Η νέα τουρκική προκλητικότητα στο Αιγαίο δεν ομοιάζει με την περυσινή. Το 2021 δεν είναι 2020.
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Πέρυσι ο πρόεδρος Ερντογάν επιδίωξε, και με την ανοχή των ΗΠΑ του Τραμπ το κατάφερε, να εγείρει de facto διεκδικήσεις εντός της ελληνικής ΑΟΖ σε μια περιοχή που εκτείνεται από το Καστελόριζο έως την Κρήτη. Προσβάλλοντας ευθέως την ελληνική κυριαρχία. Αν και οι πρώτες του κινήσεις το νέο έτος δείχνουν ότι συνεχίζει ακάθεκτος προς την ίδια κατεύθυνση με στόχο τη φινλανδοποίηση της Ελλάδος (μας ζητά τον λόγο γιατί διοργανώνουμε «Φόρουμ Φιλίας» με τον αραβικό κόσμο, γιατί ποντίζουμε καλώδια για την ενεργειακή σύνδεση Πελοποννήσου – Κρήτης, μας «φωνάζει» γιατί ο υπουργός Αμυνας επισκέπτεται νησιά σε απόσταση 500 μέτρων από την Τουρκία), στην πραγματικότητα βρισκόμαστε σε νέα φάση.
Η τουρκική προκλητικότητα αυτής της περιόδου αντανακλά τη νευρικότητα της Αγκυρας για τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Και στο μέτρο που μας αφορά ο «σουλτάνος» βλέπει πίσω από κάθε μας κίνηση, ακόμη και πίσω από το «Φόρουμ Φιλίας» με τις χώρες του Αραβικού Κόλπου, τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Πολύ δε περισσότερο όταν πληροφορείται ότι η Ελλάς και οι ΗΠΑ διεξάγουν αύριο κοινή άσκηση στη Θράκη με 150 επιθετικά ελικόπτερα Απάτσι.
Κατ’ ουσίαν η ψυχολογία της Αγκυρας ομοιάζει κατά πολύ με την περίοδο μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 2016, το οποίο σήμερα, πέντε χρόνια αργότερα, ο Τούρκος πρόεδρος χρεώνει προσωπικώς στον τότε αντιπρόεδρο Μπάιντεν. Σε αυτό το σημείο λοιπόν είμαστε και τώρα. Η ηγεσία της γείτονος καλείται να συνεννοηθεί με μια διοίκηση την οποία όχι μόνον δεν εμπιστεύεται αλλά υποπτεύεται κι από πάνω. Εάν θέλουμε να ερμηνεύσουμε τις τουρκικές κινήσεις αυτήν την περίοδο, οφείλουμε να ακτινογραφήσουμε όλους τους παίκτες. Οι ΗΠΑ καταρχάς αναθεωρούν το δόγμα τους.
Ο Τραμπ ήταν υπέρ της μεγάλης συνεννόησης Αμερικής – Ρωσίας για να αντιμετωπιστεί ο πραγματικός εχθρός, η Κίνα. Ο Μπάιντεν επανέρχεται στο δόγμα Ομπάμα διευρύνοντάς το. Έως το 2016 δόγμα της Ουάσινγκτον ήταν «όποιος είναι με τη Ρωσία δεν είναι μαζί μας». Τώρα προστίθεται και το Πεκίνο. «Οποιος είναι με την Κίνα δεν είναι μαζί μας» η προσθήκη που απευθύνεται κυρίως στους Γερμανούς αλλά και στους Τούρκους. Οι Γερμανοί δεν δείχνουν διατεθειμένοι να τους ακούσουν όπως παλαιά. Ο αγωγός Nord Stream 2 που συνδέει ενεργειακά τη Ρωσία με τη Γερμανία κατασκευάζεται τώρα που μιλάμε. Οι γερμανοκινεζικές σχέσεις είναι άριστες.
