τους συνεργάτες του, που είχαν όλοι τα ίδια χούγια. Ηταν κανονικό άντρο. Του κατέστη σαφές πως, αν δεν υπέκυπτε, δεν θα έβλεπε άσπρη μέρα. Ηταν τέτοιας έντασης ο εκβιασμός και σε καθημερινή βάση, που το παιδί αυτό, μεγαλωμένο με τους κώδικες της Δυτικής Όχθης και με πάθος προσανατολισμένο στη γυναίκα, αηδιασμένο, τα βρόντηξε. Και ήταν τόση η άρνηση που του δημιούργησαν ο εκβιασμός και η αναξιοκρατία της κλίκας, που δεν ξαναπέρασε ούτε απέξω από θέατρο. Ασχολήθηκε με το εμπόριο και ίσως η Ελλάδα έχασε ένα πολύ μεγάλο ταλέντο.
Ιστορία τελευταία: Νεαρός ηθοποιός, φίλος της κόρης καλού μου φίλου, πήγε να περάσει από οντισιόν για δουλειά στο θέατρο πανίσχυρου τότε ηθοποιού, που ήταν και από τους στυλοβάτες του ΣΥΡΙΖΑ, για τον οποίο ήταν γνωστό πως οι νεότεροι συμπρωταγωνιστές του είχαν συνήθως και άλλα, μη καλλιτεχνικά καθήκοντα. Μπάνικος και σε σοβαρή σχέση με ωραιότατη πιτσιρίκα ο φέρελπις νέος. Ο θιασάρχης και τηλεοπτικός άρχων για χρόνια τού την έπεσε τόσο χύμα και επιθετικά που τα έχασε, αλλά αντέστη σθεναρώς, αφού μόνο αηδία αισθάνθηκε από τα σαλιαρίσματα του λεγάμενου. Οταν ο τύπος είδε την άρνηση, του είπε με αυθεντική απορία και αγανάκτηση: “Καλά, θες να κάνεις καριέρα στο θέατρο και δεν κάθεσαι σε μένα”; Την πιάσατε την απειλή, έτσι; Μετάφραση: “Δεν θα κάνεις καριέρα πουθενά στο θέατρο”. Δεν έκανε. Τώρα και ο ξεφτίλας αυτός ξέπεσε και υποκύπτει στον νόμο της φθοράς, όμως ποιος ξέρει πόσοι υπέστησαν την παρενόχληση και τον πόλεμο εξόντωσης αυτού του καθάρματος;
Προσέξτε, όμως: Υπάρχουν άλλοι που υποκύπτουν, γιατί προφανώς έχουν την τάση αυτή, τα ίδια χούγια και στελεχώνουν αυτές τις κλίκες με νέα μέλη.
Διευθυντής παραγωγής, επίσης, μου έλεγε πώς δουλεύουν αυτές οι παρέες, πώς επιβάλλονται στα σενάρια, στα πρόσωπα που θα προωθηθούν, ενώ άλλοι θα αποκλειστούν.
Και σε άλλους χώρους υπάρχει το ίδιο φαινόμενο. Και έτσι, έχουμε μια μειονότητα που καταδυναστεύει την πλειονότητα και αποκλείει αρίστους, που δεν ανήκουν στα παραδείσια πουλιά του “δικαιωματισμού”…
ΥΓ.: Οι άνθρωποι πρέπει να ξεχωρίζουν από την καλοσύνη τους, τη φιλοπατρία τους, τα ταλέντα, τη γνώση, την εργατικότητά τους. Από τίποτα άλλο, και δεν μας ενδιαφέρει οτιδήποτε άλλο. Το με ποιον κοιμάσαι δεν συνιστά αρετή που πρέπει να μας την τρίβεις στα μούτρα. Απλά δείχνει εσώψυχα προβλήματα, τα οποία κανένας νόμος δεν θα μπορέσει να λύσει ποτέ».
Ο «δάσκαλος» είχε βιάσει μαθητή του, τον οποίο κρατούσαν συμμαθητές του, ήδη «μυημένοι» στα βίτσια του μέντορά τους και της ιδίας συνομοταξίας. Το νεαρό παιδί έκανε απόπειρα αυτοκτονίας. Διέπρεψε αργότερα στο ποιοτικό θέατρο, όμως πάντα κουβαλούσε μέσα του το σκοτεινό ρήγμα της απόλυτης ατίμωσης. Μάλιστα, κυνικά αστειευόμενοι, οι συμμαθητές του, παραλλάσσοντας τον τίτλο του έργου που είχαν ανεβάσει -«Γύρνα πίσω, αγαπημένη»-, το έλεγαν «Γύρνα από πίσω, αγαπημένε». Ο «δάσκαλος» επί δεκαετίες λέρωσε πολλά σώματα και ψυχές. Ηταν όμως αριστερός, της βαριάς προόδου.
Έτσι, έμεινε ανέγγιχτος ως τον θάνατο. Αντί η δύσμορφη φάτσα του να κοσμεί τη μετεξέλιξη της Εγκληματολογίας του Λομπρόζο, έχουμε και προτομή του. Μόνο τα περιστέρια της απονέμουν τις πρέπουσες τιμές. Θα πουν, «μα, ήταν μεγάλο ταλέντο». Ο Ράινχαρντ Τριστάνος Ευγένιος Χάιντριχ είχε πολυποίκιλα ταλέντα. Ηταν σπουδαίος βιολιστής, δεινός ιππέας, εξαίρετος ξιφομάχος και ικανότατος πιλότος μαχητικών. Ηταν όμως και δολοφόνος. Υπαρχηγός των SS, αρχηγός της Γκεστάπο και της SD, προτέκτορ (Gauleiter) της Βοημίας και επονομαζόμενος δήμιος της Πράγας. Ωσπου μια μέρα, δύο γενναίοι Τσέχοι κομάντος, ο Γιόζεφ Γκάμπτσικ και ο Γιαν Κούμπις, τον εκτέλεσαν κοντά στο Χρατσάνι, το κάστρο της Πράγας.
Ο κόσμος έχασε έναν βιολιστή, ιππέα, ξιφομάχο, πιλότο, αλλά απαλλάχτηκε από έναν γενοκτόνο εγκληματία. Στο μέλλον, μια σοβαρή κυβέρνηση θα γκρεμίσει τις προτομές κακοποιών της τέχνης και της πολιτικής, και θα τους αποδώσει τα επίχειρα της αληθινής προσωπικότητάς τους.