«Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά» η λευτεριά μας. Εκεί μέσα εκατοικούσε, μας λέει ο Σολωμός, «και ήταν όλα σιωπηλά, γιατί τα ’σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά.»
- Από τη Δρ. Ελένη Παπαδοπούλου*
Τετρακόσια χρόνια ραγιάδες, τετρακόσια χρόνια σκλαβιά, τετρακόσια χρόνια οθωμανικός ζυγός, παιδομάζωμα, εξισλαμισμός, σφαγές και δεν κατάφεραν να ξεριζώσουν τον Ελληνισμό, δεν κατάφεραν να ξεχάσουν οι Έλληνες τη γλώσσα τους, τα ιερά και τα όσιά τους, τη θρησκεία τους.
Είναι πράγματι αξιοθαύμαστο και νομίζω μοναδικό αυτό το γεγονός στην Ιστορία, όπου ένα έθνος δεν αφομοιώθηκε από τους κατακτητές του, δεν εξαφανίσθηκε μετά από τόσους αιώνες δουλείας. Και όχι μόνο δεν αφομοιώθηκε, αλλά μία χούφτα άνθρωποι αποφάσισαν ύστερα από τέσσερις αιώνες σκλαβιάς να διεκδικήσουν την ελευθερία του έθνους και να την κερδίσουν.
Τα γεγονότα, η τόλμη των πολεμιστών, η ίδια η Επανάσταση ξεπερνούν με το μεγαλείο τους κάθε ερμηνεία της, κάθε εορταστική εκδήλωση λίγων και «εκλεκτών». Ολα δείχνουν τόσο μικρά και ασήμαντα μπροστά στη γενναιότητα και την ορμή των Αγωνιστών του ’21 που δεν δίστασαν να φωνάξουν «Ελευθερία ή Θάνατος» και να σηκώσουν το σπαθί τους ενάντια στον Οθωμανό δυνάστη. «Οταν αποφασίσαμε να κάμομε την Επανάσταση δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πώς δεν έχομε άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις» λέει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στον λόγο του στην Πνύκα το 1838. Αυτοί οι περίφημοι άνθρωποι που «στόλισαν την ανθρωπότητα με αρετή», όπως μας λέει ο Μακρυγιάννης στα Απομνημονεύματά του, μας έδωσαν την ελευθερία μας.
Τα λόγια του Κολοκοτρώνη στον Ιμπραήμ που κατακαίει την Πελοπόννησο και σφάζει τον ελληνικό πληθυσμό της είναι ένα μήνυμα που ακόμη και σήμερα είναι επίκαιρο: «Όχι τα κλαριά να μας κόψεις, όχι τα δένδρα, όχι τα σπίτια που μας έκαψες, μήτε πέτρα απάνω στην πέτρα να μη μείνει, εμείς δεν προσκυνάμε. Μόνο ένας Έλληνας να μείνει, πάντα θα πολεμούμε».
Η Επανάσταση φωτίζει με το μεγαλείο της το ελληνικό έθνος. Ένα έθνος που θα ζούσε σκλαβωμένο ή που δεν θα υπήρχε καν, αν οι Αγωνιστές μας δεν έδιναν τη ζωή τους. Τι θα ήταν η Ελλάδα χωρίς τον Αγώνα τους, χωρίς την Επανάσταση; Δεν έχουμε παρά να κοιτάξουμε την τύχη του Ελληνισμού στα ελληνικά εδάφη επί χιλιετίες, χαμένα πια, πέρα από το Αιγαίο, στα παράλια της Μικράς Ασίας, στην κατεχόμενη Κύπρο, στις αλλοτινές ελληνικές συνοικίες της Πόλης. Εκεί όπου όλα είναι πια σιωπηλά.
Η Επανάσταση στέκεται ψηλά, πάνω και πέρα από τους εορτασμούς των επισήμων. Βρίσκεται μέσα στην ελληνική ψυχή μας. Φωτίζει την Ιστορία μας, το πνεύμα μας, το παρόν και το μέλλον μας. Ας κρατήσουμε αυτό το φως πάντα αναμμένο κι ας παραδειγματιστούμε από τους απλούς αυτούς ανθρώπους, τους ήρωές μας, που αγωνίστηκαν για την Ελλάδα.
Θνητοί τοις αθανάτοις γόνυ κλίνατε.
*Διδάκτωρ Διδακτικής Γλωσσών και Πολιτισμών του Πανεπιστημίου
Paris III – Sorbonne Nouvelle