Οι Γερμανοί επίσης συμπεριφέρονται διαφορετικά στους Τούρκους απ’ ό,τι οι Αμερικανοί. Δεν ενοχλούνται από τις αγορές S-400. Όσο ο Ερντογάν κρατά τους πρόσφυγες μακριά από το Βερολίνο και όσο πριμοδοτεί τη γερμανική αμυντική βιομηχανία με την αγορά εξοπλισμών, δεν έχουν λόγο να τα «σπάνε» μαζί του. Γι’ αυτό και στην προσεχή Σύνοδο Κορυφής δείχνουν έτοιμοι να του εγκρίνουν άλλα 4 δισ. ευρώ για το Προσφυγικό και να επικαιροποιήσουν τη Συμφωνία Τελωνειακής Σύνδεσης. Η παλαιά πολιτική των ΗΠΑ ισχυροποίησε τους άξονες Γερμανία – Κίνα, Γερμανία – Τουρκία και Γερμανία – Ρωσία.
Ο Ερντογάν στο πλαίσιο αυτό βρίσκεται λοιπόν μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα. Τα έχει καλά με το Πεκίνο, τη Μόσχα και το Βερολίνο, αλλά λόγω της φύσης της παγκοσμιοποιημένης νέας οικονομίας γνωρίζει άριστα πως, αν οι ΗΠΑ του τραβήξουν το χαλί της λίρας -έχει ανακάμψει- με κυρώσεις για τους S-400, μπορούν να τον ανατρέψουν βελούδινα. Είτε με την κατάρρευση των τραπεζών είτε με την επανάσταση της φραντζόλας. Χωρίς τανκ. Και, βεβαίως, αν θέλουν οι ΗΠΑ, μπορούν και να τον διασύρουν στον τουρκικό λαό με την υπόθεση της ιρανικής τράπεζας. Αμέσως μετά την ανάληψη της ηγεσίας από τον Μπάιντεν παρατηρούνται λοιπόν τα εξής: Οι Αμερικανοί, που μετά το Πακιστάν και το Ιράν δεν θέλουν να χάσουν και την Τουρκία, «άνοιξαν» μεν κανάλια επικοινωνίας μαζί της, αλλά έστειλαν αυστηρά μηνύματα στην Αγκυρα για τους S-400. H εισήγηση του αμερικανοσπουδαγμένου Τούρκου υπουργού Αμύνης Ακάρ, ο οποίος διεκδικεί ρόλο στη μετά Ερντογάν εποχή για αποθήκευση των πυραύλων αλά «ελληνικά», απερρίφθη από τις ΗΠΑ Οι οποίες ταυτόχρονα διοχετεύουν προς τα έξω ότι η Ελλάς πλέον αντιμετωπίζεται ως νέα μεγάλη βάση μετεγκατάστασης αμερικανικών βάσεων.
Ήδη το ελληνικό έδαφος στον Βορρά αποτελεί τα μετόπισθεν των αντιρωσικών αμερικανικών βάσεων της Ρουμανίας. Το περιβάλλον Ερντογάν, που γνωρίζει άριστα τον ψυχισμό του, δεν είδε καλά αυτές τις πρώτες απόπειρες προσέγγισης με τις ΗΠΑ μέσω Καλίν – Ακάρ. Γνωρίζοντας την εύθραυστη ψυχολογία του, πλειοδότησε σε αντιαμερικανισμό. Πρώτος ο πιστός υπουργός Εσωτερικών Σοϊλού, ο οποίος επιτέθηκε στις ΗΠΑ την επομένη της επικοινωνίας Καλίν – Σάλιβαν χρεώνοντάς τους ευθέως το πραξικόπημα του 2016. Και εν τέλει ολοκλήρωσε την επίθεση ο ίδιος ο Ερντογάν.
