Στη νεότερη διοικητική μας ιστορία, τρεις φορές έχει νομοθετηθεί ακαταδίωκτο κρατικών αξιωματούχων, και αυτές όχι πάντοτε στην ίδια μορφή.
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Η πρώτη το 1994, όταν το νεοσύστατο ΑΣΕΠ του αείμνηστου -με τιμούσε με τη φιλία του- Σάκη Πεπονή είχε ασκήσει ποινικές διώξεις εναντίον διοικητών ΔΕΚΟ για παράνομες προσλήψεις. Αλλά η Χαριλάου Τρικούπη είχε άλλες απόψεις. Μέσα σε μια συνεδρίαση ψηφίστηκε, μεσάνυχτα βαθιά, τροπολογία με την οποία αιρόταν το αξιόποινο των παράνομων πράξεων των διοικητών και έπαυαν οι διώξεις πριν φθάσουν στο ακροατήριο.
Επρόκειτο, ας πούμε, για ακαταδίωκτο προχωρημένης μορφής. Είχε ασκηθεί μεν η δίωξη, αλλά δεν πρόλαβε να παραγάγει έννομα αποτελέσματα – δικαστική ετυμηγορία. Η δεύτερη φορά που νομοθετήθηκε το ακαταδίωκτο ήταν επί ΣΥΡΙΖΑ, κατόπιν απαιτήσεως της τρόικας, όταν συστάθηκε το Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεως Δημόσιας Περιουσίας (ΤΑΙΠΕΔ). Επειδή αρχικώς υπήρχε απροθυμία συμμετοχής ξένων αξιωματούχων εμπειρογνωμόνων στα διοικητικά του συμβούλια, οι «Τόμσεν» της εποχής επέβαλαν με ντιρεκτίβα το ακαταδίωκτο για να εύρουν πρόθυμους αλλοδαπούς να βγάζουν «στο σφυρί» την περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου.
Το θράσος τους εκείνες τις εποχές έφθασε στο σημείο να απαιτούν ως προαπαιτούμενο από την ελληνική κυβέρνηση την αθώωση από την ελληνική Δικαιοσύνη του διοικητή της ΕΛ.ΣΤΑΤ. Ανδρέα Γεωργίου για να ολοκληρώσουν την αξιολόγηση και να δώσουν το πράσινο φως εκταμίευσης της δόσης. Η τρίτη φορά που νομοθετείται διοικητικό ακαταδίωκτο είναι τώρα, σήμερα. Ιδία πρωτοβουλία.
Η διάταξη, που ψηφίστηκε προχθές βράδυ από την εθνική αντιπροσωπία, ορίζει ότι «τα μέλη της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας της Δημόσιας Υγείας έναντι του κορωνοϊού, της Επιτροπής Αντιμετώπισης Εκτακτων Συμβάντων Δημόσιας Υγείας και της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών δεν ευθύνονται, δεν διώκονται και δεν εξετάζονται για γνώμη που διατύπωσαν ή ψήφο που έδωσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Δίωξη επιτρέπεται μόνο για συκοφαντική δυσφήμηση ή εξύβριση».
Η διάταξη συνοδεύτηκε από επιχειρηματολογία «καρμπόν» βουλευτών και γιατρών ότι έτσι προστατεύονται οι επιστήμονες από τη δικομανία των ψεκασμένων και των αρνητών εναντίον τους και ότι περίπου τα αυτά ισχύουν και στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Θα ήθελα πολύ να είναι έτσι, αλλά μερικές λεπτομέρειες στη διάταξη και άλλα δεδομένα μάς λένε το ακριβώς αντίθετο.
Κατ’ αρχάς, ψεκασμένοι και αρνητές -αν και δεν μου αρέσει ο χλευαστικός και ελιτίστικος τρόπος εκφοράς πολιτικού λόγου- υπάρχουν από την πρώτη στιγμή που άρχισε η πανδημία. Και αυτοί ελάχιστες φορές στράφηκαν εναντίον επιστημόνων. Πιθανότερο είναι να έκαναν μήνυση στον Γκέιτς παρά σε Ελληνα γιατρό. Τρελοί είναι, αλλά είναι και πατριώτες.
Νομικώς, όμως, ναι! Ο κίνδυνος υπάρχει θεωρητικώς εδώ και έναν χρόνο. Ερώτημα, λοιπόν: Γιατί, άραγε, η κυβέρνηση δεν νομοθέτησε ακαταδίωκτο από πέρυσι; Από το καλοκαίρι; Από τον Νοέμβριο, που «χάθηκε το τόπι» στη Θεσσαλονίκη; Και, εν πάση περιπτώσει, ας δεχθώ ότι οι συμμετέχοντες στην Επιτροπή Λοιμωξιολόγων (εκ των 32, μόνο οι δύο έχουν ειδικότητα λοιμωξιολόγου) έχουν ανάγκη να προστατευθούν από μηνύσεις, κακόβουλες πράξεις και ποινικές διώξεις. Σύμφωνοι. Η διάταξη που διαβάσαμε παραπάνω λέει όμως ότι τα μέλη των επιτροπών «δεν εξετάζονται για γνώμη που διατύπωσαν ή για ψήφο που έδωσαν». Απαλλάσσονται δηλαδή και από την ιδιότητα του μάρτυρα σε δικαστήρια, εξεταστικές επιτροπές της Βουλής ή και προανακριτικές επιτροπές της Βουλής!
