Είμαστε μόλις λίγες ώρες μετά την κορύφωση των εκδηλώσεων για τα 200 χρόνια από το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης.
- Από τον Σάββα Καλεντερίδη
Μιας Επανάστασης που σήμανε και το ξήλωμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μιας διαδικασίας που ολοκληρώθηκε το 1923, με την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας. Από αυτή τη διαδικασία γεννήθηκαν δεκάδες εθνικά κράτη, τα οποία, κατά μια έννοια, οφείλουν κι αυτά μέρος της ελευθερίας τους σ’ εκείνους τους γενναίους αγωνιστές που κατάφεραν να πετύχουν το ακατόρθωτο, να ανατρέψουν τους κανόνες του πολέμου και της ίδιας της λογικής.
Κι αυτό γιατί εκείνοι οι τρελοί επαναστάτες, χωρίς να έχουν δικό τους κράτος ή κάποια δύναμη να τους υποστηρίζει, με τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής να είναι όλες δηλωμένες εναντίον τους και υπέρ της ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αποφάσισαν να τα βάλουν με μια υπερδύναμη της εποχής. Αυτό ίσως δεν έχει προηγούμενο στην παγκόσμια Ιστορία.
Με μόνο όπλο την πίστη στον ιερό αγώνα και την αποφασιστικότητα για την ελευθερία, που απεικονιζόταν και στο σύνθημα της Επανάστασης «Ελευθερία ή Θάνατος», οι Έλληνες επαναστάτησαν και νίκησαν.
Και η νίκη τους είχε ισχυρούς συμβολισμούς για τα άλλα υπόδουλα έθνη, τα οποία ακολούθησαν με τη σειρά τους τούς Έλληνες και την Ελλάδα, για να οδηγηθούμε στο ξήλωμα και στη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την οποία, από ένα σημείο και μετά, επεδίωξαν και οι Μεγάλες Δυνάμεις, με στόχο να «διαμοιράσουν τα ιμάτιά της».
Τεράστιο ρόλο έπαιξε, για να οδηγηθούμε στο θαύμα της Ελληνικής Επανάστασης, η Κλεφτουριά, που ήταν εξεγερμένη και ζούσε ελεύθερη και ανυπότακτη στα βουνά δεκαετίες πριν από το 1821. Εκείνοι, οι κλέφτες και οι οπλαρχηγοί τους, είχαν γευθεί την ελευθερία στα βουνά κυρίως του Μοριά, της Ρούμελης και της Ηπείρου, και σ’ αυτούς απευθύνθηκαν, σ’ αυτούς κυρίως στηρίχθηκαν τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας, που είχαν αναλάβει τον οργανωτικό ρόλο της Εθνεγερσίας.
Φυσικά, ήταν σημαντικός ο ρόλος των Ελλήνων εφοπλιστών της εποχής, της ελληνικής ναυτοσύνης, γιατί χωρίς τα πλοία τους, που αποτέλεσαν το «πολεμικό ναυτικό» του Αγώνα, η Επανάσταση θα είχε σβήσει σε μερικούς μήνες.
Επίσης, σημαντικός ήταν ο ρόλος του κλήρου, των διανοουμένων και των επιχειρηματιών και εμπόρων, πολλοί από τους οποίους έδωσαν τα πάντα για τον Αγώνα.
Κομβικός ήταν ο ρόλος των ελληνικών κοινοτήτων που υπήρχαν εκτός οθωμανικής επικράτειας, κυρίως στη φάση της οργάνωσης αλλά και της παροχής οικονομικής ενίσχυσης και έμψυχου υλικού στον Αγώνα.
Η επέτειος των 200 χρόνων από το ξέσπασμα της Επανάστασης βρήκε την Ελλάδα σε κατάσταση σήψης και παρακμής.
Οι εορτασμοί για τα 200 χρόνια, αντί να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης για το ελληνικό έθνος και να γίνουν αφετηρία για ένα νέο ξεκίνημα, υπονομεύθηκαν από το ίδιο το ελλαδικό κράτος.
Η επιτροπή στελεχώθηκε από άτομα που διαθέτουν… περγαμηνές εθνομηδενισμού και μισελληνισμού, και γι’ αυτό ο λαός τούς γύρισε την πλάτη.
