Στη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1945, ένας ευπατρίδης Αμερικανός πολιτικός, που έβλεπε πολύ μπροστά, υπουργός Οικονομικών τότε και επιστήθιος φίλος του προέδρου Ρούζβελτ, εξέδωσε ένα βιβλίο με τον επιγραμματικό τίτλο: «Το πρόβλημα είναι η Γερμανία».
- Από τον Γιωργο Χαρβαλιά
Ο Χένρι Μόργκενταου τζούνιορ, γιος του φιλέλληνα πρέσβη των ΗΠΑ στην Κωνσταντινούπολη, που πρώτος αποκάλυψε και κατήγγειλε στα διεθνή μέσα τη Γενοκτονία των Αρμενίων, εξηγούσε ότι ο κόσμος μπορεί να ξεφορτώθηκε τους ναζί, αλλά δεν απαλλάχτηκε από τους Γερμανούς. Και πρόβλεψε ότι, αν δεν τους επιβληθούν σκληρά μέτρα, θα ξανασηκώσουν ανάστημα – με ή χωρίς κάποιον Χίτλερ. Γιατί, απλούστατα, αυτή είναι η ιδιοσυγκρασία τους. Ο Ρούσβελτ πέθανε νωρίς, ο Μόργκενταου παροπλίστηκε και γρήγορα υπερίσχυσαν οι φωνές που υποστήριζαν ότι οι Γερμανοί… «είναι φίλοι μας, γιατί οι Ρώσοι είναι εχθροί μας».
Σήμερα, δυστυχώς, έχει αποδειχτεί ότι η Γερμανία είναι το μεγάλο πρόβλημα της Ευρώπης. Ασκεί την ανέμπνευστη δεσποτεία της με την οικονομική της ισχύ αλλά και με στοχοπροσήλωση που θυμίζει αυτή του Χίτλερ.
Αμερικανοί και Ευρωπαίοι δεν θέλησαν να αντιληφθούν ότι η γερμανική παθογένεια δεν περιοριζόταν στην «ατυχή παρένθεση» της ναζιστικής περιόδου, αλλά αποτελεί διαχρονικό χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου έθνους. Κατά την ίδια έννοια, στη σημερινή Ελλάδα κυριαρχούν ανεύθυνες φωνές, που ισχυρίζονται ότι το πρόβλημα δεν είναι η Τουρκία γενικώς, αλλά ο Ερντογάν και ο δεσποτικός του χαρακτήρας. Αν απαλλαγούμε από αυτόν, σωθήκαμε. Η Τουρκία θα γίνει ένα «φυσιολογικό κράτος», με το οποίο θα μπορέσουμε να διευθετήσουμε πολιτισμένα τη γειτονική μας συνύπαρξη. Σε απλά ελληνικά, αν εκλείψει ο Ερντογάν, η διπλανή χώρα θα εξανθρωπιστεί και οι διμερείς σχέσεις θα μπουν σε «μήνα του μέλιτος».
Αυτή την ψευδαίσθηση καλλιεργούν σήμερα ξεδιάντροπα τα ελληνικά τηλεοπτικά κανάλια, χοροστατούντος βεβαίως του «τουρκολαγνικού» Σκάι, ο οποίος, όσο λούστρο και αν προσθέσει στις ειδησεογραφικές «αναλύσεις» του, συναγωνίζεται σε χυδαιότητα τις ευτελείς παραγωγές made in Turkey, που σερβίρει σε καθημερινή βάση. Καθημερινά, λοιπόν, τα ελληνικά τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων προβάλλουν εκτενείς ανταποκρίσεις από την Τουρκία, λες και αυτή είναι η «χώρα αναφοράς» για τη διαμόρφωση της επικαιρότητας. «Κλονίζεται η λίρα, καταρρέει η τουρκική οικονομία, ξεσηκώνονται οι πολιτικές δυνάμεις κατά του δικτάτορα-σουλτάνου». Οσονούπω, δηλαδή, ο Ερντογάν γκρεμίζεται και έρχεται η δική μας λύτρωση. Σαν να ακούμε την ελεύθερη φωνή του…Κουρδιστάν, τον πειρατικό σταθμό του Φετουλάχ Γκιουλέν ή τα εκτός νόμου κανάλια της τουρκικής αντιπολίτευσης να εκπέμπουν από τη Γερμανία!
Δεν γνωρίζω πραγματικά αν πρόκειται περί πλάνης ή περί σκόπιμης πλύσης εγκεφάλου. Όμως, σε κάθε περίπτωση, η εμμονική προσωποποίηση της τουρκικής απειλής στον Ερντογάν αποτελεί παγίδα αποπροσανατολισμού του ελληνικού λαού, γιατί υπηρετεί την ευρω-γερμανική και την αμερικανική προτεραιότητα. Όχι τη δική μας. Οι δυτικές δυνάμεις έχουν κάθε λόγο να ξεφορτωθούν έναν δύστροπο και απρόβλεπτο Τούρκο ηγέτη, που ορκίζεται στη σημαία του Ισλάμ και αλληθωρίζει προς τον Πούτιν. Όμως, η αποκαθήλωσή του δεν θα σημάνει τη δική μας σωτηρία.