Ερώτημα και πάλι: Διώκεται ο μάρτυς κατά τον Ποινικό μας Κώδικα και κατά τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας; Προφανής η απάντηση: Όχι! Και μόνο εξ αυτού του λόγου, η διάταξη είναι πολιτικά και νομικά προβληματική. Τι συμβαίνει, κατά τη γνώμη μας; Τι τρέχει; Τι συνέβη στο παρασκήνιο; Δύο ζητήματα ουσίας. Η διάταξη ψηφίστηκε τέσσερις ακριβώς ημέρες μετά την αποκάλυψη των απόρρητων πρακτικών συνεδριάσεων της επιτροπής συνεδριάσεων λοιμωξιολόγων («κυριακάτικη δημοκρατία»), από τα οποία προκύπτει ότι παρενέβαιναν αγάρμπως στη λειτουργία της συγκεκριμένα πολιτικά πρόσωπα -υπουργοί- για να επιβάλλουν κυβερνητικές επιθυμίες τους.
Όταν λοιπόν με νόμο απαλλάσσονται οι γιατροί από την ιδιότητα του μάρτυρος σε πιθανές δίκες ή σε πιθανές εξεταστικές επιτροπές της Βουλής με αντικείμενο διερεύνησης κατ’ αρχάς τις πολιτικές ευθύνες πολιτικών προσώπων, τότε αυτοί που εξασφαλίζουν το ακαταδίωκτο δεν είναι οι γιατροί. Κατά βάση είναι οι αναφερόμενοι στα πρακτικά πολιτικοί. Οι οποίοι -πιθανολογώ- έγραψαν με τα χεράκια τους μια ωραία τροπολογία για να απαλλαγούν από τη θεωρητική βάσανο να δίνουν εξηγήσεις στο μέλλον επί τη βάσει μαρτυρικών καταθέσεων λοιμωξιολόγων, σύμφωνα με τις οποίες οι τελευταίοι άλλα τους έλεγαν να κάνουν και άλλα έκαναν οι πολιτικοί τελικώς. Η τροπολογία γράφτηκε για να εξαφανίσει τις νομικές συνέπειες των πρακτικών! Μη νομίζετε ότι όλα αυτά είναι αστεία – χάθηκαν ζωές. Και, αν κάποιος συγγενής και όχι κάποιος ψεκασμένος ζητούσε τον λόγο από την Πολιτεία επειδή δεν τήρησε τις εισηγήσεις των γιατρών, τα πράγματα θα ήταν ζόρικα.
Συμπέρασμα πρώτο, λοιπόν: Το ακαταδίωκτο νομοθετήθηκε μετά την αποκάλυψη των πρακτικών και στόχο είχε κυρίως την προστασία των πολιτικών, δευτερευόντως των γιατρών. Πέραν αυτών, υπάρχει και ένα γενικότερο θέμα: Η Ν.Δ. είναι ένα φιλελεύθερο κόμμα. Πιστεύει στο κράτος δικαίου και στη διάκριση των εξουσιών. Πιστεύει στις αρχές του Διαφωτισμού. Αυτό, υποτίθεται, την ξεχωρίζει από τον ΣΥΡΙΖΑ. Τι σχέση έχει, άραγε, η ψηφισθείσα διάταξη με όλα αυτά; Εν προκειμένω, η νομοθετική εξουσία παρενέβη προληπτικώς στο πεδίο δράσης της δικαστικής και της πέρασε χειροπέδες με την εξής εντολή: «Αν σου φτάσει μήνυση κατά μέλους της Επιτροπής Εμβολιασμών ή Λοιμωξιολόγων, δεν ακουμπάς! Τη στέλνεις στο αρχείο!» Κάτι ανάλογο δεν έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ με τον Ποινικό Κώδικα; Κατά τον ίδιο τρόπο, το Κοινοβούλιο απεμπόλησε την ειδική δωσιδικία του κατά μελών κυβερνήσεων και βουλευτών. Διότι, αν τυχόν η αντιπολίτευση καταθέσει πρόταση σύστασης εξεταστικής ή προανακριτικής επιτροπής, η επιτροπή που θα συσταθεί δεν θα έχει υπόθεση λόγω ελλείψεως μαρτύρων!
Στην πραγματικότητα, λοιπόν, η Βουλή κατήργησε τον εαυτό της! Και η γεύση που έμεινε στη μεγάλη κοινωνία, στο άκουσμα της κακόηχης λέξης «ακαταδίωκτο», είναι ότι η πολιτική μας τάξη ρύθμισε απαραδέκτως και επιλεκτικώς τα του οίκου της. Αν όμως υπάρχει κατά το Σύνταγμα ισότης απέναντι στον νόμο, αυτό δεν σημαίνει πως υπάρχει και ανισότητα στην παρανομία. Οι φτωχοδιάβολοι στο εδώλιο και οι ελίτ στο απυρόβλητο! Σε όλη την Ευρώπη, η συστημική Κεντροδεξιά φθείρεται. Δεν είναι ανάγκη να συμβεί το ίδιο και εδώ. Αρκεί η πολιτική να μην πυροβολεί τα πόδια της.
ΥΓ.: Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταψήφισε το ακαταδίωκτο – αποχώρησε. Έχοντας ανοιχτή την προανακριτική για τον Παππά, επέλεξε να μην ενοχλήσει. Προσδοκώντας στον μεγάλο συμψηφισμό. Αυτή είναι η πολιτική μας ζωή.