Το έργο της επιτροπής ήταν αρνητικό και οι αντιδράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που στην περίπτωση αυτή αποτέλεσαν πλατφόρμα ελεύθερης έκφρασης, ήταν σφοδρές και για το θέμα της στελέχωσής της και για τα εθνομηδενιστικά «μαργαριτάρια» που εκστόμιζαν ή εξέμεσαν τα μέλη της. Αυτοί οι ακαδημαϊκοί και οι διανοούμενοι που στελέχωσαν την επιτροπή είναι που δίδαξαν σε μια μερίδα της νεολαίας τα… νάματα του εθνομηδενισμού και του μίσους εναντίον της Ελλάδας και εναντίον καθετί Ελληνικού.
Αυτοί τους… ενέπνευσαν τα συνθήματα «Στο διάολο η θρησκεία, στο διάολο η πατρίς, να πεθάνει η Ελλάδα, να ζήσουμε εμείς».
Αυτοί και οι συνοδοιπόροι τους διοργάνωσαν συλλαλητήριο για τα δικαιώματα των μεταναστών, μερικά εικοσιτετράωρα πριν από την επέτειο των 200 χρόνων, στη διάρκεια του οποίου εκτοξεύθηκαν αντεθνικά και υβριστικά συνθήματα εναντίον της Ελλάδας. Όσον αφορά την κυβέρνηση και το κράτος, ήταν συνένοχα σ’ αυτή την κατάσταση, με μοναδική, ίσως, παραφωνία τον γ.γ. του υπουργείου Εξωτερικών κ. Δεμίρη, ο οποίος έδωσε εντολή στους Έλληνες πρέσβεις να πείσουν ξένες κυβερνήσεις να συνεορτάσουν με την Ελλάδα τη γιορτή της ελευθερίας.
Γι’ αυτό, θα μπορούσαμε να πούμε ότι και πάλι την επέτειο των 200 χρόνων σε παγκόσμιο επίπεδο την έσωσαν οι ανά τον κόσμο ελληνικές κοινότητες, ο εκτός Ελλάδος Ελληνισμός.
Και να σκεφθεί κανείς ότι πρωταγωνιστές σ’ αυτόν τον εθνικό αγώνα ήταν εκείνοι που το ελλαδικό κράτος δεν τους αναγνώρισε το δικαίωμα να ψηφίζουν, με τη δικαιολογία ότι δεν είναι δυνατόν να ορίζουν την τύχη της χώρας εκείνοι που ζουν εκτός Ελλάδας. Δηλαδή, θα ψηφίζουν αυτοί που ζουν εντός Ελλάδας, αυτοί που λένε «να πεθάνει η Ελλάδα, να ζήσουμε εμείς» και οι δάσκαλοί τους στα πανεπιστήμια και στο Κοινοβούλιο, θα ψηφίζουν εκείνοι που στέλνει ο Ερντογάν με σχέδιο στην πατρίδα μας για να αποκτήσει μια ισχυρή, στρατηγικού χαρακτήρα μουσουλμανική κοινότητα στην Ελλάδα, αλλά δεν θα ψηφίζουν εκείνοι που αγωνίζονται ανιδιοτελώς για το καλό αυτού του τόπου.
Οι ελεύθεροι, ακομμάτιστοι Έλληνες πρέπει να προβληματιστούμε από αυτή την κατάσταση και να αναζητήσουμε λύσεις, για να απαλλάξουμε το πολιτικό σύστημα, το κράτος και τα εκπαιδευτικά μας ιδρύματα από αυτό το άγος, που μισεί και μάχεται λυσσαλέα οτιδήποτε ελληνικό.
Οι ελεύθεροι, ακομμάτιστοι Έλληνες πρέπει να προβληματιστούμε από αυτή την κατάσταση και να αναζητήσουμε λύσεις για να εντάξουμε στο εθνικό δυναμικό τον εκτός Ελλάδος Ελληνισμό, ο οποίος πολιτικά, οικονομικά, αλλά και ηθικά είναι ισχυρότερος από το συνονθύλευμα των ελλαδικών πολιτικών, οικονομικών και ακαδημαϊκών ελίτ, που ευνοεί την ανάπτυξη φαινομένων τού τύπου «να πεθάνει η Ελλάδα, να ζήσουμε εμείς».
Αφιερώνω το άρθρο αυτό στους αφανείς αγωνιστές των ελληνικών κοινοτήτων, που δίνουν την ψυχή τους για την Ελλάδα, η οποία τους πικραίνει.
Τιμή και δόξα.