Ο Τούρκος πρόεδρος είδε δάκτυλο των ΗΠΑ πίσω από τις κινητοποιήσεις φοιτητών στα τουρκικά πανεπιστήμια και εγκάλεσε με περιφρονητικά λόγια την υπερδύναμη για τον τρόπο που διεξήγαγε τις πρόσφατες προεδρικές εκλογές. Σε μια λογική του τύπου «μη μας μιλάτε για δημοκρατία εσείς…». Σε άλλη παρέμβασή του έπραξε κάτι ασυνήθιστο. Αντέστρεψε το αμερικανικό δίλημμα που συνήθως απευθύνει ο ισχυρός προς τον αδύνατο. «Πείτε μας αν είστε μαζί μας ή εναντίον μας!» είπε ο Τούρκος πρόεδρος απευθυνόμενος στις ΗΠΑ. Τα καλοπιάσματα του Ινστιτούτου Stratfor ότι η Τουρκία θα ελέγχει έως το 2050 την Κριμαία, την Ελλάδα και την Κύπρο άρεσαν μεν στον «σουλτάνο», αλλά δεν του άλλαξαν το ύφος του θιγμένου.
Αντιθέτως: Ο Ερντογάν αντιμετωπίζει τους Μητσοτάκη, Δένδια, Μακρόν ως αμερικανικές εμπροσθοφυλακές στην περιοχή και ερμηνεύει κάθε τους πρωτοβουλία ως συνωμοσία της Ουάσινγκτον εναντίον του. Είτε δανείζουμε Πάτριοτ στη Σαουδική Αραβία, της οποίας το έδαφος είναι γειτονικό προς την Τουρκία, είτε διοργανώνουμε «Φόρουμ Φιλίας» με τον αραβικό κόσμο ή συζητούμε με τις ΗΠΑ τη νέα αμυντική συμφωνία και την προμήθεια των F-35 ή προμηθευόμαστε Ραφάλ, ο Ερντογάν βλέπει στο «πρόσωπο» της Ελλάδος έναν βοηθό αποσταθεροποιητή στο πλευρό των ΗΠΑ! Η έξοδος του «Τσεσμέ» και η απειλή για νέα ελληνοτουρκική κρίση, λοιπόν, δεν είναι παρά το καθρέφτισμα της έντασης που υπάρχει αυτόν τον καιρό στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Χτυπά το σαμάρι ο Τούρκος πρόεδρος για να μη χτυπήσει τον γάιδαρο.
Η συνειδητοποίηση ότι οι τουρκικές προκλήσεις απευθύνονται πρωτίστως προς τις ΗΠΑ και συνιστούν προειδοποίηση προς την ηγεσία της δεν θα πρέπει να μας κάνει να εφησυχάζουμε. Δεν πρέπει ούτε να υπερτιμούμε ούτε να υποτιμούμε τις προκλήσεις. Το 2016, όταν οι Τούρκοι εξήγαγαν την εσωτερική κρίση στο Αιγαίο με ναυτικά επεισόδια της ακτοφυλακής που δεν ήλεγχε ο Ερντογάν, τους διαβάσαμε σωστά και δεν τσιμπήσαμε. Το 2021 αισθάνονται πάλι την ανάγκη να ξεσπάσουν πάνω μας για την κρίση στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, αλλά αυτή τη φορά μας θεωρούν -δεν ισχύει- συμμέτοχους σε μια νέα συνωμοσία εναντίον τους.
Θα περάσουμε πολλά σκαμπανεβάσματα μέχρι το καλοκαίρι, έως ότου οριοθετηθούν τελεσίδικα οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Δεδομένου ότι από τους Γερμανούς δεν μπορούμε να περιμένουμε και πολλά, ένας δρόμος υπάρχει: Να ξεκαθαρίσουμε στις ΗΠΑ ότι δεν γίνεται να είμαστε εσαεί ο γεωπολιτικός τους πάγκος και, μόλις τα βρίσκουν με τους Τούρκους, να μας «αδειάζουν».
Η νέα αμυντική συμφωνία που διαπραγματεύεται σκληρά ο Νίκος Δένδιας πρέπει να συνοδευτεί από έμπρακτες εγγυήσεις ασφαλείας στη Θράκη και στο Αιγαίο. Η Ελλάς δεν μπορεί να είναι μια ζωή το κλοτσοσκούφι άλλοτε της Ουάσινγκτον, άλλοτε του Βερολίνου και στο τέλος να κερδίζουν πάντοτε τα κακά παιδιά της τάξης, οι πειρατές…