Συμπληρώνεται σε λίγες μέρες ένα έτος από το πρώτο επιβεβαιωμένο περιστατικό μόλυνσης με τον ιό SARS-CoV-2.
- Από τον Γιάννη Χ. Κουριαννίδη
Από τη μέρα εκείνη (26/2/2020) η ελληνική κοινωνία χορεύει στους ρυθμούς της πανδημίας. Την ταχύτητα αυτού του ρυθμού τη δίνουν οι «ειδικοί» επιστήμονες, που υποτίθεται ότι με τις προβλέψεις και τις εκτιμήσεις τους καθοδηγούν την κυβέρνηση προκειμένου να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπισή της.
Έναν χρόνο αργότερα όμως έχει διαπιστωθεί ότι όχι μόνο μια σειρά μέτρων έχει αποδειχθεί αναποτελεσματική, αλλά και ότι η εφαρμογή αυτών σε αρκετές περιπτώσεις έρχεται σε αντίθεση με τη φιλοσοφία και τη στόχευση άλλων, που εφαρμόστηκαν νωρίτερα.
Η πρόσφατη τέτοια περίπτωση είναι η εφαρμογή μειωμένου ωραρίου των υπεραγορών, με συνέπεια τη δημιουργία απίστευτων ουρών αναμονής και συνωστισμού έξω από αυτές, τη στιγμή που προ μηνών είχε ληφθεί το ακριβώς αντίθετο μέτρο, δηλαδή της διεύρυνσης του ωραρίου τους, ακριβώς για να αποφεύγεται ο συνωστισμός!
Έκδηλες είναι, μάλιστα, πολλές φορές και οι διαφωνίες μεταξύ των λοιμωξιολόγων αναφορικά με τη λήψη μέτρων και την αποτελεσματικότητά τους, που ενίοτε φτάνει ακόμα και σε δημόσια αντιπαράθεση μέσω των τηλεοπτικών διαύλων. Το αποτέλεσμα είναι, φυσικά, να εντείνονται η σύγχυση και η ανασφάλεια στους πολίτες και να διερωτώνται για βασικά πράγματα που αφορούν την καθημερινότητα αλλά και την ίδια τη ζωή τους. Κανείς, λ.χ., δεν ευαισθητοποιήθηκε να μας εξηγήσει γιατί το εμβόλιο της AstraZeneca στην υπόλοιπη Ευρώπη δεν χορηγείται σε άτομα άνω των 55 ετών, ενώ στην Ελλάδα δεν χορηγείται σε άτομα άνω των 65 ετών!
Δηλαδή η όποια επικινδυνότητα ή ανεπάρκεια ελέγχων για άνω των 55 ισχύει για τους άλλους Ευρωπαίους και όχι για τους Έλληνες; Προφανώς ο ιχώρ των αρχαίων θεών και υπερανθρώπων, που διασώζεται στο ελληνικό αίμα, προφυλάσσει τους Ελληνες περισσότερο απ’ ό,τι άλλους ανθρώπους! Για να σοβαρευτούμε όμως, θα πρέπει κάποια στιγμή, πέρα από κατασταλτικές διαδικασίες και συναισθηματικού τύπου προσεγγίσεις μέσα από διαγγέλματα και δηλώσεις αξιωματούχων, να σταθεί η κυβέρνηση με υπευθυνότητα και ειλικρίνεια απέναντι στους πολίτες.
Κι αυτό γιατί έως σήμερα δεν κατάφερε να πείσει μεγάλη μερίδα της ελληνικής κοινωνίας ούτε για την αναγκαιότητα έστω κάποιων μέτρων ούτε για την αποτελεσματικότητά τους. Δεν είναι κακό να πει, επιτέλους, κάποιος: «Δεν είμαι 100% σίγουρος γι’ αυτό που σας λέω, αλλά δεν έχω κάτι καλύτερο». Κακό είναι να προσπαθείς να επιβάλεις μια άποψη για τις επιπτώσεις της οποίας ούτε εσύ ο ίδιος είσαι σίγουρος. Κακό είναι να θέλεις να την εφαρμόσουν όλοι οι άλλοι εκτός από σένα! Κακό είναι να θεωρείς ότι μια συγγνώμη για τα λάθη σου είναι περιττή.
Αν, παρά ταύτα, η κυβέρνηση επιμένει στις κατασταλτικές διαδικασίες, τότε θα πρέπει να προτεραιοποιήσει την εφαρμογή τους σε κοινωνικές ομάδες που εμμένουν να δρουν και να συμπεριφέρονται αντικοινωνικά με συστηματικό τρόπο, είτε λόγω ιδιοσυγκρασίας είτε λόγω της μη επαφής τους με την ελληνική κοινωνία ή λόγω μιας στείρας αντιπαράθεσης με την όποιας μορφής εξουσία.
Θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αλήθεια, αν, στο πλαίσιο της καθημερινής έκθεσης επιδημιολογικής επιτήρησης, αρχίσουν να συμπεριλαμβάνονται και κοινωνικά δεδομένα και όχι απλώς γεωγραφικά.
Πέραν, δηλαδή, του τόπου μόνιμης ή προσωρινής κατοικίας των κρουσμάτων, καλό θα ήταν να γνωρίζαμε το ποσοστό συμμετοχής σε αυτά λαθρομεταναστών, «ευπαθών ομάδων» και τροφίμων διάφορων κοινοβίων.
Μέχρι να γίνει αυτό, ο συνεπής νομοταγής πολίτης, που υφίσταται τη βάσανο της απομόνωσης, των περιορισμών, της αναστολής της εργασίας του, της τηλεκπαίδευσης, των προστίμων και του φόβου, δικαιολογημένα θα παραμένει αγανακτισμένος…
*Δημοτικός Σύμβουλος Θεσσαλονίκης «Θεσσαλονίκη Πόλη Ελληνική» [email protected]