Σήμερα οι Ευρωπαίοι κάνουν τούμπες στο σουλτανικό παλάτι, με έναν Τούρκο ηγέτη που τους φτύνει στα μούτρα, τους προσβάλλει και τους χλευάζει. Φανταστείτε τι έχει να γίνει, αν αυτός γκρεμιστεί και αντικατασταθεί από ένα περισσότερο «φιλο-ευρωπαϊκό» -έστω και κατ’ όνομα- πολιτικό σχήμα. Θα πνιγούμε από τα σορόπια και η πίεση θα μεταφερθεί αυτόματα στην ελληνική πλευρά: «Να βοηθήσουμε την Τουρκία να βρει τη δυτική περπατησιά της».
Μόνο που, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, οι θέσεις της «φιλοευρωπαϊκής» αντιπολίτευσης στην Τουρκία είναι ίδιες και χειρότερες από αυτές του Ερντογάν. Αν εξαιρέσουμε ίσως το φιλοκουρδικό ΗDP, που σήμερα βρίσκεται σε καθεστώς ημιπαρανομίας, κανένα πολιτικό κόμμα στην Τουρκία δεν αμφισβητεί την πολιτική του Ερντογάν στο Αιγαίο. Μπορεί να ακούγονται διαφωνίες για την ανάμειξή του σε άλλες περιοχές του πλανήτη, αλλά δεν βρέθηκε Τούρκος κοινοβουλευτικός να αμφισβητήσει τη «Γαλάζια Πατρίδα» και την πρόθεση της Αγκυρας να υφαρπάξει τις ελληνικές θαλάσσιες ζώνες.
Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει πλέον «μετριοπαθής» πτέρυγα στην τουρκική πολιτική σκηνή. Και, φυσικά, δεν υπάρχουν «εθνομηδενιστές» και «δωσίλογοι», όπως στην Ελλάδα των Μνημονίων.
Με μια μοναδική πολιτική μαεστρία ο Ερντογάν πέτυχε να προκαλέσει ένα τεράστιο ρήγμα στον χώρο της παραδοσιακής τουρκικής Κεντροδεξιάς, μπολιάζοντάς τη με το στοιχείο του Ισλάμ. Στην πραγματικότητα έστησε ένα ευρύ «πατριωτικό μέτωπο» με έντονα θεοκρατικά χαρακτηριστικά. Υφάρπαξε την αναθεωρητική ατζέντα από τους κεμαλιστές και την εμπλούτισε με μια νέα επεκτατική ματιά, που, εκτός από τις παραδοσιακές βλέψεις στο Αιγαίο, εγείρει αξιώσεις και σε άλλες «ιστορικές κοιτίδες» της οθωμανικής κυριαρχίας.
Τα πάντα μπορούν να προσάψουν οι επικριτές της αντιπολίτευσης στον σημερινό Τούρκο πρόεδρο, αλλά όχι ότι στερείται πατριωτισμού, γι’ αυτό δυσκολεύονται να τον «κοντράρουν» στο γήπεδό του. Η πολιτική ατζέντα στη σημερινή Τουρκία καθορίζεται πλέον από το ποιος θα φανεί πιο «πατριώτης». Και η αμηχανία της ρεπουμπλικανικής μείζονος αντιπολίτευσης με αρχηγό έναν παλιομοδίτη «μπάρμπα» είναι μνημειώδης. Η κριτική που ασκεί για τα εξωτερικά θέματα αναγκαστικά γίνεται… εκ δεξιών. Εξαντλείται στο ότι ο Ερντογάν αναλώνεται σε ματαιόδοξες, «λεβαντίνικες» περιπέτειες και δεν κοιτάει να πάρει πίσω τα νησιά που έχουν «κλέψει» οι Ελληνες! Κάπως έτσι τοποθετείται και η ανερχόμενη «λύκαινα» Μεράλ Ακσενέρ. Εψεξε τους συνταξιούχους ναυάρχους, που την έπεσαν στον Ερντογάν, για την αδράνειά τους απέναντι στην Ελλάδα. «Δεν είδα να αντιδράσατε όταν οι Ελληνες κατέλαβαν τα νησιά μας» είπε και ένας θεός ξέρει τι εννοούσε.
Η Ακσενέρ, άλλωστε, που ανήκει στην αντιπολίτευση, προέρχεται από το εθνικιστικό κόμμα των Γκρίζων Λύκων, το οποίο σήμερα συγκυβερνά με τον Ερντογάν. Και από το κόμμα του Ερντογάν προέρχονται οι νέοι σχηματισμοί που θα διεκδικήσουν την τουρκική ψήφο στις ερχόμενες εκλογές. Στενοί του συνεργάτες τα έφτιαξαν, όπως ο Αχμέτ Νταβούτογλου.
Φανταστείτε, λοιπόν, να φύγει από το προσκήνιο ο Ερντογάν και να αναλάβει κάποιος από αυτούς τους επίγονους, που έχουν ακριβώς τις ίδιες επιθετικές βλέψεις απέναντι στην Ελλάδα και θα θέλουν να φανούν βασιλικότεροι του βασιλέως. Η Δύση θα τρέξει να τους αγκαλιάσει, στον Σκάι οι «Καιρίδηδες» θα πανηγυρίζουν ότι γλιτώσαμε και τα νησιά που (ακόμη) δεν χάσαμε επί Ερντογάν θα κινδυνεύουν από τους «φιλοευρωπαίους» διαδόχους του.
Ας το καταλάβουμε, λοιπόν, προτού είναι αργά: Το πρόβλημά μας είναι η Τουρκία. Με ή χωρίς τον Ερντογάν. Και αυτό αργά ή γρήγορα θα αντιμετωπίσουμε…